Θέατρο: Διαχειρίζεται η απώλεια;

theatro-diacheirizetai-i-apoleia

Πως «γράφει» μέσα μας η απώλεια; Ξεχνιέται ο βαθύς πόνος; Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, με αφορμή το έργο του Αντώνη Νικολή «Λισαβόνα», εξερευνά αυτή την περιοχή της ανθρώπινης κατάστασης και καταθέτει μια «υπαρξιακή αναζήτηση γι’ αυτό που ακολουθεί μετά το πένθος». «Είναι πολύ σοβαρό το ζήτημα της απώλειας σε έναν άνθρωπο. Από κει ξεκινάω, είναι το κλειδί για να ξεκλειδώσω το έργο» λέει ο σκηνοθέτης. «Το περνάμε καμιά φορά πολύ επιπόλαια, αλλά είναι πολύ σημαντικό το να χάσεις έναν αγαπημένο. Πολλές φορές δεν σου φαίνεται, κάνεις ότι δεν το νιώθεις, δείχνεις ότι το ξεπέρασες. 

Και είναι όλο ένα ψέμα. Ζει μέσα σου, σε τρώει σιγά σιγά σαν σαράκι, σου κάνει ζημιά, σε αλλοιώνει σαν άτομο, σαν προσωπικότητα, σαν ψυχολογία, και δεν το ’χεις καταλάβει. Έτσι την εννοώ την απώλεια». Στην παράσταση παρακολουθούμε τη ζωή ενός ζευγαριού που επί πολλά χρόνια έκανε τις διακοπές του στη Λισαβόνα. Κάποια από αυτές τις εκδρομές του διακόπηκε από μια φοβερή είδηση. Η κόρη αρρώστησε σοβαρά. Σε λίγο χάθηκε. Οι εκδρομές διακόπηκαν για τέσσερα χρόνια. Τώρα αποφάσισαν να ξαναπάνε. Αυτοί, δύο νεκροί. Η Λισαβόνα αντιπροσωπεύει την καλή τους εποχή, τις φωτεινές μέρες. «Με έναν ακριβό ποιητικό τρόπο ο Αντώνης Νικολής προσπαθεί να διερευνήσει το χάος που αφήνει μέσα μας ο θάνατος» τονίζει ο Θανάσης Παπαγεωργίου. «Ξεδιπλώνει το έργο του περιπλανώμενος μέσα σε άγνωστα μονοπάτια προσπαθώντας κι ο ίδιος να ανακαλύψει αυτό που μας δημιουργεί ο πραγματικά μεγάλος πόνος. 

Αυτός που κανείς δεν μπορεί να τον περιγράψει στον άλλο». Ξαναγυρνάνε στην κανονική ζωή οι άνθρωποι που χτυπήθηκαν αλύπητα; Μπορούνε δύο νεκροί να κάνουν ταξίδια εκτός από τις μνήμες τους; Έχουν μάτια για να δούνε τα γνώριμα στέκια; Αισθήσεις για να δεχθούν οποιαδήποτε ομορφιά; Έχουν άλλη μνήμη εκτός από τη μνήμη του αγαπημένου προσώπου που χάθηκε; Υπάρχουν άραγε πια; Ζούνε; Είναι οι ίδιοι; «Οι δύο ήρωες έχουν τελειώσει με το πένθος τους και προσπαθούνε να βρουν τον εαυτό τους μετά από αυτό. Και η ζωή, που σε αυτούς εγγράφεται ως η Λισαβόνα, έρχεται να τους θέσει ερωτήματα και να ζητήσει απαντήσεις. Είναι πολύ ιδιόρρυθμο το έργο, γιατί κρύβει πάντα κάτι κάτω από την επιφάνειά του. Κάτι που ποτέ δεν το λέει σε πρώτο επίπεδο. Αυτή είναι ομορφιά του και η δυσκολία του». Η Λισαβόνα είναι ο τόπος που επιλέγουν οι ήρωες για να λύσουν τον γόρδιο δεσμό τους. «Είναι ένα συμβολικό μέρος. Ένα πρόσχημα». Θα μπορούσε να είναι η Κωνσταντινούπολη, το Κάιρο ή το Μιλάνο. 

«Είναι η πόλη στην οποία έχουν αποκτήσει τις μνήμες τους. Και προσπαθούν να δουν εάν έχουν τα ίδια μάτια, στην ουσία εάν μπορούν να ξαναδούν τα πράγματα που αγαπήσανε όπως τα βλέπανε παλιά. Πόσο το συγκεκριμένο γεγονός τους έχει επηρεάσει μέσα τους, έχει αλλοιώσει τη ματιά τους. Γιατί η ζωή μπορεί να συνεχίζεται, οι άνθρωποι να ζουν και μετά από κάθε απώλεια, αλλά μέσα τους υπάρχει κάτι που έχει φαγωθεί και καταστραφεί. Αυτό ψάχνω να βρω μέσω της παράστασης». Παίρνει απαντήσεις στα ερωτήματά του το ζευγάρι της ιστορίας ή μένει μετέωρο στο πρόβλημά του; «Πρόκειται για κάτι τελείως υποκειμενικό. Έχει να κάνει με ό,τι ανακαλύπτει κάθε άνθρωπος στα ενδότερα του εαυτού του. Αυτό που βρίσκουν οι ήρωες του έργου είναι η ανυπαρξία τους. 

Ανακαλύπτουν στο τέλος ότι έχουν πάψει να υπάρχουν. Δεν υπάρχουν. Δεν είναι. Αυτή είναι η επιλογή μου στο πώς καταλήγουν. Ο συγγραφέας θέλει να συνεχίζουν τη ζωή τους. Σαν να χάνονται μέσα σε ένα κενό. Συνεχίζουν, συνεχίζουν κι όπου τους πάει αυτός χαμός τους μέσα στο άπειρο. Στην παράσταση το χάσιμο ορίζεται συγκεκριμένα ως το χάσιμο μέσα στο πρόβλημά τους. Χαθήκανε οι ίδιοι σαν υπάρξεις μέσα στο πρόβλημά τους». Αν και το έργο είναι γραμμένο για δύο πρόσωπα, στην παράσταση που έστησε ο Θανάσης Παπαγεωργίου τα πρόσωπα γίνονται τέσσερα. 

Έχουν διπλασιαστεί οι δύο βασικοί ήρωες, κάποια στιγμή γίνονται και έξι, με το να υπάρχουν άλλοι δύο ηθοποιοί, «αντίγραφά» τους επί σκηνής,πράγμα που επιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας μάσκες. Τα «αντίγραφα» παίζουν τον ρόλο του πραγματικού εαυτού των πρωταγωνιστών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο υπάρχει ο καθένας από αυτούς εις διπλούν, στη μορφή που θέλει να φανερώνει και στη μορφή εκείνη που κρύβει από τον άλλο. Την ώρα που ζούνε κάτι, π.χ., υπάρχουν οι δύο ήρωες που λειτουργούν όπως θεωρούν σωστό κι οι άλλοι δύο που είναι ο πραγματικός τους εαυτός, έτσι όπως θέλουν να τον αποφύγουν, να τον κρύψουν.

«Λισαβόνα» του Αντώνη Νικολή. Σκηνοθεσία: Θανάσης Παπαγεωργίου. Σκηνικό: Λέα Κούση. Παίζουν: Λήδα Πρωτοψάλτη, Θανάσης Παπαγεωργίου, Εύα Καμινάρη, Δημήτρης Θεοδώρου. Θέατρο Στοά. Προγραμματισμένη πρεμιέρα 24 Φεβρουαρίου.