Λονδίνο, το βορειότερο προάστιο του ελληνικού φοιτητικού lifestyle

londino-to-voreiotero-proastio-tou-ellinikou-foititikou-lifestyle

Το Λονδίνο, το βορειότερο προάστιο του ελληνικού φοιτητικού lifestyle, δεν είναι μόνο πιο κοντά από τη Βοστόνη. Έχει και καλύτερα μπουζούκια.
Η μικρη «Ελίτ» των ελλήνων φοιτητων του Λονδίνου δεν θα είχε καμία αίγλη αν τα μέλη της δεν είχαν επίθετα που είναι περιζήτητα στις πιο ενημερωμένες guest lists των εγχώριων κοινωνικών events. Γόνοι «επωνύμων» Ελλήνων, που τελειώνοντας «τη ζωή στην Ελλάδα» –ή, τέλος πάντων, τη ζωή στο Κολλέγιο– αποφάσισαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό, πολύ απλά επειδή πιστεύουν –σχεδόν πατροπαράδοτα– ότι «αυτή είναι η μόνη μόρφωση»: οι σπουδές στο Λονδίνο. Ο μικρόκοσμός τους είναι εδώ. Και φυσικά, δεν έχει να κάνει μόνο με τις σπουδές. Διότι, Λονδίνο δεν είναι μόνο το City, το London School of Economics ή το University College of London. Είναι lifestyle. Όπως και να το κάνεις, Greeks know it better.

Κι επειδή, συνήθως, το lifestyle των μελών τέτοιων κλειστών κύκλων θέλει «αποκωδικοποίηση», ας αποκρυπτογραφήσουμε την καθημερινότητά τους στο Λονδίνο. Διότι, σε ένα «κράτος εν κράτει», και πυρήνες υπάρχουν, και ηγέτες υπάρχουν, και in στέκια υπάρχουν, και συγκεκριμένο dress code υπάρχει. Η ιστορία όμως αρχίζει πολύ νωρίτερα – όταν ο απόφοιτος λυκείου αποφασίζει να περάσει τα επόμενα (τουλάχιστον) τέσσερα χρόνια της ζωής του εκεί. Όλα ξεκινούν σαν ένα τραγούδι...

«Τα μαθητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα». Το τραγουδάει η Αννα Βίσση, δεν θα είχε όμως καμία σημασία αν δεν το τραγουδούσαν, σχεδόν διονυσιακά, οι απόφοιτοι του ελληνικού Λυκείου, που, μαζί με το απολυτήριο, ετοιμάζουν και τις βαλίτσες τους για την ξενιτιά. Είναι ύμνος, σήμα κατατεθέν. Από τη Σχολή Μωραΐτη και το Κολλέγιο Αθηνών μέχρι το Ανατόλια της Θεσσαλονίκης, «τα μαθητικά τα χρόνια» είναι κοινός παρονομαστής και νοσταλγικό σημείο αναφοράς στα «χρόνια της ζωής στην πατρίδα», πίνοντας καφέ στο Starbucks της St John’s Wood High Street, πρωί με την παλιοπαρέα.

London calling


Όλα αρχίζουν από τις πρώτες τάξεις του Λυκείου, τότε που οι ανησυχίες για τον επαγγελματικό προσανατολισμό βρίσκονται σε έξαρση: Πιο πιθανό σενάριο, η απασχόληση στη δεδομένη οικογενειακή επιχείρηση, η ανάγκη όμως για απόδραση από τα καθημερινά κλισέ και η επιβεβαίωση του «self-esteem» είναι πολύ μεγαλύτερη. Εφηβεία γαρ: Όλος ο κόσμος τους ανήκει. Το μέλλον δεν μπορεί να είναι το ίδιο βαρετό με τη ζωή στο σχολείο. ΟΚ, κάνεις τα χαϊλίκια σου, οδηγείς χωρίς δίπλωμα, είσαι δημοφιλής στο σχολείο, καπνίζεις τσιγαράκι στο δασάκι, παραπλεύρως, τζογάρεις στο «κενό» που δεν έχεις μάθημα, οι γονείς όμως καραδοκούν στο σπίτι.

Η ανάγκη διαφύλαξης του κοινωνικοοικονομικού status είναι μεγίστης σημασίας. Το «καλό παράδειγμα» οι περισσότεροι το παίρνουν από παλιούς αποφοίτους, φίλους φίλων ή αδέρφια, η κατευθυντήρια γραμμή όμως δίνεται από το σπίτι. Δόγμα πρώτον: Τα καλύτερα πανεπιστήμια βρίσκονται στη Μεγάλη Βρετανία και στην Αμερική. Αλλά πού να τρέχεις τώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες; Ασε, δηλαδή, που μπορεί ένα τριήμερο να έχεις μια τεράστια λαχτάρα να «πεταχτείς» στην πατρίδα να δεις το «πρόσωπο». Θα το κάνεις αυτό αν βρίσκεσαι στο μακρινό Μασατσούσετς; Ποτέ! Δεν πα’ να ’σαι ο Καπουλέτος κι εκείνη η Μονεγάσκη. Αρα, το Λονδίνο είναι «the place to be».

«Ακουγα την αδερφή μου, όποτε ερχόταν στην Ελλάδα, να μου μιλάει για το Λονδίνο με τις ώρες, για τα πάρτι που πήγαινε με φίλους της από του «Μωραΐτη» και για τα ταξίδια που κανόνιζαν τελευταία στιγμή στην Ευρώπη, και έλεγα ότι πρέπει να το ζήσω κι εγώ αυτό. Οι σπουδές στην Ελλάδα δεν με ενδιέφεραν», λέει η Χρυσή Τσίτουρα, κόρη του Δημήτρη Τσίτουρα των «Tsitouras Collections», ζώντας και η ίδια πλέον τη φοιτητική ζωή στο Λονδίνο.

Στις τάξεις του IB γίνεται το αδιαχώρητο, αφού είναι αυτές που προετοιμάζουν τους μαθητές για την ένταξή τους στα Βρετανικά Πανεπιστήμια. Στόχος, βέβαια, δεν είναι η εισαγωγή σε ένα οποιοδήποτε πανεπιστήμιο της Αγγλίας – κανένας «της τάξεώς μας», άλλωστε, δεν θα άφηνε την Ελλάδα για να ζήσει στην αγγλική επαρχία. Ο στόχος είναι ένας, το έλεγαν και οι The Clash, στο άσμα ασμάτων, το «London Calling».

Οι σελίδες των σχολικών θησαυρών σκιαγραφούν την ένταση, το πάθος, τη φιλοδοξία και την ανησυχία για εισαγωγή σε ένα από τα καλύτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της βρετανικής πρωτεύουσας. Το πανεπιστήμιο του City είναι πρώτο στις προτιμήσεις των περισσοτέρων, σε σημείο να το αποκαλούν –όχι τυχαία– «ΚΕΛ», ο εστί μεθερμηνευόμενον «Κολέγιο Ελλήνων Λονδίνου». Στους διαδρόμους της Northampton Square και του Cass Business School ακούγονται σχεδόν μόνο ελληνικές φωνές –από τους πιο αλέγκρους, και κανένας στίχος του Βέρτη–, αφού το μεγαλύτερο μέρος των φοιτητών και των καθηγητών είναι Έλληνες. Σημαντική αναφορά:

Το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του «Shipping Trade and Finance», που ίδρυσε ο Έλληνας αντιπρύτανης, κ. Γραμμένος, θεωρείται το πιο high course, προσελκύοντας το νέο αίμα των γνωστότερων εφοπλιστικών οικογενειών της Ελλάδας, ενώ το LSE, το UCL και το Imperial College δημιουργούν την ακαδημαϊκή elite της ελληνικής πλειονότητας στο Λονδίνο. Παρεμπιπτόντως, ελληνικές φωνές ακούς και στα Selfridges και στα Harrod’s –το τμήμα gourmé πολύ το έχει εκτιμήσει η μανούλα, που προσπαθεί να μυήσει την κόρη στο «φαγητό στο σπίτι»–, ακούς και στα Burberry, φυσικά, όπου η κόρη τώρα προσπαθεί να μυήσει τη μανούλα στη νέα αφαιρετική διάθεση του οίκου, που δεν θέλει πια τόσο πολύ καρό, όσο αυτό που κυκλοφορεί στην Ελλάδα.

Σημείο μηδέν: η εγκατάσταση στο Λονδίνο. Αγαπημένες περιοχές, το St John’s Wood, το South Kensington και φυσικά το Knightsbridge. Τι κι αν δεν είναι κοντά στο πανεπιστήμιο, μικρή σημασία έχει. «Γιατί επέλεξα το South Kensington; Εσύ δηλαδή θα έμενες στη Γλυφάδα εάν όλοι οι φίλοι σου έμεναν Κηφισιά;», με αποστομώνει ο Κωνσταντίνος Κωστόπουλος, γιος του γνωστού Αθηναίου πολιτικού μηχανικού Παναγιώτη Κωστόπουλου.

Φίλος του Κωνσταντίνου, ο Τζάρετ Πασάογλου –γιος του διάσημου Μπάμπη, από τα «Αστρα» της Μυκόνου– μένει φυσικά κοντά στον κολλητό του, έστω κι αν το Πανεπιστήμιό του βρίσκεται σε απόσταση, ας πούμε, Κολιάτσου-Νέα Ελβετία.

Στο παρελθόν, hot περιοχή ήταν το Bayswater. Περασμένα μεγαλεία. Μέχρι και η κυρία Φανή (ίσως η καλύτερη προξενήτρα για τα Ελληνόπουλα) έκλεισε το «Βυζάντιο» – τον καφενέ όπου μαζεύονταν οι Έλληνες και έπαιζαν τάβλι πίνοντας φραπέ, πάνω στην Moscow Road, απέναντι από την ελληνική εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Εντυπωσιακός ναός, και ουκ ολίγοι νέοι τον επισκέπτονται με αφορμή την κυριακάτικη λειτουργία – ο πατέρας Θεόκλητος Πολυζωγόπουλος, εξάλλου, ήταν παλιός αγαπημένος θεολόγος στο Κολλέγιο Αθηνών...

Σε ποιο σχολείο πήγαινες;

Η εβδομάδα εγγραφών αρχίζει και στα αμφιθέατρα η παρέλαση των Prada slash Gucci βηματισμών έχει μόλις ξεκινήσει. Πέφτουν τα πρώτα έντονα βλέμματα, αναβιώνει το φλερτ της παλιάς γνωριμίας σε μαθητικό πάρτι στη Δροσιά, και γενικότερα το γνώριμο ελληνικό στυλάκι φωνάζει loud and clear. Τίποτα όμως δεν είναι τυχαίο. Οι Έλληνες που σπουδάζουν στο Λονδίνο ξέρουν να περνούν καλά, να διασκεδάζουν και, αν μη τι άλλο, να αποβάλλουν το σύνδρομο της μοναξιάς. Βασική ερώτηση, λίγο πριν ξεκινήσει μια γνωριμία: «Σε ποιο σχολείο πήγαινες;».

Ακούγεται ρατσιστική, αλλά γίνεται για «καλό σκοπό»: εννιά στις δέκα φορές σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας φιλίας. Κοινοί γνωστοί, και φίλοι με φίλους, οι περισσότεροι γνωρίζονται ήδη από την Ελλάδα. Διαπιστώνουν ότι μένουν στην ίδια περιοχή και τα χάνουν όταν ανακαλύπτουν ότι μπορεί να μένουν έως και στο ίδιο Court (ή αλλιώς, στην ίδια πολυκατοικία). Έχει τη μαγεία της όλη αυτή η επανασύνδεση, όπως και να το κάνεις... Όσο για τον καθηγητή, τι κι αν μιλάει για business... κάτι και κανείς δεν τον ακούει; Έλληνας είναι κι αυτός. Μόνο που δεν έχουν πάρει είδηση τι εστί αγγλική πειθαρχία και προγραμματισμός

Το πρώτο τρίμηνο μοιάζει να είναι και το πιο δύσκολο στο ξεκίνημα της «κοσμοπολίτικης» φοιτητικής ζωής στο Λονδίνο. Και είναι πράγματι δύσκολο, αφού, από τη μια στιγμή στην άλλη, οι φοιτητές καλούνται να αντιμετωπίσουν τα πάντα μόνοι τους. Τέρμα η μαμά που έφερνε τα πάντα στο χέρι, από το άνοιγμα του λογαριασμού στην αγγλική τράπεζα μέχρι τη συγκέντρωση δικαιολογητικών χαρτιών για το Council Tax. Όσο για το φαγητό, τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα. Οι απόπειρες για κατ’ οίκον γαστρονομικές απολαύσεις αποτυγχάνουν πανηγυρικά, ενώ, πολύ σύντομα, τα τάπερ με σπιτικά φαγητά αρχίζουν να διασχίζουν αγέρωχα τους αιθέρες. Έστω κι αν πρόκειται για φαγητό της Τζόμαλι από τη Σουμάτρα, που όμως μαγειρεύει τη μητρική συνταγή, όταν κάνει διάλειμμα από το παρκέ.

Τελικά, η ζωή στο Λονδίνο είναι πολύ ωραία. Μετά το πρώτο έτος, βέβαια. Όχι με τη διάσταση που της έδωσε ο Μπενίνι, αλλά έτσι όπως τη βιώνουν οι « Έλληνες του Λονδίνου», αυτή η ξεχωριστή κλίκα, με τις δικές της «γιάφκες» και τους δικούς της κώδικες, που δημιουργούν το δικό τους γκέτο, αφού συναναστρέφονται τους ίδιους ανθρώπους στα ίδια σημεία.

Βασικότερα meeting points είναι το Starbucks του St John’s Wood, η κρεπερί στο St Christopher Place και, φυσικά, το Oral στην Sloane Square. «Το γουστάρω πολύ το Starbucks. Έχει χαβαλέ, χαζεύεις τις γκόμενες να περνάνε, ακούς τι λένε και οι διπλανοί ομοεθνείς που βλέποντάς τους καθημερινά τους γνωρίζεις και τελικά γίνεσαι μια παρέα, αφού καταλήγεις να έχεις κοινούς γνωστούς. Αυτό μόνο εδώ συμβαίνει, στο Λονδινάκι», λέει ο Αντώνης Παναγιωτόπουλος, γιος του Γιάννη Παναγιωτόπουλου, ιδιοκτήτη της κατασκευαστικής εταιρείας «Έντασις». «Σίγουρα υπάρχουν και δύσκολες περίοδοι, όταν έχουμε τρέξιμο στο πανεπιστήμιο, εξετάσεις, essays, δεν είναι όμως όλες οι μέρες έτσι», συμπληρώνει ο φίλος του, Θάνος Ζορμπάς, γιος του επιχειρηματία Στέφανου Ζορμπά και της Μπέλας Αδαμοπούλου.

Who is who


Οι σπουδές στα βρετανικά πανεπιστήμια δεν είναι βεβαίως εύκολη υπόθεση για κανένα φοιτητή. Ξενύχτια, ώρες έρευνας στις βιβλιοθήκες, αμέτρητες ώρες πάνω από το laptop για ολοκλήρωση της πτυχιακής εργασίας. Η φοιτητική ζωή όμως δεν μπορεί να έχει μόνο διάβασμα και εξετάσεις. Η διασκέδαση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των γνήσιων νεοελλήνων, που οργανώνουν πάρτι σε μερικά από τα καλύτερα clubs του Λονδίνου. Και ξέρετε, αυτών των καλύτερων clubs του Λονδίνου έχουν –κι αν έχουν!– ποτιστεί οι τοίχοι από το «Όσο έχω φωνή, θα σ’ το τραγουδάω». Επί παραδείγματι, βέβαια, διότι εννοείται πως παίζει και κάτι σε πιο βαρύ ρεπερτόριο. Το παιχνίδι, λοιπόν, αρχίζει...

Παρασκευές στο «Bocca», Σάββατο βράδυ «Number 5», Κυριακές στο «Eclipse» και Δευτέρα «Pizza Pomodoro».

Να τις χωρίσουμε τις μέρες, να μην μπερδευόμαστε. Ο Λεωνίδας Ζησιάδης –γιος του επιχειρηματία των Sani Resorts, Φωκίωνα Ζησιάδη, και της συλλέκτριας αρχαιοτήτων Μάτας Τζολοζίδη– λέει ότι του αρέσει «το Zuma, γιατί έχει ίσως το καλύτερο sushi στο Λονδίνο». Η παλιά του συμμαθήτρια, όμως, από το κολέγιο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης, Μυρτώ Ραπτάκη (κόρη του επιχειρηματία νυκτερινών κέντρων Λάκη Ραπτάκη), δεν τον ακολουθεί στο «Zuma». Προτιμά τα cocktails του long bar του ξενοδοχείου «Sanderson» –διακοσμημένου διά χειρός Philippe Starck–, ή το «Movida» για confessions on the dance floor.

Για να μη μακρηγορούμε, έχουμε και λέμε: Ο Μάρκος Κατσίμης (γιος της Έλλης Στάη), η Κατερίνα Λυμπέρη (κόρη του ψυχιάτρου που έγινε γνωστός από το «σκάφος»), η Κατρίνα Τσάνταλη (εις υγείαν!), η Αναστασία Καίσαρη (διαμάντια και μπλουζ) και ο Σωκράτης Κόκκαλης (ναι, ο εγγονός) προτιμούν το «Bocca». Οι αδελφοί Αντώνης και Στρατής Παλαιοκρασσάς (γιοι του πρώην Υπουργού Οικονομικών και πρώην διοικητή της ΔΕΗ), οι Δημήτρης και Γιάννης Αγγελάκος (της εφοπλιστικής οικογενείας), ο Γιάννης Τυπάλδος (επίσης της γνωστής εφοπλιστικής οικογενείας), η Λένια Μπουτάρη (και πάλι εις υγείαν!) και η Μαρίκα Δημητριάδη (από το επώνυμο λίγοι το καταλαβαίνουν, αλλά από το μικρό όλοι: είναι κόρη της Κατερίνας Μητσοτάκη-Δημητριάδη και εγγονή του επίτιμου) είναι fan του «Number 5».

Οι ελληνικές μπουζουκλερί «Αριζόνα» (πολυαγαπημένο στέκι του Σταύρου και της αδερφής του Χριστίνας Ψωμιάδη – παιδιών του πρώην προέδρου της ΑΕΚ, γνωστού και ως Big Mac) και «Elysée» συνεχίζουν πάντως να γράφουν τη δική τους ιστορία στο Λονδίνο. Δεν θα πας στην «Αριζόνα» να φας κεφτεδάκια, τηγανητές πατάτες, κυπριακές πίτες και ταραμά, τώρα μάλιστα που τέλειωσαν και οι προμήθειες; Θα πας και θα πεις κι ένα τραγούδι – ενδεχομένως μαζί με τον Αργύρη και τον Χάρη, μεγάλες μορφές.

Ο τελευταίος έχει γκραν σουξέ το «Το ένα άλογο να είναι άσπροοοοο, όπως τα όνειρα που έκανα παιδίιιιιιι». Και να τα λουλούδια, και να το δάκρυ στο μάγουλο, διότι, όπως και να το κάνεις, είναι βαριά η ξενιτιά. Ο πόλεμος των λουλουδιών, οι καβγάδες για το κεντρικό τραπέζι και οι γκόμενες που ψάχνουν το καλύτερο «θύμα» για να τους πετάξει τα περισσότερα λουλούδια, είναι μέσα στο παιχνίδι. Τα κορίτσια με Chanel, τα αγόρια με Gucci. Κοινός παρονομαστής, το Cartier στον καρπό.

Διασκέδαση στο Λονδίνο όμως δεν είναι μόνο τα ελληνικά πάρτι, είναι ας πούμε και το «Tramp», μόνο για μέλη, με την πιο σκληρή πόρτα. «Την πρώτη φορά που είχα πάει στο Tramp ήταν στα δεκαέξι μου. Με είχε μαγέψει τόσο πολύ που ακόμη και τώρα, που ζω πλέον στο Λονδίνο, όταν πηγαίνω, περνάω μοναδικά», λέει η Λάουρα Μακροπούλου, κόρη της Αικατερίνης Λαλαούνη και του Κωστή Μακρόπουλου, αν και η κολλητή της, Ρενάτα Ζεντέλη, η μεγαλύτερη κόρη του εφοπλιστή Βασίλη Ζεντέλη, λέει ότι προτιμά το «Momo’s» στην Headon Street.

Η Λάουρα όμως δεν είναι η μόνη Ελληνίδα που έχει τα κονέ για να μπει στο «Tramp». Σκληρή μεν η «πόρτα» του, υπάρχει όμως πιθανότητα να μην την περάσουν οι Έλληνες; Όχι γιατί «πρέπει», αλλά επειδή, όπως λένε, «η ποιότητα της διασκέδασης σε τέτοια μαγαζιά δεν υπάρχει πουθενά». Έλληνες, Ιταλοί, Ρώσοι, Αγγλοι, Αμερικανοί και φυσικά Σουδάραβες, όλος ο καλός ο κόσμος γεμίζει τις συνδρομητικές λίστες για τα πιο «δύσκολα» μαγαζιά του Λονδίνου.

Τέσσερα χρόνια –μίνιμουμ– είναι πολλά; Αν η Μονεγάσκη σε περιμένει ακόμα και δεν έχει αυτομολήσει, είναι πάρα πολλά. Διασκεδάζεις, ζεις όλα όσα άκουγες «εκ διηγήσεων», σπουδάζεις κιόλας, φέρνεις το πτυχίο στους τρισευτυχισμένους γονείς, αλλά η πατρίς είναι μεγάλο θέμα. Όσο κι αν θέλεις να μείνεις για πάντα στο Λονδίνο, μετράς τις μέρες σαν φυλακισμένος, έστω κι αν δεν διανοείσαι να χαλάσεις την Tony & Guy τσατσάρα σου..

Τελευταία εικόνα: Το πτυχίο υπάρχει προσεκτικά τοποθετημένο κάπου στα μπαγκάζια (να το δει, να το χαρεί η οικογένεια), αντιθέτως με το Gucci μαγιό, που σχεδόν το κρατάς στις χειραποσκευές. Τα υπάρχοντά σου σε κούτες –συμπεριλαμβανομένων και των τάπερ–, το σπίτι κλείνει, το ταξί περιμένει, και μετά Heathrow. Το πρώτο μεγάλο καλοκαίρι στην Ελλάδα διαθέτει τα πάντα και σε υπερβολή. Και Santa Marina, και Mykonos Blu, και Elounda Beach αν τύχει, και βόλτα με το σκάφος κάποιου φίλου εφοπλιστή από το Λονδίνο, και μαμά και μπαμπά στο οικογενειακό εξοχικό, και ατέλειωτα ξενύχτια στα club της παραλιακής. Και Αννα Βίσση. Κάποιοι βεβαίως θα ξαναγυρίσουν στην πόλη όπου ζει η πιο γνωστή βασίλισσα του κόσμου. Οι περισσότεροι, όμως, εφεξής θα βλέπουν το Λονδίνο σαν μερικά weekends το χρόνο για shopping...