P.J. Harvey unplugged και ζωντανά στη σκήνη

p-j-harvey-unplugged-kai-zontana-sti-skini

Η βρετανίδα τραγουδοποιός δοκίμασε να συνθέσει τα τελευταία της τραγούδια στο πιάνο και τώρα μας τα παρουσιάζει στην Αθήνα.

Θα είμαι μόνη μου στη σκηνή με μία κιθάρα και ένα πιάνο. Θα είναι μια εμφάνιση πολύ διαφορετική από όσες έχω κάνει στο παρελθόν. Αλλά με γοητεύουν τέτοιες αλλαγές. Είναι συναρπαστικό για μένα να δοκιμάζω νέα πράγματα». Από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής η Πόλι Τζιν Χάρβεϊ μιλάει στο «7», για τη συναυλία που θα δώσει τη Δευτέρα 30 Ιουνίου στο Θέατρο Μπάντμιντον (Εναρξη 10.00 μ.μ.- εισιτήρια 40 έως 80 ευρώ).

Μια συναυλία βασισμένη στο περσινό, μελωδικό και εσωστρεφές άλμπουμ «White Chalk». Παράλληλα, μιλάει και για το δικό της μουσικό ταξίδι μέσα στην κουρασμένη μουσική βιομηχανία.

«Σε κάθε άλμπουμ μου προσπαθώ να βρω έναν νέο ήχο», λέει η Πι Τζέι Χάρβεϊ. «Είναι σημαντικό για μένα, αποτελεί μια πρόκληση, να εξερευνώ άγνωστες περιοχές. Με το "White Chalk" ξεκίνησα ένα ταξίδι, δεν έχω βρει ακόμα τον προορισμό μου και περιπλανιέμαι ψάχνοντας. Ομως είναι στη φύση μου να ερευνώ για το καινούριο». Από την εποχή που πρωτοβγήκε στη σκηνή με το τρίο Pj Harvey, πειραματιζόταν με τον ήχο της. Κάπως έτσι το σκληρό «Rid of Me» του '93 έδωσε την θέση του στο μελαγχολικό ροκ του «Το Bring You My Love» και το ηλεκτρονικό «Is This Desire?» ακολουθήθηκε από τη μεγαλύτερη επιτυχία της «Stories From The City, Stories From The Sea», όπου ο ροκ ήχος ισορρόπησε με τη μελωδία.

Σε αυτό το όγδοο άλμπουμ της δοκίμασε να παίξει πρώτη φορά πιάνο εγκαταλείποντας την ηλεκτρική κιθάρα. Και όπως έχει πει, το πιάνο απελευθέρωσε τη φαντασία της. «Επειτα από τόσα χρόνια σύνθεσης στην κιθάρα ανακάλυψα το πιάνο για το οποίο δεν γνώριζα τίποτα», εξηγεί η ίδια. «Δεν ήξερα πώς παίζει κάποιος, τι πλήκτρα πατάει. Ετσι ακολούθησα κυρίως το ένστικτό μου και καθώς έπαιζα συνειδητοποίησα ότι άλλαζε και η φωνή μου. Τραγουδούσα με έναν πιο μελωδικό τρόπο».

Μουσική για τα λατομεία


Ο τίτλος του άλμπουμ «Λευκή Κιμωλία» υποτίθεται ότι αναφερόταν στα λατομεία του Ντόρσετ, γενέτειράς της. «Ηθελα έναν απλό τίτλο που να σημαίνει πολλά, έναν ανοιχτό λευκό καμβά, έτοιμο να ζωγραφίσει ο ακροατής τη δική του εικόνα», υποστηρίζει. «Ηταν μια σειρά από απλές ενορχηστρώσεις, που όμως σου ακονίζουν τη φαντασία». Οπως επιμένει, το άλμπουμ δεν έχει τίποτε το αυτοβιογραφικό.

«Είμαι πολύ δημιουργική όταν χρησιμοποιώ τη φαντασία μου. Οπότε δεν μπαίνω στον κόπο να ανασύρω αναμνήσεις για να βρω έμπνευση. Επειτα θέλω να αγγίξω πολλές καρδιές με τα τραγούδια, έτσι γράφω για καταστάσεις οικείες στον καθένα όχι για προσωπικές περιπέτειες». Κι ας είναι οι στίχοι σκοτεινοί σε τραγούδια όπως το «Devil» ή το «Dear Darkness». «Η μουσική είναι όμορφη και αισιόδοξη ενώ οι στίχοι είναι μελαγχολικοί», απαντάει. «Ηθελα αυτήν τη σύγκρουση, να συνυπάρχουν η ελπίδα και το σκοτάδι στο ίδιο τραγούδι».

Όσο για τις επιρροές, η Πι Τζέι Χάρβεϊ αναφέρει: «Η φολκ, η παραδοσιακή μουσική αλλά από πολλές χώρες, από την Ιρλανδία και την Βρετανία μέχρι τη Ρωσία, την Κροατία και την Βουλγαρία. Γιατί τα παραδοσιακά τραγούδια είναι απλές μελωδίες που μιλάνε κατευθείαν στην ψυχή σου».

Η ίδια πάντα θεωρούσε τον εαυτό της τραγουδοποιό παρά μουσικό. «Δεν είμαι βιρτουόζος σε κάποιο μουσικό όργανο, δεν αναζητώ την τελειότητα», εξηγεί. «Τα μουσικά όργανα που παίζω είναι το μέσο που θα έχει κατάληξη ένα τραγούδι. Η ζωή μου είναι αφιερωμένη στην εξερεύνηση ήχων. Δεν αντέχω να επαναλαμβάνομαι. Ακόμα και τις συνεργασίες που έχω κατά καιρούς πραγματοποιήσει (Νικ Κέιβ, Μαρκ Λάνεγκαν, Μάριαν Φέιθφουλ) τις έκανα για να μάθω κάτι από αυτούς τους μουσικούς». Η απήχηση που έχει στο κοινό κάθε αλλαγή του ήχου της δεν την απασχολεί. «Στους ανθρώπους αρέσει η συνήθεια. Ομως στο τέλος νιώθουν περισσότερο σεβασμό για αυτούς που τολμάνε να πάνε τη μουσική τους παρακάτω. Αν η σκηνή αλλάζει, γίνεται χάρη σε αυτούς».

Πόσο όμως αλλάζει τώρα η μουσική σκηνή; «Δεν είμαι σίγουρη. Θεωρώ τον εαυτό μου ανοιχτόμυαλο άτομο, αλλά έχω την εντύπωση ότι υπάρχει πια πολλή μουσική. Και η ζυγαριά γέρνει προς την ποσότητα εις βάρος της ποιότητας. Ελάχιστα ονόματα ακούω και θέλω να τα ξανακούσω. Πολύ λίγα ονόματα διαθέτουν προσωπικό ήχο. Η μουσική βιομηχανία είναι κουρασμένη. Ξοδεύει λεφτά σε ποπ κομήτες που κάνουν μια επιτυχία. Όχι για μουσικούς που τολμάνε να αναμετρηθούν με την τέχνη τους και να δημιουργήσουν κάτι ρηξικέλευθο».