Θεσσαλονίκη, Σάββατο βράδυ

thessaloniki-savvato-vrady

Λένε ότι για να αποφασίσεις αν κάποιο πρόσωπο σου αρέσει απαιτείται ελάχιστος χρόνος όταν το πρωτοδείς ή πάρεις το στίγμα του. Η φιλία και ο έρωτας δεν είναι αλισβερίσι,  χτυπάνε με το ένστικτο. Για αυτό και μια ανάσα φθάνει για να καταλάβεις αν ένα αγαπημένο πρόσωπο, ένας  φίλος,  έχει κάποιο ζόρισμα.

Ήταν ένα από τα συνηθισμένα Σάββατα που κλείνομαι μέσα με τη διαφορά πως αντί να χαθώ στις μουσικές, να αναζητήσω κάποιο βιβλίο, να ασχοληθώ με τα λουλούδια μου ή να κολλήσω πάνω από το λάπτοπ, αυθόρμητα αναζήτησα τα πολύ κοντινά μου πρόσωπα για να ψήσουμε λίγα ψάρια, να γευτούμε οίνο και με κουβέντες του αέρα να χαβαλεδιάσουμε στο μπαλκόνι. Στο σπίτι, μόνο τα δικά μου άτομα αντέχω, κάθε άλλος μυρίζει παρείσακτος.

Ένα κοίταγμα με τον φίλο που ήταν σκοτεινιασμένος ήταν αρκετό για να ξεκινήσουν οι εξομολογήσεις.  «Τι θα γινόταν αν…όλα έχουν τελειώσει…  είπα αυτό αλλά…» Χαλαρώνεις άφοβα, σε προστατευμένο περιβάλλον, μοιράζεσαι τη χαρά ή τη θλίψη σου, απαριθμείς λάθη, ακυρώνεις ενέργειες, οι φίλοι δεν σε κρίνουν, σε κατανοούν, καθαρίζουν τις σκέψεις, σου τραβάνε το αυτί όταν είσαι λάθος και οι διαθέσεις την επόμενη ακριβώς ώρα αντιστρέφονται.  Όπως στα παιδιά και στις αγνές ψυχές. Το δάκρυ γίνεται γέλιο. Οι φίλοι μου είναι ονειροπόλοι, άτομα που τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους έχουν πει σε έναν έρωτα τους «ως τη κόλαση μαζί σου». Τους έχω δει να κλαίνε. Αλλά δεν χρειάζεται και μεγάλη φιλοσοφία για να καταλάβεις ότι όταν η ζωή σου χαμογελά, οφείλεις να τρέξεις στα τυφλά να πέσεις στην αγκαλιά της. Τους ζηλεύω όλους, αν και έχω την εντύπωση πως όλοι ζηλευόμαστε μεταξύ μας, κυρίως για τις αδυναμίες μας.

Λίγο νερό στο λαδολέμονο να χυλώσει, σκόρδο, ψιλοκομμένος μαϊντανός από τη γλάστρα και το πανηγύρι ξεκίνησε. Τερψιλαρύγγιες γεύσεις φέρνουν γέλια, πολλά γέλια τρανταχτά, που μόνο πολύ κοντινά άτομα μπορούν να ανταλλάξουν. Δεν ήταν η -έτσι κι αλλιώς- ανύπαρκτη ποικιλία του τραπεζιού και η οινοποσία που άλλαξε την αρχική μαυρίλα, ήταν η αποδοχή των συνδαιτυμόνων που έκανε τη διαφορά. Πέντε νοματαίοι, που ξεκίνησαν να κουβεντιάζουν σοβαρά πίνοντας ρακί, τσιμπολογώντας αλιευμένες νοστιμιές της Μεσογείου ψημένες στα κάρβουνα,  καταλήξαμε πολύ σύντομα  με φωνές και γέλια να αδειάσουμε τα κρασιά από το ψυγείο πριν προλάβουν να ξεδιψάσουν οι αισθήσεις.  Τα 8 μπουκάλια που πάγωναν ήταν πολύ λίγα.

Και όταν ο Θοδωρής έπιασε την κιθάρα έπαιξε δαιμονισμένα. Τα φωνητικά φάλτσα 5 ενηλίκων που ο καθένας βαρούσε στον δικό του τόνο και κανείς δεν βρισκόταν με τον διπλανό του, σε σύνολο έδωσαν μια απίστευτη γλύκα. Ίσως γι’ αυτό δυο τρία πρόσωπα άφησαν ένα δάκρυ ανακούφισης, εξιλέωσης, χαράς, αναμονής που αυξάνει τις ελπίδες πως υπάρχουν πάντα άνθρωποι με μια πολύ-πολύ ιδιαίτερη ηθική, εραστές του απόλυτου που απέχει παρασάγγας από το φόβητρο μιας κόλασης. Μια αληθινά παρεΐστικη συγκέντρωση με άφθονες δόσεις ευαισθησίας.

Τραγουδούσαμε και κοιτούσαμε στην πόλη τη μαγεία της νύχτας, με τις χορδές να χτυπάνε ρυθμούς που ταρακουνάνε ψυχές. Τα φωτισμένα καράβια χαρτογραφούσαν τον Θερμαϊκό,  μια θάλασσα γυαλί σκοτεινή και παράξενα όμορφη.  Ένα 5μελές πλήρωμα μπορεί να επιβεβαιώσει ότι σε πάει στην αντιπέρα όχθη. Αυτή η ηδονή να αφήνεσαι εντελώς χύμα χωρίς το άγχος του πνιγμού, γιατί είσαι μεταξύ φίλων  διατεθειμένων να σε ακολουθήσουν στις αποφάσεις σου, μόνο με το να σφίγγεις στην αγκαλιά σου έναν ερωτευμένο εκπεσόντα άγγελο μπορεί να συγκριθεί.

Ήμασταν ψηλά σε μια γειτονιά της παλιάς πόλης, μια παρέα που μιλούσε την ίδια γλώσσα, αυστηρά θεσσαλονικιώτικης αντίληψης, νοοτροπίας και  ύφους που πάτησε στις αλάνες και τους δρόμους του Ντεπό, του 'Αη Δημήτρη και της Αγίας Τριάδας. Αυτό το 10ωρο γλέντι που ξεκίνησε 7 το απόγευμα μπορούσε να πάρει τέλος μόνο με την αλαζονική απειλή ότι πάω για ύπνο και ο Θεός να βάλει το χέρι του για το τι θα τους συνέβαινε, αν εξαιτίας τους έχανα την Κυριακάτικη εκδρομή μου, που  ξεκινούσε σε 3 ώρες.

Υστερόγραφο 1: Άψογοι οι γηγενείς γείτονες.

Υστερόγραφο 2:  Ακόμη αναρωτιέμαι αν αυτό που μοσχοβολούσε ήταν το γιασεμί, το θυμάρι και η ρίγανη που πέρυσι αγοράστηκαν από μια ανθοέκθεση ή μήπως ήταν η χαλαρή διάθεση που μας παρέσυρε. Φυσούσε κι ένα νωχελικό αεράκι…