Ιβ Σεν Λοράν: Η ζωγραφική στην πασαρέλα με διαφορετικές καταβολές

yve-saint-laurent-i-zografiki-stin-pasarela-me-diaforetikes-katavoles

«Η μόδα είναι κάτι που έρχεται και παρέρχεται, φεύγοντας δίχως να αφήσει τίποτα πίσω της . Το στυλ είναι αυτό που μένει».

Η γνωστή φράση του Ιβ Σεν Λοράν, ενός από τους τελευταίους μύθους της υψηλής ραπτικής που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή, μας καλωσορίζει στη νεοκλασική είσοδο του Μουσείου Καλών Τεχνών του Μόντρεαλ. Είκοσι πέντε χρόνια μετά την περίφημη αναδρομική του στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και μόλις έξι έπειτα από το τελευταίο ντεφιλέ του στο Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι, ο Καναδάς αποφάσισε να αφιερώσει στο γάλλο σχεδιαστή μια μεγάλη αναδρομική που περιλαμβάνει περισσότερα από 145 μοντέλα, δεκάδες σχέδια και πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό από παλαιότερες επιδείξεις.

«Αν η Σανέλ έδωσε στις γυναίκες την ελευθερία», γράφει στον κατάλογο της έκθεσης ο Πιέρ Μπερζέ, διευθυντής του Ιδρύματος Σεν Λοράν στο Παρίσι, «εκείνος τους χάρισε την εξουσία. Χρησιμοποιώντας αντρικούς κώδικες έδωσε στις γυναίκες σιγουριά και τόλμη χωρίς να βάζει σε κίνδυνο τη θηλυκότητά τους. Οι δημιουργίες του συνόδευσαν τη χειραφέτηση της γυναίκας στον εικοστό αιώνα».

Τα εγκαίνια της έκθεσης που θα παραμείνει στο Μόντρεαλ μέχρι τις 28 Σεπτεμβρίου, έγιναν λίγες μόλις ημέρες πριν από το θάνατο του Σεν Λοράν.

Μινιμαλιστικά σκηνογραφημένη, αρθρώνεται γύρω από τέσσερις θεματικές ενότητες, με την πρώτη να είναι αφιερωμένη στο εξαιρετικό του σχέδιο. Παρατηρώντας από κοντά τα μοντέλα του δεν μπορούμε να μην σκεφθούμε τις επιρροές που δέχθηκε ο εμπνευστής, στα 1966, του γυναικείου σμόκιν απ' όλες τις τέχνες που αγάπησε: τη μουσική, το θέατρο, τη λογοτεχία και προπαντός τη ζωγραφική.

Διαβάζοντας Προυστ


Εδώ, ο Ιβ Σεν Λοράν αποδεικνύεται σοβαρός αναγνώστης του έργου του Μαρσέλ Προυστ, του Οσκαρ Ουάιλντ και του Λουί Αραγκόν, παθιασμένος ταξιδευτής (είναι γνωστό πόσο άλλαξε τη σχέση του με το χρώμα το ταξίδι του στο Μαρόκο) μα, πάνω απ' όλα, λάτρης της ζωγραφικής.

«Ημουν ανέκαθεν παθιασμένος με αυτή, είναι επομένως φυσικό να εμπνεύσει τη δουλειά μου», σημειώνει ο μόδιστρος, επισημαίνοντας πως τα μοντέλα που παρουσιάζονται στην έκθεση αποτελούν στην πραγματικότητα ένα φόρο τιμής στους ζωγράφους που αγάπησε. Συναντάμε εδώ κομμάτια αφιερωμένα στον Πικάσο και τον Ματίς, στον Μπρακ και τον Μπονάρ, στα ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ, στην ποπ αρτ και τον Αντι Γουόρχολ.

«Δεν πρόκειται φυσικά για αντιγραφή -ποιος θα το ριψοκινδύνευε; Θέλησα, απλώς, να υφάνω δεσμούς ανάμεσα στη ζωγραφική και το ρούχο, πεπεισμένος πως ένας καλλιτέχνης είναι πάντα σύγχρονος και μπορεί να συντροφεύσει τη ζωή καθενός», εξηγεί σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του.

Η γυναίκα στο κέντρο


Πρώτος ζωγράφος με τον οποίο «δούλεψε» ήταν ο Μοντριάν το 1965. Η «καθαρότητα της σύνθεσής» του συμπύκνωνε τρόπον τινά τον τρόπο με τον οποίο ο Σεν Λοράν αντιμετώπιζε τη γυναίκα.

«Πιστεύω στη γυναίκα», έλεγε χαρακτηριστικά. «Βρίσκω κάθε φορά το στυλ μου μέσα από τη γυναίκα. Φέρνω στο μυαλό μου το πρόσωπο μιας γυναίκας και μονομιάς το ρούχο έρχεται στην επιφάνεια. Πρόκειται για τη δημιουργία στην καθαρότερή της έκφραση, το θαύμα της στιγμής. Ωστόσο, τίποτα δεν είναι πιο όμορφο για μένα από ένα γυμνό σώμα. Το πιο ωραίο ρούχο που μπορεί να ντύσει μια γυναίκα είναι η αγκαλιά του άντρα που αγαπά».