Βίκτορ Βάβιτς, βιβλίο του Boris Zhitkov, λογοτεχνικό έργο

viktor-vavits-vivlio-tou-boris-zhitkov-logotechniko-ergo

Το βιβλίο «Βίκτορ Βάβιτς» του Boris Zhitkov εμφανίζεται στην εκδοτική σκηνή 75 χρόνια μετά τη συγγραφή του ως ένα από τα μεγαλύτερα έργα της ρωσικής λογοτεχνίας, ισάξιο των έργων του Τολστόι και του Ντοστογιέβσκι. Ο Πάστερνακ το είχε χαρακτηρίσει ως το «καλύτερο μυθιστόρημα που έχει γραφτεί για την επανάσταση του 1905», αυτήν που ο Λένιν θεωρούσε «πρόβα» της Οκτωβριανής του 1917.


Γραμμένο από το 1929 έως το 1934, το βιβλίο έγινε γνωστό στο κοινό σε μια δύσκολη συγκυρία, κυρίως με τη διακίνηση αποσπασμάτων του από χέρι σε χέρι. Το σχετικά ελεύθερο κλίμα που ίσχυε για τους συγγραφείς στη δεκαετία του '20 εξαφανίστηκε το 1934, χρονιά που το πρώτο συνέδριο Σοβιετικών συγγραφέων σηκώνει τη σημαία του νέου σοσιαλιστικού ρεαλισμού.

Από εκείνη την ημερομηνία και μετά ένα έργο θα έπρεπε να ήταν προπαγανδιστικό, διαφορετικά δεν μπορούσε να υπάρξει. Το βιβλίο του Boris Zhitkov επετράπη να κυκλοφορήσει τον Μάρτιο του 1941, δηλαδή τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, στη συνέχεια όμως η σταλινική λογοκρισία φρόντισε να το εξαφανίσει ως «απρεπές και άχρηστο». Την ύπαρξή του σήμερα την οφείλουμε σε έναν φωτισμένο τυπογράφο, ο οποίος συνειδητοποιώντας πως επρόκειτο για ένα μεγάλο βιβλίο, αποφάσισε να κρατήσει κάποια αντίτυπα.

Το τελευταίο μεγάλο ρωσικό μυθιστόρημα


Το έργο στη Ρωσία ανασύρθηκε από τη λήθη το 1990. Η κριτική το χαρακτηρίζει ως το τελευταίο μεγάλο ρωσιμό μυθιστόρημα της τάξης του «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι, του «Δόκτορ Ζιβάγκο» του Μπόρις Πάστερνακ και του «Ζωή και Πεπρωμένο» του Βασίλι Γκρόσμαν, βιβλίο που είχε και αυτό μια αντίστοιχη με αυτήν του «Βίκτορ Βάβιτς» πορεία, αφού αν και ολοκληρώθηκε το 1962, λογοκρίθηκε και εξαφανίστηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς. Ομως ένα πρόχειρο χειρόγραφό του φωτογραφήθηκε από τον Αντρέι Σαχάροφ και τελικά δημοσιεύτηκε το 1980 στην Ελβετία.

Όπως στο βιβλίο του Γκρόσμαν, ο Boris Zhitkov χρησιμοποιεί την Ιστορία για να θέσει στη σκηνή την τραγική διαδρομή δύο οικογενειών, των Βάβιτς και Τίκτιν, που καταστράφηκαν από το τσαρικό καθεστώς και την Οχράνα, τη μυστική του αστυνομία.

Όμως ο Boris Zhitkov δεν κατάφερε να ξεγελάσει την κομμουνιστική λογοκρισία. Δεν μπορείς να επιλέγεις ατιμωρητί έναν αντι-ήρωα όπως είναι ο Βίκτορ Βάβιτς, κυνικό καριερίστα που ονειρεύεται να γίνει στρατιωτικός, και να ενσωματώνεις την αστυνομία ως κεντρικό πρόσωπο στο μυθιστόρημά σου.

Ο Boris Zhitkov γεννήθηκε το 1882 από μια οικογένεια Εβραίων διανοουμένων. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής μαθηματικών και η μητέρα του μουσικός. Ο Boris Zhitkov σπούδασε αργότερα και αυτός μαθηματικά, χημεία και ναυπηγική και γύρισε τον κόσμο με τα πλοία. Αρχισε να γράφει αργά, όταν ήταν περίπου 40 ετών και άρχισε να εκδίδει από τα μέσα της δεκαετίας του '20 βιβλία νεανικής λογοτεχνίας με μεγάλη επιτυχία. Το 1905 κατασκεύασε βόμβες για μια ομάδα που δρούσε εναντίον των πογκρόμ. Αυτό το γεγονός βαραίνει κατά πολύ στο «Βίκτορ Βάβιτς», που δεν είναι μόνο το μυθιστόρημα της εργατικής απελπισίας αλλά και ένα οργισμένο ξέσπασμα ενάντια στον ρώσικο αντισημιτισμό.

Ο Λένιν θεωρούσε την επανάσταση του 1905 σαν τη γενική πρόβα της επανάστασης του 1917. Χάρη σε αυτή την επανάσταση οι ξεσηκωμένοι κατάφεραν να στήσουν την πρώτη Δούμα, μια παραχώρηση του τσαρικού καθεστώτος, η οποία όμως είχε μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα. Τότε δημιουργήθηκαν και τα πρώτα «σοβιέτ» ή «συμβούλια των εργατών», αλλά η επανάσταση εκείνη απέτυχε κυρίως λόγω της σύγκρουσης ανάμεσα στους μπολσεβίκους και τους μενσεβίκους.

Συνηθισμένοι άνθρωποι


Ο Boris Zhitkov τοποθετεί το μυθιστόρημά του σε αυτό το ιστορικό περιβάλλον, αλλά δεν μας εισάγει στις υψηλές σφαίρες των πολιτικών αποφάσεων. Το ενδιαφέρον και η γοητεία του είναι ότι επικεντρώνει το ενδιαφέρον του σε συνηθισμένα πλάσματα: έναν φύλακα, έναν συνταξιούχο, έναν νεόπλουτο έμπορο και το περιβάλλον τους.

Ο Βίκτορ, ο κεντρικός ήρωας, κατατάσσεται στην αστυνομία με αγαθούς σκοπούς, για να εξυπηρετήσει τον τόπο του, όμως σιγά σιγά συνειδητοποιεί πως χρησιμοποιείται από την εξουσία. Χωρίς καλά καλά να το καταλάβει γίνεται ρουφιάνος, εχθρός του λαού κατά τον Ζίτκοφ. Γιατί εχθρός του λαού δεν είναι οι κατέχοντες, οι επιχειρηματίες, ούτε καν το κράτος.

Ο εχθρός του λαού βρίσκεται στον δρόμο, πάνω στο άλογο, πεζός, παντού· στις γωνιές των δρόμων, στα καφενεία, σπίτι σας. Είναι οι Κοζάκοι, η αστυνομία, ο στρατός. Σας παρακολουθούν, σας συλλαμβάνουν, σας βρίζουν, σας ξυλοκοπούν ή απλώς σας κοιτούν στραβά, με καψυποψία, γιατί μοιάζετε με διανοούμενο ή γιατί περπατάτε στο πεζοδρόμιο. Καμιά φορά σας σκοτώνουν. Μιλούν βρόμικη γλώσσα και ξεσπούν στους αδύναμους. «Η ανάγνωση του "Βίκτορ Βάβιτς" -διαβάζουμε στον "Νουβέλ Ομπσερβατέρ"- θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική σε όλες τις σχολές αστυνομίας, ώστε οι μελλοντικοί αστυνομικοί να γνωρίζουν με ποιο τρόπο θα μισηθούν».

«Η πρωτότυπη γραφή του Boris Zhitkov συνθέτει μια αφήγηση εκρηκτική, ένα μωσαϊκό μιας δεδεκάδας ανθρώπων τα πεπρωμένα των οποίων συμπίπτουν, σύμφωνα με τη "Λε Μοντ". Αυτή η δομή του μυθιστορήματος αναδεικνύεται σε μια πραγματική πρόκληση απέναντι στις μυθιστορηματικές συμβάσεις και απαιτεί από τον αναγνώστη μεγάλη υπομονή και προσοχή. Μας φέρνει στο νου τους πειραματισμούς του Τζον Ντος Πάσος στην τριλογία του "USA" που γράφτηκε την ίδια περίοδο με το "Βίκτορ Βάβιτς", και ιδιαίτερα την τεχνική του κινηματογραφικού μοντάζ του Σεργκέι ΑΪζενστάιν, στη δεκαετία του '20.

Το "Βίκτορ Βάβιτς" αφηγείται την απογύμνωση των ανθρώπων απέναντι στους ολοκληρωτισμούς, είτε της μοναρχίας είτε των κομμουνιστών. Είναι σίγουρα το μεγάλο μυθιστόρημα της επανάστασης του 1905, όμως η εποχή δεν είναι παρά μια πρόφαση. Ενοχλούσε στην εποχή του, αλλά και σήμερα».