Παραστάσεις σε απρόβλεπτες σκηνές με ουσία

parastaseis-se-aprovleptes-skines-me-ousia

Η ζωή ενός «Άσχημου» στο Εθνικό Θέατρο καταστρέφεται όταν ένας πλαστικός χειρουργός τον μεταμορφώνει σε ωραίο... Μια πιντερική «Προδοσία» εκτυλίσσεται στον «Τόπο Αλλού». Τα μπουντρούμια της Γκεστάπο στην οδό Κοραή ξανανοίγουν φιλοξενώντας καινούριους καταδίκους. Δολοφόνοι και παρ' ολίγον θύματα μιλούν για τη γενοκτονία στη Ρουάντα. Το θρυλικό «Αμόρε» μας αποχαιρετά με τις «Δοκιμές» του, ενώ στο «Θέατρο της Άνοιξης» τα κινέζικα μπισκότα μοιράζουν τύχη. Όλα αυτά την άνοιξη στις θεατρικές σκηνές μας.

Ο Λέτε ήταν αρκετά άσχημος, εντούτοις όσο το αγνοούσε ένιωθε περίφημα γιατί δεν έδινε σημασία σε αυτήν την ιδιόμορφη παράμετρο. Όταν όμως η εμφάνισή του εμποδίζει την ανέλιξή του στην εταιρεία όπου εργάζεται, καταφεύγει στην πλαστική χειρουργική και γίνεται όμορφος. Η ζωή είναι τώρα ωραία. Μέχρι που ξαφνικά βλέπει το ολοκαίνουριο πρόσωπό του να φοριέται από ένα πλήθος ανθρώπων. Ο γιατρός έχει κάνει την ίδια επέμβαση σε όσους του το ζήτησαν. Ο Λέτε αρχίζει τον αγώνα για την ταυτότητά του, που όμως, απ' ό,τι βλέπει, δεν τη δικαιούται και τόσο...

«Ο Άσχημος» του Γερμανού Μάριους φον Μάγενμπουργκ παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο την Παρασκευή στη Β' Σκηνή του «Σύγχρονου Θεάτρου της Αθήνας», σε πανελλήνια πρώτη παράσταση σε μετάφραση Γιώργου Δεπάστα και σκηνοθεσία Θανάση Σαράντου. Πρόκειται για μια μαύρη κωμωδία, μια σκληρή σάτιρα, που αποκαλύπτει τα αδιέξοδα της σύγχρονης κοινωνίας, της βασισμένης στην εικόνα.

Σε λιγότερο από μία ώρα, καθώς το έργο ξεδιπλώνεται με ρυθμό καταιγιστικό (σκηνικά-κοστούμια Λίνα Μότσιου), οι τρεις από τους τέσσερις ηθοποιούς (Μπέσσυ Μάλφα, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Σωκράτης Πατσίκας, Παναγιώτης Παναγόπουλος) αναλαμβάνουν πολλαπλούς ρόλους χωρίς καμία αλλαγή στα κοστούμια ή στο μακιγιάζ -ούτε καν στα ονόματά τους.

Ο Μάριους φον Μάγενμπουργκ, όπως μας ενημερώνει το Εθνικό Θέατρο, θα βρίσκεται στην Αθήνα για να παρακολουθήσει την πρεμιέρα του «Ασχημου» και οι θεατές θα έχουν την ευκαιρία μετά την παράσταση να συζητήσουν μαζί του για το έργο του αλλά και την πορεία της θεατρικής γραφής γενικότερα.

Η «Προδοσία», ένα από τα πιο γνωστά έργα του άγγλου νομπελίστα συγγραφέα Χάρολντ Πίντερ παίζεται ήδη στο θέατρο «Τόπος Αλλού». Γραμμένο με χιούμορ, ευαισθησία και τρυφερότητα, αναφέρεται στο λαβύρινθο των σχέσεων, τον έρωτα, την απώλεια, τη μοναξιά, το τυχαίο. Η Μίνα Αδαμάκη ανέλαβε όχι μόνον τη σκηνοθεσία αλλά και τη μετάφραση. Επιμελήθηκε επίσης το σκηνικό και τη μουσική της παράστασης, η οποία θα παίζεται μέχρι τις 9 Ιουνίου. Διάλεξε για πρωταγωνιστές τους Μαρία Σολωμού και Αντώνη Καρυστινό, με τους οποίους είχε συνεργαστεί στο παρελθόν, και τον Νίκο Νίκα.

Έχουμε παρακολουθήσει συχνά παραστάσεις που αφορούν την ιστορική μνήμη να παίζονται κυρίως σε χώρους εναλλακτικούς ή φορτισμένους από τη χρήση τους στο παρελθόν. Τώρα, η θεατρική εταιρεία «Πόλις», κατέβηκε στα πρώην κρατητήρια της Γκεστάπο στην οδό Κοραή, που σήμερα αποτελούν ιδιοκτησία της Εθνικής Ασφαλιστικής. Από τις 14 Μαΐου θα παίζεται στο δεύτερο υπόγειο το έργο με τίτλο «Κοραή 4-Προσβάσιμος Χώρος» σε σκηνοθεσία Ελένης Γεωργοπούλου. Κι επειδή θα έχουν πιάσει οι ζέστες, μη φοβηθείτε τα μπουντρούμια... Φτιαγμένα ως καταφύγια διαθέτουν άριστο εξαερισμό και υγρασία διατηρώντας σταθερή θερμοκρασία.

Το κείμενο, γραμμένο από την Αιμιλία Βάλβη, πραγματεύεται τον αγώνα του ανθρώπου για αντίσταση σε κάθε μορφή απολυταρχισμού και ελέγχου από ανεξέλεγκτους φορείς εξουσίας. Πρόκειται για την ιστορία μιας τυφλής γυναίκας (Αιμιλία Βάλβη) και του συντρόφου της (Κωνσταντής Μιζάρας), με αιρετική στάση ζωής σύμφωνα με τους κρατούντες, δηλαδή το δικαίωμα στο όνειρο. Αυτή η επιλογή τους γίνεται αιτία να συλληφθεί η γυναίκα.

Η κυρία Βήτα (Μαρία Τσιμά), ως φορέας εξουσίας, θα χρησιμοποιήσει κάθε προσωπική στιγμή του ζευγαριού για να φτάσει στον στόχο της: να μεταστρέψει τον άντρα από σύντροφο σε βασανιστή. Η γυναίκα διαθέτει ένα κρυφό χάρισμα: μπορεί να διαβάζει το κρυμμένο νόημα των λέξεων. Κι από λέξεις άλλο τίποτα στους τοίχους των μπουντρουμιών. Είναι γραμμένες σε διάφορα σημεία και μαρτυρούν μαρτύρια από την κατοχή, εισχωρούν δε στο δραματουργικό κομμάτι της παράστασης: «24 ώρες χωρίς φαΐ και νερό μόνο μυρίζοντας γιασεμί». «Ζητώ νερό». «Αδικα»...

Χωρίς συμβατικούς φωτισμούς (Σάκης Μπιρμπίλης) αλλά με φώτα που θα αναβοσβήνουν οι ίδιοι οι ηθοποιοί, ο χώρος μένει γυμνός. Η Αιμ. Βάλβη λέει ότι το έργο της επιχειρεί να μιλήσει για τους σύγχρονους τόπους και τρόπους βασανιστηρίων. «Τα βασανιστήρια σήμερα δεν στοχεύουν στην όποια απόσπαση πληροφορίας από τον κρατούμενο αλλά στον ίδιο ως προσωπικότητα. Οι άνθρωποι που σήμερα βασανίζονται στον πλανήτη βασανίζονται γι' αυτό που είναι. Οι επιλογές ζωής των κρατουμένων ενοχλούν κι όχι απλώς πρέπει ν' αλλάξουν, αλλά να πάψουν να υπάρχουν ως τέτοιες, γεγονός που συνεπάγεται την ολοκληρωτική εξόντωσής του. Το ζευγάρι του έργου διώκεται για την επιλογή του να υπερασπιστεί το όνειρο, τον έρωτα, την ελεύθερη πολιτική και πολιτιστική δράση».

Το σύγχρονο μήνυμα


Η παρουσίαση του έργου θα ξεκινήσει με τη μορφή ανοιχτών προβών.

«Θεωρούμε απαραίτητη την ελεύθερη συμμετοχή του κοινού κατά τη διάρκεια των δοκιμών», υποστηρίζει η σκηνοθέτρια «ώστε μαζί να καταλήξουμε στον τρόπο που μπορεί κανείς να αγγίξει έναν τόσο φορτισμένο χώρο μνήμης και ιστορίας. Αναζητούμε τον τρόπο να σταθούμε με σεβασμό στη μνήμη αυτή, αλλά και να βιώσουμε ξανά την αλήθεια ενός πολύ σύγχρονου μηνύματος, που λέει ότι εξακολουθούμε να μην είμαστε ελεύθεροι και να διαιωνίζουμε, με την αδιαφορία, τόπους σύγχρονων βασανιστηρίων. Αυτός ο προβληματισμός διέπει ολόκληρη τη διαδικασία της πρόβας, από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε: πώς η ιστορία συναντά τη σημερινή αλήθεια».

Ο Ζαν Χάτσφελντ υπήρξε πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας «Λιμπερασιόν» στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουάντα, στη διάρκεια της γενοκτονίας. Η Μαρίλλη Μαστραντώνη διάβασε και μετέφρασε στα ελληνικά τα δύο πολυσέλιδα πυκνογραμμένα βιβλία του με θέμα τις ανταποκρίσεις του. Από το τεράστιο υλικό που προέκυψε δεν ήξερε τι να κρατήσει και τι να πετάξει για την παράσταση που ετοιμάζει με το θέατρο «Εντροπία».

Τελικά το «Genocide» είναι πια γεγονός: η δραματουργική σύνθεση και επεξεργασία κειμένων από τα βιβλία του Χάτσφελντ με θέμα τη σκοτεινή υπόθεση της γενοκτονίας. Τώρα αναζητείται ο εναλλακτικός χώρος παρουσίασης του έργου. Η πρώτη σκέψη της σκηνοθέτριας είναι ακόμα και τυπογραφεία εφημερίδας εφόσον οι συνθήκες το επιτρέπουν.

Την παράσταση συνθέτουν το δημοσιογραφικό υλικό και οι μαρτυρίες των ανθρώπων, πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις και απ' τις δυο πλευρές: τα παραλίγο θύματα και οι δολοφόνοι.

Οι ηθοποιοί -δεν υπάρχουν ρόλοι αλλά πρόσωπα-περφόρμερ- (Αννα Γαρεφαλάκη, Χριστόφορος Δίκας, Μάκης Κυρλής, Ευγενία Μανωλίκα, Νατάσα Πασχάλη, Γρηγόρης Σερμπής) με «επινοητικούς» αυτοσχεδιασμούς υπηρετούν ένα ακραία σωματικό θέατρο σε ένα έντονο εικαστικό περιβάλλον. Το σκηνικό συνθέτουν οι πολλαπλές εγκαταστάσεις δημιουργώντας έναν χώρο ρευστό (Εμμανουέλα Βογιατζάκη-Κrukowski). Στόχος ήταν η έντονη κίνηση, η σωματικότητα των ηθοποιών, παράλληλα με τον λόγο, που είναι ακραίος, συχνά σοκαριστικός.

Τα ντουκουμέντα με τις αφηγήσεις των επιζώντων και των δολοφόνων έχουν απίστευτο ενδιαφέρον» λέει η Μαρίλλη Μαστραντώνη. «Αγρότες και αμόρφωτοι άνθρωποι στην πλειοψηφία τους κουβαλώντας το βίωμα αυτής της τερατώδους εμπειρίας, λένε πράγματα που σε κάνουν και σαστίζεις. Οσα κι αν ξέρεις γι' αυτή την υπόθεση ωχριούν μπροστά σ' αυτά που ακούς απ' το στόμα των ίδιων των μαρτύρων-θυμάτων κι απ' τις δυο πλευρές. Οι διοργανωτές της σφαγής οδήγησαν τον μισό λαό εναντίον του άλλου μισού.

Οι άνθρωποι άφησαν τα γεωργικά εργαλεία τους, πήραν μαχαίρια και πήγαν να σκοτώσουν τον γείτονά τους, αυτόν με τον οποίο έπιναν καφέ ή μπίρα στα "καμπαρέ", όπως λένε εκεί πέρα τα μπαρ. Πρόθεσή μας δεν είναι η ιστορική αναδρομή ή οι σχηματικές ηθικολογίες, αλλά η διερεύνηση των αμείλικτων ερωτημάτων σχετικά με την ίδια τη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης, που παρά τον "εκπολιτισμό" της εξακολουθεί να ασκεί απάνθρωπες πρακτικές σαν αυτές που παρακολουθήσαμε πρόσφατα στο Ιράκ.

Προσπαθήσαμε να θέσουμε ερωτήματα, να επιχειρήσουμε την κατανόηση αυτής της, "δυσάρεστης" για το ανθρώπινο είδος, πραγματικότητας. Οπως λέει η αμερικανίδα συγγραφέας και ακτιβίστρια Σούζαν Σόνταγκ στον πρόλογο του βιβλίου για τις μαρτυρίες των δολοφόνων: "Το θέμα, τελικά, δεν είναι η κριτική, αλλά η κατανόηση. Το να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τι συνέβη στη Ρουάντα είναι ένα οδυνηρό καθήκον που δεν δικαιούμεθα να αποφύγουμε -συνιστά τμήμα της ηθικής μας ενηλικίωσης".

Αντίο από το Αμόρε


Τον επίλογο στη δημιουργική πορεία του θεάτρου «Αμόρε» γράφουν οι «Δοκιμές». Ενα φεστιβάλ πειραματικών παραστάσεων πάνω σε ελληνικά κείμενα από νέους δημιουργούς με εικαστικές προτάσεις νέων καλλιτεχνών. Μέχρι τις 31 Μαΐου λοιπόν θα δοκιμάζονται στην Κεντρική Σκηνή και στον Εξώστη του θεάτρου έργα, συγγραφείς, σκηνοθέτες, εικαστικοί. Κοινός παρονομαστής και των τεσσάρων έργων είναι οι επιθυμίες, οι αντιφάσεις και τα σημερινά αδιέξοδα των σχέσεων μέσα στη σύγχρονη κοινωνία: «Δρόμος» σε κείμενο-σκηνοθεσία Φίλιππου Φιλίππου, «Χωρίς εσένα» του Πολυχρόνη Κουτσάκη σε σκηνοθεσία Φρύνης Λάλα, «Χιόνι στο στόμα» σε κείμενο-σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, «Εβδομάδα δίχως Κυριακή» σε κείμενο-σκηνοθεσία Οθωνα Λαμπρόπουλου.

Έγινε γνωστή με μια παράσταση που μας καλούσε από την κόλαση... Η θεατρική ομάδα «Play Full» μετά το «Εκεί, εκεί στην Κόλαση» μας προσφέρει τώρα μπισκότα τύχης. Το «Fortune Cookies» του Θοδωρή Σκιαδά θα παίζεται μέχρι την 1η Ιουνίου στο Θέατρο της Ανοιξης, σε σκηνοθεσία Βασίλη Σαρδελή.

Περίοπτη θέση στην παράσταση κατέχουν τα «Μπισκότα της Τύχης», γνωστά ως «Fortune Cookies», αυτά που βρίσκουμε στα κινέζικα εστιατόρια. Ενας φέρελπις συγγραφέας αναζητεί στα μπισκότα και το μήνυμά τους τη μοιραία έμπνευση. Στη διάρκεια αυτής της αναζήτησης συναντιέται με άλλους... συνοδοιπόρους (Γιάννης Γιαννούλης, Σπυριδούλα Κουμπούρη, Μαίρη Λούση, Αλέξανδρος Μαράτος, Θωμάς Τσαμπάνης) στο κυνήγι της τύχης ή του πεπρωμένου. Η κοπέλα του, Μαρία, μανιακή με το feng shui, ένας κινέζος μετανάστης που λαχταρά ν' ανακαλύψει τον κόσμο της Δύσης, η ταξιτζού (και συγγραφέας) που διασχίζει την πόλη ως εξομολόγος των πελατών της συνθέτουν μια σειρά χιουμοριστικών σκηνών με κινηματογραφικό ρυθμό και ύφος.