Όταν αίφνης ο αρχιμουσικός κάνει όλη τη διαφορά

otan-aifnis-o-archimousikos-kanei-oli-ti-diafora

Την περασμένη εβδομάδα η ΚΟΑ υπό τον Κάρολο Τρικολίδη έδωσε στο Μέγαρο Μουσικής μια πάρα πολύ καλή συναυλία, που επιβεβαίωσε απόλυτα το αυταπόδεικτο: ότι, δηλαδή, ορχήστρα λειτουργεί εν πολλοίς όπως ένα όργανο και συνεπώς η απόδοσή της εξαρτάται σε αποφασιστικό βαθμό από την καλλιέργεια, την αντίληψη και τις δεξιότητες αυτού ο οποίος τη διευθύνει· συμβαίνει άλλωστε στα περισσότερα σύνολα χωρών της Μεσογείου.

Η συναυλία ξεκίνησε με ένα από τα αριστουργήματα του ώριμου μεσοπολεμικού νεοκλασικισμού, το «Κοντσέρτο για επτά πνευστά και έγχορδα» του Φρανκ Μαρτέν. Το έργο έπαιξαν αποκλειστικά μουσικοί της ΚΟΑ: Δράκος (φλάουτο), Χριστόπουλος (όμποε), Μουρίκης (κλαρινέτο), Οικονόμου (φαγκότο), Σκούρας (κόρνο), Καραμπέτσος (τρομπέτα), Αυγερινός (τρομπόνι).

Η εκτέλεση διέθετε ασυνήθιστα υψηλό επίπεδο εσωτερικής οργάνωσης και πολλές, πραγματικά εξαιρετικές στιγμές, γεγονός που επιβεβαίωσε τις υπό ευνοϊκούς όρους υψηλότατες δυνατότητες της ορχήστρας. Αρχιμουσικός με πλήρη κατανόηση της ταυτότητας της προκείμενης παρτιτούρας, ο Τρικολίδης διηύθυνε με το επακριβώς ταιριαστό πνεύμα. Αποκωδικοποίησε νηφάλια, αλλ' όχι άνευρα τους όχι αυτονόητους, συγκοπτόμενους εμβατηριακούς ρυθμούς της μουσικής του Ελβετού συνθέτη και ταυτόχρονα εξασφάλισε απαραίτητο χώρο και πλαισίωση για την αβίαστη άνθηση των διαλόγων περίτεχνης φραστικής ανάμεσα στα σολιστικά όργανα. Αισθητή ήταν διαφορά επιδόσεων ανάμεσα στους επτά σολίστες.

Ακραία απαιτητική, όσον αφορά την ακρίβεια ανάγνωσης, την υψηλή δεξιοτεχνία και κυρίως το αθλητικά αρθρωμένο πλάσιμο της φραστικής, η παρτιτούρα κάθε οργάνου πρόβαλε γενναιόδωρα, αλλά κι εξέθετε ανελέητα τον εκτελεστή. Κλαρινέτο, φλάουτο και φαγκότο αντιμετώπισαν τη δοκιμασία ως πρόκληση και ανταποκρίθηκαν με τη ζητούμενη τεχνική άνεση, αυτοπεποίθηση και αιχμηρότητα έκφρασης. Αξιοπρεπείς ήσαν οι επιδόσεις των χάλκινων πνευστών, ενώ το αισθητά προσεκτικό παίξιμο του όμποε έμοιαζε να ακολουθεί από απόσταση. Συνολικά, ωστόσο, η εκτέλεση πρόσφερε καθαρή απόλαυση!

Το δεύτερο μέρος κάλυψε η Συμφωνία αρ. 6, «Παθητική» του Τσαϊκόφσκι σε μια -για τα ελληνικά δεδομένα- πάρα πολύ καλή εκτέλεση. Η εκτέλεση που ακούσαμε χαρακτηρίστηκε από σωστή, ευγενή απόδοση του συναισθηματικού βάρους της μουσικής, ωραίο, σφριγηλό και συνάμα ζωντανό πλάσιμο της μελωδίας, ορχηστρικό ήχο με ισορροπημένο φάσμα δυναμικής ακόμη και στις θορυβωδέστερες εξάρσεις, εξαιρετική αίσθηση δραματικού χρονισμού σε κορυφώσεις και παύσεις, θαυμάσια οργάνωση και εσωτερική κλιμάκωση της παραγραφοποίησης του μουσικού ειρμού.

Αφού πέρασε ένα κάπως αβέβαιο πρώτο πεντάλεπτο, έγχορδα, πνευστά και κρουστά συντονίστηκαν και σε συνδυασμό προς την αδιάλειπτα υψηλή εγρήγορση του συνόλου επέτρεψαν στον αρχιμουσικό να χτίσει μια ερμηνεία με συνολική οπτική, συνοχή και καλοδουλεμένες λεπτομέρειες. Οι βίαιες μεταπτώσεις διαθέσεων και οι άγριες, παροξυσμικές συγκρούσεις του εναρκτήριου Allegro non troppo δόθηκαν δυναμικά αλλά δίχως εκτροπή σε περιττή τραχύτητα, ο κυκλοθυμικός ρυθμικομελωδικός λικνισμός του μελαγχολικού Allegro con grazia διαπνεόταν από αληθινή ευγένεια, η αγχωτική καταδίωξη του εμβατηριακού Allegro molto vivace εκτυλίχτηκε με αμείλικτη πειθαρχία και παγερή αποστασιοποίηση. Δοσμένο αυστηρά και απέριττα, δίχως ίχνος μελοδραματισμού, το θανατερό Adagio lamentoso υπήρξε πραγματική κάθοδος στον Αδη...

ΥΓ.: Ηταν φυσικό και αναμενόμενο οι δύο κοντινές, διαδοχικές εκτελέσεις της «Παθητικής» από την ΚΟΘ (1/4/2008) και την ΚΟΑ να οδηγήσουν σε άμεσες συγκρίσεις -επιτέλους, είναι υγιές να υπάρχει αληθινό υλικό για κάτι τέτοιο!- και ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Ασυζητητί η ΚΟΘ υπό τον Μιχαηλίδη διαθέτει σε σταθερή βάση συνολικά και βαθύτερα οργανωμένο ήχο, πληρέστερα συντονισμένο και πιο εύηχο σώμα εγχόρδων, ωστόσο υπολείπεται μερικώς, πλην αισθητά, σε ποιότητα απόδοσης των πνευστών.

Από την άλλη, η παρουσία του Τρικολίδη στο πόντιουμ του αθηναϊκού συνόλου έδειξε ότι, με την κατάλληλη καθοδήγηση, έστω και στον χρόνο προετοιμασίας μίας και μόνον συναυλίας, οι ενδημικές αδυναμίες της ΚΟΑ μπορούν να ξεπεραστούν: τα έγχορδά της να δώσουν εστιασμένο, εύπλαστο, ηδύφωνο ακόμη και γεμάτο αποχρώσεις παίξιμο, οι συνολικές ισορροπίες δυναμικής να εξομαλυνθούν. Οταν οι έκτακτες αυτές βελτιώσεις αθροιστούν με τις γνωστές υψηλές επιδόσεις των πνευστών της -κυρίως των ξύλινων αλλά και των χάλκινων-, τότε αίφνης προκύπτουν θετικές εκπλήξεις, όπως αυτή της συγκεκριμένης συναυλίας. Ας αποτελέσουν οι διαπιστώσεις αυτές τροφή για σκέψη σε αρμοδίους και συναρμοδίους.