Προβλήματα με τους γείτονες σε πολυκατοικίες. Το ζόρι

provlimata-me-tous-geitones-se-polykatoikies-to-zori

Ξινισμένα μούτρα και συνελεύσεις που θυμίζουν αρένα. Η συμβίωση στις πολυκατοικίες δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.


Η τηλεόραση του γείτονα στη διαπασών κάνει τα τζάμια να τρίζουν όχι από καθαριότητα. Το σκυλάκι της κυρίας από τον πέμπτο κάνει πιπί του στη γλάστρα της εισόδου καταδικάζοντας τον ήδη κατσιασμένο φίκο σε θάνατο. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, άλλη μια από εκείνες τις ανούσιες συνελεύσεις, στις οποίες ποτέ δεν λαμβάνονται αποφάσεις, είναι προγραμματισμένη για την επόμενη εβδομάδα. Συμπέρασμα; Αρκετές φορές η πολυκατοικία γίνεται ένα μικρό φρενοκομείο.

Σ’ αυτόν τον αστικό μικρόκοσμο από μπετόν οι διαφορές με τους γείτονες μεγεθύνονται και προκαλούν από ομηρικούς καβγάδες, οι οποίοι συχνά καταλήγουν στις δικαστικές αίθουσες, μέχρι άγρια φονικά. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Διαχειριστών Πολυκατοικιών και Ακινήτων, από το 1999 μέχρι το 2004 οι φιλονικίες μεταξύ ενοίκων απασχόλησαν σε παγκόσμιο επίπεδο το 53% των δικαστικών διαδικασιών, δηλαδή μία δίκη στις δύο.

Χαμήλωσε τον ήχο ρε!

Γιατί η συνύπαρξη πυροδοτεί τόσους καβγάδες; Για να ξεσπάσει κάποιος τσακωμός συμβάλλουν πολλοί παράγοντες, ακόμη και εποχιακοί. Το καλοκαίρι, όπου τα παράθυρα παραμένουν ανοιχτά και ο μεσημεριανός ύπνος θεωρείται ιερός για τον Έλληνα, αρκεί ένας γείτονας με δυνατή μουσική για να ξεσπάσει η φασαρία. Στην αρχή εκδηλώνεται μόνο με την ανταλλαγή ύβρεων. Επειδή όμως η μια κουβέντα φέρνει την άλλη, δεν αργούμε να περάσουμε στη χειροδικία.

Οι περισσότερες κλήσεις για επέμβαση της αστυνομίας αφορούν στην ένταση της τηλεόρασης του γείτονα ή της μουσικής του συνοικιακού καφέ κάτω από το σπίτι. Εκτός από τον εκνευρισμό που προκαλούν τα πολλά ντεσιμπέλ, οι συνελεύσεις είναι ένα ακόμη λαμπρό πεδίο καβγάδων. Υπάρχουν καρδιολόγοι που αποτρέπουν τους ασθενείς τους από τέτοιου είδους «κοινωνικές εκδηλώσεις». Όπως συμβαίνει και με το γήπεδο, στο οποίο δεν πηγαίνουν ποτέ όσοι γνωρίζουν ότι θα τους βλάψει, έτσι και στις συνελεύσεις παραμονεύουν εντάσεις επικίνδυνες για τους καρδιοπαθείς.

Παιδί του ξεριζωμού

Το τερέν των καβγάδων, δηλαδή οι πρώτες πολυκατοικίες στην ιστορία, εμφανίστηκαν περί το 1830 στην Αγγλία και γιγαντώθηκαν κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης. Στην Ελλάδα, η επιλογή πολυκατοικίας ως του κύριου αστικού οικήματος έγινε το 1920 υπό εξαιρετικά πιεστικές συνθήκες.

Η Μικρασιατική Καταστροφή και ο επακόλουθος ερχομός εκατομμυρίων προσφύγων έφεραν το ελληνικό κράτος αντιμέτωπο με την επιτακτική ανάγκη για τη στέγασή τους. Τη λύση έδωσε η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, η οποία ως αρμόδιος πολεοδομικός φορέας κατασκεύασε μέχρι το 1930 περισσότερες από 10.000 μονώροφες και διώροφες κατοικίες με πολλά διαμερίσματα, τα λεγόμενα προσφυγικά. Οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι της εποχής έβλεπαν θετικά την επέκταση των πόλεων, ειδικά της Αθήνας, προς τα πάνω. Η επικράτηση της πολυκατοικίας στον πολεοδομικό ιστό της πρωτεύουσας και των άλλων μεγαλουπόλεων έλαβε χώρα μετά τη λήξη του Εμφυλίου χάρη στο περίφημο μέτρο της αντιπαροχής.

Ως συνέπεια είχαμε την αλόγιστη τσιμεντοποίηση των ελεύθερων χώρων, ανεξέλεγκτο φαινόμενο που κατέστρεψε το περιβάλλον της Αττικής και οδήγησε στον υδροκεφαλισμό της Αθήνας έναντι της υπόλοιπης χώρας. Κάθε νόμισμα όμως έχει δύο όψεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μια πιο ψύχραιμη ματιά αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα που έφερε η πολυκατοικία στη ζωή εκατομμυρίων Ελλήνων.

Κατ’ αρχάς, στα ελληνικά αστικά κέντρα η πολυκατοικία απέτρεψε τη δημιουργία παραγκουπόλεων, συνήθους φαινομένου σε άλλες υπό ανάπτυξη χώρες. Επιπλέον η αντιπαροχή βοήθησε ουσιαστικά στη στέγαση και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου φτωχών ανθρώπων που κατέκλυζαν τα αστικά κέντρα αναζητώντας μια θέση στον ήλιο.   

Μακριά κι αγαπημένοι…

Παρότι δημιουργήθηκαν για να εξασφαλίσουν στους ιδιοκτήτες και στους ενοικιαστές μια άνετη ζωή, αυτά τα κτίρια μετατρέπονται σε κυψέλες μιζέριας και γκρίνιας κυρίως λόγω της παραξενιάς των ενοίκων τους, δηλαδή όλων μας. Ειδικά οι Έλληνες εμφανιζόμαστε ιδιαίτερα στριμμένοι όσον αφορά στη συμβίωσή μας με άλλους, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για ανθρώπους με προβλήματα υγείας. Χαρακτηριστικά είναι τα αποτελέσματα έρευνας του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής. Σύμφωνα με αυτά, τέσσερις στους δέκα Έλληνες δεν θα επιθυμούσε για γείτονά του κάποιον σχιζοφρενή, τρεις στους δέκα θα ενοχλούνταν αν μετακόμιζε δίπλα τους ένας ασθενής με AIDS και ένας στους δέκα δεν θα έμενε κοντά σε καταθλιπτικό άτομο. 

Γειτονιά με το ζόρι στην πολυκατοικία

Σύμφωνα με ψυχολόγους, η τάση για καβγάδες οφείλεται στην εσφαλμένη άποψη περί προσωπικής ιδιοκτησίας. Καθένας από μας νιώθει ιδιοκτήτης στο σπίτι του, ας μην ξεχνάμε όμως ότι το ταβάνι και το πάτωμα είναι συνιδιοκτησία με τους γείτονες. Η ζωή σε μια πολυκατοικία διέπεται από ορισμένα θεσμικά όρια. Είμαστε υποχρεωμένοι να συμβιώσουμε σε μια δεδομένη γειτονιά. Ως αντίδραση στην πραγματικότητα αυτή αναπτύσσουμε το αίσθημα της υπεράσπισης της περιουσίας μας επειδή φοβόμαστε ο ένας τον άλλο. Δεν είναι τυχαίο ότι στα πολυώροφα κτίρια υπάρχει κοινωνική επαφή όχι όμως ουσιαστική σχέση. Τρανή απόδειξη οι θάνατοι ανθρώπων που τους ανακαλύπτουν οι γείτονές τους μετά από εβδομάδες. Μπορεί να μοιραζόμαστε τετραγωνικά, δεν αναπτύσσουμε όμως συναισθηματικούς δεσμούς.

Πολιτική και κλιμακοστάσιο

Στην πλειοψηφία των διαπληκτισμών μεταξύ γειτόνων πρωταγωνιστούν κυρίως οι συνταξιούχοι. Γι’ αυτούς η φιλονικία με έναν γείτονα είναι ένας τρόπος να γλιτώσουν από τη μοναξιά τους. Οι ένοικοι της τρίτης ηλικίας έχουν περισσότερο χρόνο για να παρατηρούν και να κουτσομπολεύουν τα τεκταινόμενα στην πολυκατοικία, πράγμα που προκαλεί δυσφορία στους υπόλοιπους ενοίκους. Οι συμπεριφορές και οι δυναμικές αυτής της μικροκοινωνίας έχουν τραβήξει την προσοχή ψυχολόγων και κοινωνιολόγων. Αυτοί ενδιαφέρονται να κατανοήσουν γιατί ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των συνελεύσεων στις πολυκατοικίες καταλήγει σε έντονες συζητήσεις και σε έναν κυκεώνα νομικών αντιδικιών.

Κάθε ψήφος στη συνέλευση είναι σαν μια πισώπλατη μαχαιριά, σύμφωνα με τη λογική κάποιων ενοίκων. Οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις και οι μηχανορραφίες του κλιμακοστασίου δίνουν και παίρνουν, καθώς αναζητούνται γείτονες με ταύτιση απόψεων ώστε να πιέσουν από κοινού τους υπόλοιπους ελέγχοντας έτσι την κατάσταση. Κάθε συνέλευση γίνεται πεδίο παραλογισμού στο οποίο, μέσα από την αντίθετη ψήφο που μπορεί να εμποδίσει τη λήψη αποφάσεων, ασκείται ντελίριο παντοδυναμίας.

Η επικράτηση ενός από τους επτά ψυχολογικούς τύπους ενοικιαστών -κυρίαρχος, ανταγωνιστικός, ατομιστής, επικοινωνιακός, επιεικής, υπομονετικός, παρεισφρητικός- προσδίδει σε κάθε πολυκατοικία μια συγκεκριμένη γενική προσωπικότητα. Υπάρχουν πολυκατοικίες που διέπονται από φιλική διάθεση και αλληλεγγύη και στις οποίες οι ένοικοι διοργανώνουν μέχρι και κοινά γεύματα. Σε άλλες συνδέονται μόνο λόγω συμφέροντος προκειμένου να γλιτώνουν έξοδα, ενώ αλλού οι σχέσεις βασίζονται στην καχυποψία. Στην τελευταία περίπτωση οι ένοικοι μεταμορφώνονται σε άτεγκτους φύλακες των καταστατικών.

Ο μάνατζερ της εισόδου

Όταν οι κανόνες δεν επαρκούν απαιτείται εξωτερική επέμβαση. Ένα οργανωμένο γραφείο αναλαμβάνει εφ’ όλης της ύλης τη διαχείριση της πολυκατοικίας, από το πόσο πετρέλαιο θα αγοραστεί, πόσες ώρες θα λειτουργήσει το καλοριφέρ, μέχρι τη συντήρηση του ανελκυστήρα και την αλλαγή της καμένης λάμπας στην είσοδο. Ένας διαχειριστής απών μπορεί να ισορροπεί τις τάσεις για καβγά κρατώντας ίσες αποστάσεις από όλους. Με άλλα λόγια, ο πιο αποτελεσματικός διαχειριστής καλύτερα να μην μένει στο πεδίο της μάχης, αλλά να είναι οργανωτικός, ψυχρός και τεχνοκράτης. Φαίνεται πως το μεσογειακό ταμπεραμέντο του Έλληνα δεν του αφήνει και πολλά περιθώρια για προσωπικούς συμβιβασμούς, γι’ αυτό και οι πολυκατοικίες θέλουν τον μάνατζέρ τους…