Κυρίες και κύριοι, την τωρινή περίοδο το θέαμα επιστρέφει στα χρόνια τα παλιά»... Με τον πρόλογο ενός κλόουν αρχίζει στη σκηνή του θεάτρου της «Μικρής Επιδαύρου», στις 27 και 28 Ιουνίου, ο κατά Χάινερ Μίλλερ «Φιλοκτήτης». Την παράσταση σκηνοθετεί ένας παλιός μας γνώριμος, ο Ματίας Λάνγκχοφ -το 1997 είχε ανεβάσει τις επεισοδιακές «Βάκχες» στην Επίδαυρο- μ' έναν ενδιαφέροντα θίασο που περιλαμβάνει Μηνά Χατζησάββα, Λευτέρη Βογιατζή, Χρήστο Λούλη.
Ο Φιλοκτήτης (Μ. Χατζησάββας) έχει εγκαταλειφθεί από τους συντρόφους του επί δέκα χρόνια σ' ένα νησί, χωρίς νερό και με μια πληγή χαίνουσα. Η μοναξιά, το μαρτύριο πολλαπλασιάζουν το μίσος του για τους αρχιστράτηγους του πολέμου. Το τραύμα μοιάζει να συντηρεί το πάθος του για εκδίκηση. Ο Οδυσσέας (Λ. Βογιατζής) και ο νεαρός Νεοπτόλεμος (Χρ. Λούλης) έρχονται στο νησί προσπαθώντας να σφετεριστούν τα όπλα του. Ο πρώτος, κυνικός, προσπαθεί να επηρεάσει ιδεολογικά τον δεύτερο στην εξαπάτηση του Φιλοκτήτη. Η καινούρια προδοσία ξυπνάει στον Φιλοκτήτη το παλιό στρατιωτικό μένος.
Ο Χάινερ Μίλερ κρατάει από τη Σοφόκλειο τραγωδία τα βασικά (το νησί, την πληγή, το όπλο, τη διαπραγμάτευση) και τους τρεις ήρωες. Οι πόλεμοι, ακόμα κι αυτοί «με τις καλύτερες προθέσεις», ο στρατός, η βία, η καταπάτηση της ατομικής ελευθερίας είναι τα θέματα που συνθέτουν τον «Φιλοκτήτη». Στη γλώσσα των ηρώων δεσπόζει η στρατιωτική ορολογία του πολέμου, της εξουσίας. Μια σύγχρονη παράσταση (προβάλλονται φιλμ με εικόνες πολέμων) κι ένα έργο έντονα γερμανικό... Πίσω από τις λέξεις κρύβεται... η Στάζι και το καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας.
«Ο Λάνγκχοφ μας έλεγε ότι εκείνα τα δύσκολα "σοσιαλιστικά" χρόνια ήταν κι αυτός ένας ταλαντευόμενος "Νεοπτόλεμος"» λέει ο Μηνάς Χατζησάββας. «Μας διδάσκει αφηγούμενος δεκάδες ιστορίες που αναφέρονται στο αστυνομικό κράτος του Ανατολικού Βερολίνου, στις περίφημες "Ζωές των άλλων", στη φασιστική νοοτροπία. Ο Μίλερ μιλάει για το σήμερα μέσα από το κείμενο του Σοφοκλή. Κανείς δεν ήθελε να πάει στην Τροία.
Ο Οδυσσέας μέχρι και τον τρελό είχε παραστήσει για να τον αποφύγει. Και τώρα, μαχητικότερος όλων, στήνει ξανά πολεμικές μηχανές, παγίδες. Δυο τέρατα περικυκλώνουν τον ταλαίπωρο Φιλοκτήτη. Ο πανέξυπνος Οδυσσέας, έτοιμος να σχεδιάσει το επόμενο βήμα, και ο Νεοπτόλεμος, διστακτικός στην αρχή και μετά οπαδός του συμφέροντος. Σπουδαίο έργο και σημαντικότατος σκηνοθέτης, με απίστευτη υπομονή, και μεγάλος παραμυθάς».
Ο Λάνγκχοφ ζητάει την απόδοση του έργου πολύ ρεαλιστικά: χωρίς στόμφο αλλά ούτε και απλά. Καθημερινό, αλλά χωρίς το κείμενο να χάσει την ποιητικότητά του. Και σ' αυτό, η γερμανική γλώσσα του πρωτότυπου αποτέλεσε ακανθώδες ζήτημα στις πρόβες.
Ο Μηνάς Χατζησάββας ξαναβρίσκει τον σκηνοθέτη -μετά τη συνεργασία τους στις «Βάκχες»- πολύ πιο απαιτητικό. «Ομολογώ ότι είναι πολύ δύσκολο, και ο Λάνγκχοφ δίνει μάχη. Θα προτιμούσα, μαζί του, να δούλευα τον "Φιλοκτήτη" του Σοφοκλή, γιατί του Μίλερ αφορά ένα θέατρο που δεν μας είναι οικείο. Οταν ο Λάνγκχοφ αναγκάζεται να διαβάσει κομμάτια του έργου στα γερμανικά, το άκουσμα της γλώσσας, διαμορφώνει ένα χαρακτηριστικά διαφορετικό ύφος. Κι αυτό για τους έλληνες ηθοποιούς συνιστά μέγα ζήτημα».
Η παράσταση αρχίζει με σύγχρονα στοιχεία και σιγά σιγά καταλήγει σε αρχαίας εποχής.
Οι ήρωες ντυμένοι με στρατιωτικές στολές (από μέσα θώρακες) κινούνται σ' έναν ρημαγμένο χώρο με διάσπαρτες καμένες πέτρες, κολόνες και βαρέλια, λες κι έχει εκραγεί ηφαίστειο ή ατομική βόμβα.
Οδυσσέας εναντίον Φιλοκτήτη. Λευτέρης Βογιατζής εναντίον Μηνά Χατζησάββα; Πώς ήταν αυτή η πρώτη συνεργασία; «Με έρωτα, αν και όχι εξομολογημένο... Ο καθένας ήξερε ποιος είναι και τι θα κάνει. Ο Λ. Βογιατζής όταν αισθάνθηκε ότι δεν κινδυνεύει αφέθηκε, και μάλιστα συγκινητικά, στην ομάδα».
Λυσσασμένη γάτα με φινάλε έκπληξη
Το φημισμένο βερολινέζικο θέατρο Σαουμπίνε ξανάρχεται. Πέρυσι μιας έφερε μια πρωτοποριακή ιψενική «Νόρα» μ' ένα φινάλε διαφορετικό απ' αυτό του συγγραφέα. Φέτος θα κάνει το ίδιο με την «Λυσσασμένη γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς που θα παρουσιάσει στις 30 Ιουνίου, 1 και 2 Ιουλίου στην Πειραιώς 260. Στην τολμηρή σκηνοθεσία του Τόμας Οστερμάιερ, καλλιτεχνικού διευθυντή της Σαουμπίνε τα τελευταία εννέα χρόνια, ο αμερικανικός Νότος, κυρίαρχος στο έργο, χάνει τα τοπικά χαρακτηριστικά του ενώ η δράση μεταφέρεται στο σήμερα. Οσο για το φινάλε, το περιμένουμε εξίσου ανατρεπτικό με κείνο της «Νόρας».
Ο Οστερμάιερ με νεορεαλιστική σκηνική προσέγγιση, υπόγεια μουσικότητα και έμφαση στη σωματικότητα των ηθοποιών αναδεικνύει τα ζωτικά ψεύδη μιας τυπικής νοτιοαμερικανικής οικογένειας που, υποκριτικά, διάγει έναν ενάρετο βίο. Ο Μπρικ με γύψο στο πόδι είναι αλκοολικός, αγαπημένος γιος και ανεπαρκής σύζυγος της Μάγκι ως κρυπτοομοφυλόφιλος, αφού όλα δείχνουν ότι διατηρεί σχέση με κάποιον συναθλητή του.
Μέσα σε δύο ώρες φυσικού χρόνου το ζευγάρι, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, θα επιδοθούν σ' έναν αγώνα αλληλοεξόντωσης. Η πραγματικότητα αγγίζει τα όρια του εφιάλτη. Ξεκινώντας από τις εσωτερικές διαδρομές των ηρώων, τις δεύτερες σκέψεις, τα ανείπωτα συναισθήματα ο Τενεσί Ουίλιαμς διερευνά πολλά θέματα μαζί: τη σύγκρουση πατέρα-γιου, τη διαμάχη των δύο φύλων, την καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία, την εμμονή στο ψέμα, τον αλκοολισμό αλλά και τον αλληλοσπαραγμό με σκοπό την κληρονομιά της πατρικής περιουσίας.
Τον θίασο της «Λυσσασμένης γάτας» συνθέτουν μεγάλα ονόματα της γερμανικής θεατρικής σκηνής: η Κίρστεν Ντένε -ο τίτλος του έργου του Τόμας Μπέρνχαρντ «Ρίτερ, Ντένε, Φος» είχε «δανειστεί» το όνομά της, ηθοποιού στην μετέπειτα παράσταση- που ερμηνεύει τη μητέρα, ο Γιόζεφ Μπιερμπίχλερ τον πατέρα, η Γιούλε Μπόβε την Μάγκι, ο Μαρκ Βάσκε τον Μπρικ, η Μπετίνα Χόπε την Μέι και ο Κριστόφ Γκαράιζεν τον Γκούπερ. Στην παράσταση συμμετέχουν επίσης δέκα παιδιά...