Το κήρυγμα του απευθυνόταν και στα δύο φύλα. O Xριστός ενθάρρυνε και βοηθούσε τις απόκληρες της ζωής, η συμπαράστασή του όμως δεν ήταν αρκετή για να αποτρέψει το "κυνήγι μαγισσών" που ξέσπασε αργότερα με θύματα χιλιάδες γυναίκες.
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για τις σχέσεις Του Ιησού με το αντίθετο φύλο. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι διατηρούσε κρυφή ερωτική σχέση με τη Μαρία Μαγδαληνή. Άλλοι, πάλι, ισχυρίζονται ότι ήταν παντρεμένος μαζί της. Το πιθανότερο είναι ότι δε νυμφεύθηκε ποτέ κι ότι ασκούσε την αγαμία λόγω της στενής Του σχέσης με την εβραϊκή αίρεση των Εσσαίων. Σήμερα όλοι αναγνωρίζουν ότι τιμούσε και αγαπούσε τις γυναίκες όσο λίγοι στην εποχή Του. Άλλωστε εκτός από το χαρακτηρισμό του "επαναστάτη", πολλοί αποδίδουν στον Ιησού κι εκείνον του "πρώτου φεμινιστή".
Η στάση Του απέναντι στο γυναικείο φύλο Τον οδήγησε σε ρήξη με τους συγχρόνους Του. Δεν ήταν λίγες οι φορές που παρέβη τους σκληρούς και άδικους νόμους για να ενισχύσει τη θέση των γυναικών. Στην πατριαρχική κοινωνία της εποχής οι κανόνες υγιεινής απαγόρευαν οποιαδήποτε επαφή με τις γυναίκες κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου τους. Επίσης απαγορευόταν να τρώνε μαζί με άντρες, να συμμετέχουν σε δημόσιες συζητήσεις και να βγαίνουν από το σπίτι. Όταν άφηναν την εστία τους είτε για να εργαστούν στα χωράφια είτε για να βρουν νερό, ήταν υποχρεωμένες να καλύπτουν το πρόσωπό τους. Ενδεικτικό της απαξιωμένης κοινωνικής τους θέσης είναι το ότι δεν είχαν το δικαίωμα να καταθέτουν σε δίκες ως μάρτυρες.
Υπέρμαχος της ισότητας
"Η γυναίκα είναι κατώτερη από τον άντρα σε όλα" διακήρυτταν οι νόμοι σύμφωνα με τη μαρτυρία του Εβραίου ιστορικού Φλάβιου Ιωσήφ (1ος αιώνας μ.Χ.). Ο Ιησούς αγωνίστηκε ενάντια σ' αυτές τις προκαταλήψεις. Παράλληλα, με τη θεολογική διάσταση του κηρύγματός Του έδινε κοινωνική μάχη κατά την οποία βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπος με το κατεστημένο. Όταν κήρυττε "Πολλοί όμως πρώτοι θέλουσιν είσθαι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι" (Κατά Ματθαίον, ΙΘ', 30) ουσιαστικά αναφερόταν στη δικαιοσύνη που πίστευε ότι θα έρθει με τη Βασιλεία των Ουρανών. Θεωρούσε ότι η κοινωνική ισότητα μπορούσε να καθιερωθεί ακόμα και στην εποχή Του αν οι άνθρωποι υιοθετούσαν συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς.
Συχνά απευθυνόταν στους περιθωριοποιημένους και στους ασθενείς, τους οποίους θεωρούσαν ακάθαρτους και αμαρτωλούς, καθώς και σε άτομα με ψυχικά προβλήματα, τα οποία χαρακτήριζαν δαιμονισμένα. Επίσης σε πένητες και φοροεισπράκτορες, οι οποίοι αντιμετώπιζαν την περιφρόνηση των άλλων. Σ' αυτή την τεράστια κατηγορία των "εσχάτων" το γυναικείο φύλο είχε πολλές εκπροσώπους. Ο Ιησούς υπερασπιζόταν τις πόρνες και τις χήρες, τις οποίες απέρριπταν, και ταυτόχρονα ήταν επικριτικός απέναντι στους ισχυρούς: "Αληθώς σας λέγω ότι δυσκόλως θέλει εισέλθει πλούσιος εις την βασιλείαν των ουρανών" (Κατά Ματθαίον, ΙΘ', 23). Γι' αυτό παρότρυνε τους ανθρώπους να βγουν από το οικογενειακό περιβάλλον, να αποτινάξουν το ζυγό της πατριαρχικής κοινωνίας και να διαδώσουν τη νέα πίστη.
Η ζωή στην κοινότητα
Σημαντικό μέρος της διδασκαλίας Του αποτελούσε το κεφάλαιο για τη ζωή μέσα στην κοινότητα. Απευθυνόμενος στους μαθητές Του τους ταυτίζει με την οικογένειά Του: "Ιδού η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου" (Κατά Μάρκον, Γ', 34). Αντί της νηστείας πρότεινε ένα κοινό γεύμα για όλα τα μέλη της κοινότητας, το οποίο κατόπιν ταυτίστηκε με τη Θεία Λειτουργία. Οι γυναίκες είχαν το δικαίωμα συμμετοχής στο τελετουργικό αφού κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τους άρρενες μαθητές. Από τις πιο γνωστές μαθήτριες ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα, σύζυγος του Χουζά, επιτρόπου του Ηρώδη, και η Σουσάννα, οι οποίες αναφέρονται στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (Η', 2-3). Ο αναβαθμισμένος ρόλος των γυναικών στην κοινότητα καθώς και ο σεβασμός που έτρεφε ο ίδιος ο Ιησούς απέναντί τους είναι ότι, σύμφωνα με όλα τα Ευαγγέλια, μετά την Ανάστασή Του οι πρώτες που είχαν επικοινωνία μαζί Του ήταν μερικές απ' αυτές.
Χειραφέτηση και ισότητα
Ο Ιησούς αναβάθμισε και με άλλους τρόπους το ρόλο του "ασθενούς" φύλου διακηρύσσοντας τη χειραφέτηση της γυναίκας. Αυτό αποδεικνύει το επεισόδιο με την ασθενή που επί δώδεκα χρόνια υπέφερε από αιμορραγία της μήτρας και οι συμπολίτες της, λόγω του ότι τη θεωρούσαν ακάθαρτη, την είχαν περιθωριοποιήσει (Κατά Ματθαίον, Θ', 20-22 και Κατά Μάρκον, Ε', 25-34). Αψηφώντας το ταμπού της ακαθαρσίας, ο Ιησούς της επέτρεψε να αγγίξει το ιμάτιό Του, τη θεράπευσε, Την αποκάλεσε "κόρη του Ισραήλ" και της ευχήθηκε κάθε ευτυχία (Κατά Μάρκον, Ε', 34).
Ανατρεπτικές για την εποχή Του ήταν και οι σχέσεις Του με μη Εβραίους πολίτες. Οι περισσότερες γυναίκες που πείστηκαν από το κήρυγμά Του δεν ήταν Ιουδαίες, όπως αποκαλύπτει το επεισόδιο με τη Σαμαρείτισσα, το περίφημο κεφάλαιο γύρω από την υπεράσπιση της μοιχαλίδας ("Όστις αναμάρτητος ... πρώτος τον λίθον βαλέτω") καθώς και το σχετικό με τον Φαρισαίο και την αμαρτωλή (Κατά Λουκάν, Ζ', 36-49). Για το διαζύγιο υιοθέτησε πιο δίκαιη θέση. Στο Κατά Ματθαίον (ΙΘ', 4-9) τονίζει: "Σας λέγω δε ότι όστις χωρισθή την γυναίκα αυτού εκτός διά πορνείαν και νυμφευθή άλλην, γίνεται μοιχός".
Προφήτης γένους θηλυκού
Σημαντικό είναι το επεισόδιο που συναντάμε σε όλα τα Ευαγγέλια και το οποίο διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του δείπνου στη Βηθανία, λίγο πριν συλλάβουν τον Ιησού. Μια γυναίκα αλείφει με μύρο τα πόδια ή το κεφάλι Του, σύμφωνα με άλλες πηγές, τελώντας ένα εθιμοτυπικό που άρμοζε μόνο σε Μεσσία. Αυτό το τελετουργικό αποδίδει προφητικό ρόλο στη γυναίκα. Οι άντρες επιμελητές των Ευαγγελίων περιόρισαν ή υποβάθμισαν το χωρίο επηρεασμένοι από τις κοινωνικές προκαταλήψεις της εποχής τους. Το νόημά του όμως συμπυκνώνεται στα λόγια του Ιησού προς τους μαθητές στο Κατά Ματθαίον (Κς', 13): "Αληθώς σας λέγω, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω, θέλει λαληθή και τούτο, το οποίον έπραξεν αύτη, εις μνημόσυνον αυτής".
Ιέρειες και ηγέτιδες
Μετά το θάνατο του Ιησού οι γυναίκες συνέβαλαν ενεργά στη διάδοση του χριστιανισμού. Σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Τραϊανό, ο Ρωμαίος διοικητής Πλίνιος ο Νεότερος (1ος αιώνας μ.Χ.) ανέφερε ότι υπέβαλε σε βασανιστήρια δύο σκλάβες που δήλωναν λειτουργοί, δηλαδή ιέρειες. Στοιχεία που αντλούμε τόσο από τις Πράξεις των Αποστόλων όσο και από τις πολυάριθμες Επιστολές του Αποστόλου Παύλου αποδεικνύουν την ύπαρξη πολλών πρωταγωνιστριών στην ίδρυση των χριστιανικών κοινοτήτων. Για παράδειγμα, η Φοίβη ήταν επικεφαλής της Εκκλησίας των Κεχριών, επινείου της Κορίνθου. Άλλες, πάλι, όπως η Θέκλα, τελούσαν το μυστήριο του βαπτίσματος. Σύντομα ξέσπασε μια αντιπαράθεση μεταξύ των χριστιανών για το ποια πρέπει να είναι η θέση της γυναίκας στην κοινότητα.
Διχασμός
Ο ευαγγελιστής Λουκάς υπέδειξε τον Απόστολο Πέτρο ως τον πρώτο μάρτυρα της Ανάστασης του Χριστού, γεγονός που, σύμφωνα με πολλούς μελετητές, αποτελεί σημείο της διαμάχης μεταξύ των οπαδών του Αποστόλου κι εκείνων της Μαρίας της Μαγδαληνής. Από την άλλη, στο Κατά Θωμάν απόκρυφο ευαγγέλιο (121) ο Σίμων Πέτρος τονίζει: "Η Μαρία απομακρύνθηκε από κοντά μας διότι οι γυναίκες δεν είναι ικανές για τη ζωή". Ο Ιησούς ανταπάντησε: "Ιδού, εγώ θα την προσελκύσω κοντά μου, έτσι ώστε να την ανδρώσω, για να μπορέσει και αυτή να γίνει ένα ελεύθερο πνεύμα". Και στο Κατά Θωμάν (27) προσθέτει: "Όταν ενεργήσετε έτσι ώστε ο άνδρας και η γυναίκα να ενωθούν σε ένα, έτσι ώστε ο άνδρας να μην είναι πια άνδρας και η γυναίκα να μην είναι πια γυναίκα (...), τότε θα εισέλθετε στη Βασιλεία των Ουρανών".
Παραποίηση των κειμένων;
Και σε άλλο απόκρυφο ευαγγέλιο, το Κατά Μαρίας, αναφέρεται ότι "Ο Χριστός αγάπησε την Μαρία τη Μαγδαληνή περισσότερο από όλους τους άλλους μαθητές". Σε κείμενα του 6ου αιώνα υποστηρίζεται ο αποκλεισμός της γυναίκας από το εκκλησιαστικό λειτούργημα. Αντιφάσεις εντοπίζονται και στη διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος στην Επιστολή Προς Κορινθίους (Α', ΙΔ', 34-36) τονίζει: "Αι γυναίκαι ας σιωπώσιν εν ταις εκκλησίαις διότι δεν είναι συγκεχωρημένον εις αύτας να λαλώσιν, αλλά να υποτάσσωνται". Στην Επιστολή Προς Γαλάτας (Γ', 28) όμως αναφέρει τα εξής: "Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην, δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος, δεν είναι άρρεν ουδέ θήλυ, διότι πάντες σεις είσθε εις εν Χριστώ Ιησού".
Οι απόψεις των μελετητών των Γραφών διίστανται σχετικά με την αυθεντικότητα των παραπάνω γραφομένων. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι προστέθηκαν σε περιόδους κατά τις οποίες το γυναικείο φύλο είχε βρεθεί εκ νέου σε δυσμένεια. Κι αυτό γιατί οι ανισότητες εις βάρος των γυναικών αντανακλώνται στη θρησκεία, ειδικά στις κοινωνίες εκείνες που η οικονομική και πολιτική εξουσία αποτελούν αντρικά προνόμια.
Διακόνισσες
Η παρουσία των γυναικών ήταν έντονη μέχρι την Α' Σύνοδο της Νίκαιας, το 325, όταν αναγνωρίστηκε ο διακονικός ρόλος τους στο βάπτισμα. Παρότι προΐσταντο οι ιερείς, εκείνες συντελούσαν στο τελετουργικό. Σύμφωνα με ντοκουμέντα που παρουσιάζονται στο διαδικτυακό τόπο womenpriests.org η χειροτονία διακονισσών ολοκληρωνόταν μέσα από σύνθετα ιεροτελεστικά τυπικά.
Τελικά η πατριαρχική εξουσία αποκαταστάθηκε. Γύρω στον 9ο αιώνα οι αποφάσεις της Συνόδου του Θεοδόλφου της Ορλεάνης προέβλεπαν τα εξής: "Όταν ο ιερέας τελεί τη Θεία Λειτουργία οι γυναίκες δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να πλησιάζουν στην Αγία Τράπεζα, πρέπει να θυμούνται την κατωτερότητα του φύλου τους και να νιώθουν δέος και φόβο να αγγίξουν κάθε ιερό σκεύος μέσα στο περιβάλλον της Εκκλησίας". Το 1100 άρχισε να γίνεται λόγος για τη μητρική φύση του Θεού από τον Άνσελμο της Καντερμπουρίας, όμως η πορεία προς την πλήρη απαξίωση του γυναικείου φύλου ήταν αδύνατο πια να ανακοπεί καθώς είχαν αρχίσει οι διώξεις των μαγισσών, οι οποίες κατέληξαν στην πυρά.