Βαρέθηκα να υποδύομαι το εύθραυστο, γλυκό κοριτσάκι

varethika-na-ypodyomai-to-efthrafsto-glyko-koritsaki

Είναι ένα από τα πιο συζητημένα πρόσωπα της φετινής σεζόν, αφού το σίριαλ του MEGA «Μαύρα μεσάνυχτα», στο οποίο πρωταγωνιστεί, χτυπάει μεγάλα νούμερα και απευθύνεται σε μεγάλη γκάμα κόσμου. Η Παναγιώτα Βλαντή είναι η τηλεοπτική Σιλβί, μια κωλοπετσωμένη τραγουδίστρια της νύχτας, που μετά τον θάνατο του μαφιόζου προστάτη της, διεκδικεί την κληρονομιά του από τον αδελφό του. Αφθονο μαύρο χιούμορ και μια Βλαντή μακριά από τον συνήθη πορσελάνινο εαυτό της, περισσότερο σκληρή και... αγοραία.

«Δεν έχω πρόβλημα με αυτό» λέει η Παναγιώτα, ρουφώντας τη ζεστή σοκολάτα της στο κηφισιώτικο καφέ όπου συναντηθήκαμε. «Μου αρέσει να μεταμορφώνομαι για ένα ρόλο. Αυτή εξάλλου είναι και η αποστολή του ηθοποιού. Ο ρόλος της Σιλβί με έβγαλε από τα τετριμμένα, δηλαδή από το να υποδύομαι συνεχώς το γλυκό και τρυφερό κοριτσάκι».

Η φετινή μεταμόρφωση ήταν, πάντως, εις διπλούν, αφού και στο θέατρο ΑΘΗΝΩΝ, στο έργο «Ο χρόνος πάντα έρχεται στην ώρα του», η Παναγιώτα Βλαντή υποδύθηκε μια αδίστακτη γυναίκα: «Προφανώς φέτος το έχει η... χρονιά» σχολιάζει γελώντας εκείνη.

Πέρυσι πάλι, η χρονιά είχε άλλο χρώμα, κινηματογραφικό. Πρωταγωνίστρια δύο ταινιών, εκ των οποίων η μία («Πέντε λεπτά ακόμα») έσπασε τα ταμεία, καθώς και βραβευμένη εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, η Παναγιώτα Βλαντή έζησε αξέχαστες εμπειρίες: «Δεκατέσσερα χρόνια στη δουλειά, ήθελα να κάνω σινεμά αλλά, για κάποιους λόγους, δεν μου προέκυπτε. Χάρη στη συμμετοχή μου σε δύο τελείως διαφορετικές μεταξύ τους ταινίες ("Στα όρια" και "Πέντε λεπτά ακόμα") συμμετείχα στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου επιλέγονται ανερχόμενοι ηθοποιοί από διάφορες χώρες».

Εκεί οι εμπειρίες ήταν και καλές και κακές. «Ερωτεύτηκα το Βερολίνο: σε έκανε να θες να δεις, να ψαχτείς, να ψάξεις, να διαβάσεις. Κινηματογραφικές αφίσες παντού, μια πόλη με απίστευτη ενέργεια» θυμάται η Βλαντή και, εν συνεχεία, περνά στο «ζουμί» της ιστορίας:

«Οι Ελληνες ηθοποιοί δεν υστερούν από τους ξένους. Απλώς σε άλλες χώρες είναι πιο οργανωμένα τα πράγματα. Στο Βερολίνο, ο Ισπανός, ο Πορτογάλος ηθοποιός είχαν μια ομάδα γύρω τους, ατζέντηδες, δημόσιες σχέσεις. Εγώ "έσκασα μύτη" μόνη μου. Θυμάμαι κάποιος που με είδε μόνη μου με ρώτησε: "Καλά, ποιος μιλάει για τα οικονομικά σου;". "Εγώ...". "Ποιος μιλάει για τις συνθήκες του γυρίσματος;". "Εγώ...". Με κοιτούσαν σαν UFO...».

Στη Βλαντή αρέσουν οι σκηνοθέτες που δεν μιμούνται άλλους. «Δηλαδή» εξηγεί η ίδια, «εκείνοι που δεν μπαίνουν στη λούμπα "να κάνουμε κάτι πολύ μοντέρνο, πολύ στιλιζαρισμένο, τύπου Αγγελόπουλου". Ο Αγγελόπουλος είναι ένας, δεν μπορούμε να τον μιμούμαστε. Καλύτερα να κάνουμε άλλα πράγματα που να προχωρούν πιο πέρα αυτό που έκανε εκείνος ή άλλοι. Ο Γιάνναρης είναι ένας πολύ καλός κινηματογραφιστής. Ο Οικονομίδης έχει μια πρόταση, κάτι να πει. Ο Γιάννης ο Ξανθόπουλος. Θέλω ένα σκηνοθέτη να μου "βγάλει" κάτι άλλο από αυτό που έχω δείξει μέχρι τώρα: Μαστοράκης, Αρβανιτάκης, Μαυρίκιος, Μοσχόπουλος, Χουβαρδάς, Χατζάκη, Σπηλιώτου, Οικονομίδης, Ηλιάδης είναι οι... υποψήφιοι».

Όσο για τη ματαιοδοξία: «Δεν την αρνούμαι. Αλλά δεν νομίζω ότι είμαι λιγότερο ματαιόδοξη από τους ανθρώπους του θεάτρου. Διαφωνώ με την άποψη ότι μόνο στο θέατρο είσαι "εργάτης" και στα άλλα δύο όχι. Αλλωστε και στο θέατρο, με την επίφαση της κουλτούρας, έχουν γίνει απίστευτες "πατάτες". Συν τοις άλλοις, η τηλεόραση έχει δικαιοσύνη. Εάν αυτό που βλέπεις δεν σου αρέσει, πατάς ένα κουμπί και αλλάζεις κανάλι».

Τέλος, η Παναγιώτα αποφασίζει να ασχοληθεί και με τον... κλάδο μου: «Σιχαίνομαι τους λιγούρηδες δημοσιογράφους. Που έρχονται για συνέντευξη και ρωτάνε άλλ' αντ' άλλων. Και βάζουν και τίτλους της αρεσκείας τους, πράγματα που εγώ ποτέ δεν έχω πει. Τι με ρώτησες πριν για τα μάτια μου;».