Ο Γιάννης Χουβαρδάς υπογράφει την πρώτη του σκηνοθεσία ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Θα μας διηγηθεί στην Πειραιώς 260 στις 27-30 Ιουνίου «Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης» του αυστριακού συγγραφέα Εντεν φον Χόρβατ.
Το έργο τοποθετείται χρονικά στην εποχή λίγο πριν την άνοδο του ναζισμού στην Ευρώπη. Το πολιτικό σκηνικό πρόκειται ν' αλλάξει δραματικά, οι άνθρωποι όμως είναι ακόμα βυθισμένοι στον κόσμο τους: μουσική, κρασί, παιχνίδια, υπαίθρια κέντρα διασκέδασης, εκδρομές.
Στο επίκεντρο βρίσκεται μια ερωτική ιστορία με πολλαπλές αντανακλάσεις. Η νεαρή Μαριάνε αρνείται να ενδώσει στον Οσκαρ, τον άντρα που προορίζεται για σύζυγός της. Ερωτεύεται τον Αλφρεντ, έναν επιπόλαιο τζογαδόρο που θα κάνει τη ζωή της άνω-κάτω.
Ο έρωτας της Μαριάνε για τον Αλφρεντ λειτουργεί ως παραμορφωτικός καθρέφτης για να ξεδιπλωθούν κι άλλες ρομαντικές ιστορίες. Σταδιακά η αφέλεια, η αθωότητα και οι ψευδαισθήσεις εξατμίζονται. «Τίποτα δεν μας δίνει τόσο την αίσθηση του απείρου όσο η βλακεία» είναι άλλωστε το μότο του έργου...
Ο Χόρβατ ασκεί έμμεση κριτική στη μικροαστική κοινωνία της εποχής του. Πίσω από τις γραμμές της ερωτικής ιστορίας, με σύμμαχο τη μουσική και με λεπτή ειρωνική ματιά, ο συγγραφέας ξεδιπλώνει την υποκρισία του κόσμου που περιβάλλει τους ήρωες. Χρησιμοποιώντας κωμικοτραγικά στοιχεία και με μια ιδιαίτερη γλώσσα, τη βιενέζικη διάλεκτο, καταγράφει μια εποχή που οδεύει αναπόφευκτα σε κάτι απειλητικό...
Ο Γιάννης Χουβαρδάς είχε προτείνει στον Γιώργο Λούκο το έργο, πριν δυο χρόνια, ως συμπαραγωγή του Φεστιβάλ και του θεάτρου «Αμόρε». «Οι "Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης", το καλύτερο έργο του Χόρβατ για μένα», όπως τονίζει, «ανήκει στην ευρύτερη κατηγορία έργων ρεπερτορίου που σημάδεψαν το κεντροευρωπαϊκό θέατρο την περίοδο ανάμεσα στους δυο μεγάλους πολέμους.
Έργο ανθρωπιστικό
Ο Χόρβατ είναι γέννημα της μεσοπολεμικής εποχής. Οι σκληρές κοινωνικές συνθήκες λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο θα μπορούσαν να συγκριθούν με τις σημερινές: «Στις μέρες μας είναι υπαρκτός ένας υφέρπων φασισμός που ίσως δεν συνειδητοποιούμε ζώντας στους φρενήρεις ρυθμούς παραγωγής και κατανάλωσης» σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Το έργο είναι λοιπόν σύγχρονο, διαχρονικό και ιδιαίτερα ανθρωπιστικό. Οι ήρωες δεν είναι μονοδιάστατοι. Στον καθένα συνυπάρχουν αντιφατικές ιδιότητες που συνιστούν και τον σημερινό άνθρωπο: είναι καλοί και κακοί, όμορφοι και άσχημοι, φιλόδοξοι και ασήμαντοι, ζωντανοί και νεκροί.
«Ο κριτικός ρεαλισμός του Χόρβατ δεν διστάζει να βάλει με ευστοχία στο μικροσκόπιο επικίνδυνα θέματα όπως τον φιλοναζισμό που επικρατούσε σε μεγάλο μέρος της Αυστρίας, κρυφές πλευρές ατόμων κακουργηματικού χαρακτήρα, θύτες και θύματα που φέρνουν στη μνήμη μας τις σημερινές περιπτώσεις της Ν. Κάμπους και του αιμομείκτη πατέρα στην ίδια χώρα. Γι' αυτό άλλωστε και το έργο του είχε προκαλέσει κοινωνικό σκάνδαλο. Η μουσική -από λαϊκά σουξεδάκια μέχρι οπερέτες και Σούμαν- είναι τόσο συνδεμένη με τη δράση, που μπαίνει και βγαίνει σε συγκεκριμένες ατάκες», λέει ο σκηνοθέτης.
Στον πολυπληθή θίασο (Όλγα Δαμάνη, Νίκος Κουρής, Αλέκα Παΐζη, Γιώργος Γλάστρας, Δημήτρης Ημελλος, Γιώργος Τζαβάρας, Θεμιστοκλής Πάνου, Αγγελική Παπούλια, Μαρία Σαλτίρη, Ακύλλας Καραζήσης, Αλκηστις Πουλοπούλου, Λουίζα Κωστούλα, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Γκαλίνα Μπράτουσκα) συμμετέχουν αρκετοί ηθοποιοί του «Αμόρε».
Όταν ο Γ. Χουβαρδάς ακούει τη φράση «Το Αμόρε μετακόμισε στο Εθνικό», την εισπράττει ως υπερβολή που χαϊδεύει τα αφτιά. «Κατ' αρχάς στην παράσταση δεν παίζουν οι εμβληματικοί ηθοποιοί του "Αμόρε". Κι έπειτα δεν βλέπω πού είναι το κακό. Η πολιτεία δε θα με επέλεγε ως καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου αν δεν είχα περάσει από το "Αμόρε"... Στόχος μου είναι το ευρύτερο κοινό, χωρίς όμως να πάψω να συνεργάζομαι μ' αυτούς που εμπιστεύομαι».