Όταν στις αρχές του 19ου αιώνα ο γιος του άσημου Γάλλου λιθογράφου Ζοζέφ Νισεφόρ Νιεπς κλήθηκε να υπηρετήσει στο γαλλικό Στρατό, ο πατέρας του κυριεύτηκε από απελπισία.
Δεν φοβόταν τόσο για τη ζωή του παιδιού του όσο για τη δουλειά του, που πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Η στράτευση του γιου του, ο οποίος φιλοτεχνούσε σχέδια λιθογραφίας, σήμαινε ότι η οικογενειακή επιχείρηση θα έμενε χωρίς σχεδιαστή. Ο κίνδυνος της πτώχευσης ενέσκηψε και ο Νιεπς έστυψε το μυαλό του να βρει μια λύση. Αυτό που σκέφτηκε έμελλε να αλλάξει την εικόνα του κόσμου.
Ο άπελπις λιθογράφος εφηύρε την ηλιογραφία, πρόδρομο της σημερινής φωτογραφίας, και τράβηξε την πρώτη επιτυχημένη φωτογραφία το 1826. Έκτοτε η φωτογραφική τέχνη γνώρισε αλματώδη εξέλιξη. Στη σημερινή εποχή διανύει μια νέα φάση με τις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές σε μέγεθος καρφίτσας. Μέσα από αυτή την πορεία η τέχνη της φωτογραφίας έχει να επιδείξει κάποιους παράξενους σταθμούς. Ένας απ’ αυτούς ήταν η πεποίθηση ότι τα μάτια ενός νεκρού διατηρούν εντυπωμένη, σχεδόν παγωμένη, όπως γίνεται πάνω στη φωτογραφική πλάκα, την τελευταία σκηνή που αντίκρισε στη ζωή του. Η ιδέα γεννήθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και βρήκε οπαδούς πολλούς επιστήμονες.
Οι τελευταίες εικόνες
Το 1863 ο Βρετανός φωτογράφος Μ. Ουόρνερ είχε την ιδέα να αναπαραγάγει με κολλώδιο, επαναστατική για την εποχή τεχνική, το μάτι ενός δαμαλιού λίγες ώρες μετά το θάνατό του. Αφού μελέτησε εξονυχιστικά την πλάκα, ξεχώρισε πάνω στον αμφιβληστροειδή τις γραμμές του πατώματος του σφαγείου, του τελευταίου πράγματος που είδε το ζώο. Μέσα στα επόμενα χρόνια γιατροί και φυσιολόγοι επιβεβαίωσαν την ύπαρξη εικόνων του αμφιβληστροειδούς και το θέμα παρουσιάστηκε σε επιστημονικά περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες.Η έκδοση του Μεγάλου Παγκόσμιου Λεξικού Λαρούς το 1890 ανέφερε τα εκπληκτικά αποτελέσματα των πειραμάτων που διεξήχθησαν σε ζώα. Οι έρευνες απέδειξαν ότι όταν η ίριδα βυθιζόταν μέσα σε διάλυμα στυπτηρίας ο αμφιβληστροειδής διατηρούσε τις εικόνες που είχε δει λίγο πριν ή αμέσως μετά το θάνατό του. Η προσπάθεια να αποτυπωθεί ένα είδος φωτογραφίας του ματιού ονομάστηκε οπτογραφία και η εικόνα οπτόγραμμα.
Εργαλείο έρευνας
Στις ΗΠΑ ο πυρετός της οπτογραφίας φούντωσε μ’ ένα άρθρο στην εφημερίδα New York Observer τον Οκτώβριο του 1857. Σ’ αυτό γινόταν λόγος για την εξιχνίαση μιας δολοφονίας χάρη στις εικόνες που εντοπίστηκαν στην ίριδα του θύματος. Το καλοκαίρι του 1866 κυκλοφόρησε η είδηση ότι η αστυνομία του Μέμφις, αφού φωτογράφισε και μεγέθυνε με τη βοήθεια μικροσκοπίου τον αμφιβληστροειδή του θύματος μιας δολοφονίας, ανακάλυψε εντυπωμένα ένα πιστόλι, το χέρι και μέρος του προσώπου του άντρα που είχε διαπράξει το έγκλημα. Σύμφωνα με κάποιους συγγραφείς, παρόμοιες τεχνικές υιοθέτησε και η Σκότλαντ Γιαρντ στα θύματα του θρυλικού Τζακ του Αντεροβγάλτη.Κουνημένες μύγες
Η πρώτη επίσημη διάψευση έγινε το 1869, όταν η Ιατροδικαστική Εταιρεία της Γαλλίας ανέθεσε στο γιατρό Μαξίμ Βερνουά να μελετήσει το φαινόμενο. Ο τελευταίος διεξήγαγε πειράματα σε ζώα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι φωτογραφίες που βγήκαν μετά θάνατον αναπαρήγαγαν αποκλειστικά την ανατομία του αμφιβληστροειδούς. Η διάψευση δεν αποθάρρυνε τους συγγραφείς, οι οποίοι συνεισέφεραν τα μέγιστα στο να διατηρηθεί ζωντανή η εσφαλμένη πεποίθηση.Το 1902 ο Ιούλιος Βερν έγραψε το έργο Οι Αδελφοί Κιπ, όπου οι πρωταγωνιστές απαλλάχτηκαν από την κατηγορία της δολοφονίας χάρη σε μια φωτογραφία του βλέμματος του νεκρού. Η χρήση αυτής της λογοτεχνικής συνταγής συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Δύο παραδείγματα είναι ένα επεισόδιο των κινουμένων σχεδίων αστυνομικού περιεχομένου Diabolik (βλ. σχέδιο κάτω) και της ταινίας Τέσσερις Μύγες από Γκρι Βελούδο, που σκηνοθέτησε το 1971 ο Ντάριο Αρτζέντο.
Σε αυτή, οι ανακριτές φωτογραφίζουν τον αμφιβληστροειδή μιας δολοφονημένης κοπέλας και ανακαλύπτουν μια απρόσμενη εικόνα με τέσσερις μύγες. Μόλις στο τέλος της ταινίας ο θεατής μαθαίνει ότι η εικόνα των τεσσάρων μυγών δημιουργήθηκε από τις ταλαντεύσεις ενός μενταγιόν που φορούσε ο δράστης στο λαιμό μ’ ένα έντομο κλεισμένο μέσα σε ήλεκτρο.
Μεσαιωνικές δοξασίες
Ακόμα και ο Τύπος διαιώνισε αυτό το μύθο. Σε συνέντευξη του ιταλικού περιοδικού Oggi τον Οκτώβριο του 1977, ένας παλιός ντετέκτιβ του Τμήματος Ανθρωποκτονιών του Ντόρτμουντ, στη Γερμανία, δήλωσε ότι μέσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια αυτό που τώρα φαίνεται στον κόσμο σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας θα είναι μια τεχνική που θα εφαρμόζουν οι αστυνομίες όλου του κόσμου. Θα «εμφανίζουν» τον αμφιβληστροειδή των δολοφονημένων σαν να πρόκειται για φωτογραφικό φιλμ, αποκαλύπτοντας το πρόσωπο του δράστη.Οι κοινωνιολόγοι πάντως έχουν άλλη γνώμη. Τονίζουν ότι η πίστη αυτή ανάγεται σε δοξασίες της εποχής του Μεσαίωνα, σύμφωνα με τις οποίες το σώμα του θύματος υποδείκνυε το δράστη ακόμα και μετά θάνατον – φόβος που ενίοτε έλαβε ανατριχιαστικές διαστάσεις. Το Μάρτιο του 1990, σ’ ένα χωριό της Γαλλίας μια Σενεγαλέζα μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τη μητέρα της. Εκείνο όμως που κυριολεκτικά πάγωσε την κοινή γνώμη ήταν ότι της έβγαλε τα μάτια.
Όταν οδηγήθηκε στον ανακριτή δήλωσε ότι στη χώρα της είχε παρακολουθήσει μια ταινία στην οποία ο δράστης έβγαζε τα μάτια από τα θύματά του για να μην τον εντοπίσουν. Ανάλογες περιπτώσεις επαληθεύτηκαν ουκ ολίγες φορές, γεγονός που αποδεικνύει ότι η λαϊκή δοξασία για το «μάτι της αποκάλυψης» ζει και βασιλεύει ακόμα και στις απαρχές της τρίτης χιλιετίας.