Έλεγχο στη σύγχρονη τέχνη, μήπως οδεύουμε σε λάθος διαδρομή;

elencho-sti-synchroni-techni-mipos-odevoume-se-lathos-diadromi

Λοιπόν, από δω και στο εξής την εικαστική πολιτική των Μουσείων Σύγχρονης Τέχνης θα την ασκούν προσωπικότητες όπως ο χημικός-μηχανικός και πρόεδρος της Εταιρείας Αρχαιολογικής Ενοποίησης Κυριάκος Γριβέας, ο δημοσιογράφος Δημήτρης Καπράνος (ο γνωστός των δομημένων ομολόγων του ΤΣΠΕΑΘ) και οι ex officio εκπρόσωποι του Εικαστικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.

Ο υπουργός Πολιτισμού Μιχάλης Λιάπης πέρασε στα κρυφά την περασμένη Πέμπτη τροπολογία στο νέο νόμο για την αρχαιοκαπηλία, σύμφωνα με την οποία οι διευθυντές του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης «παύουν να αποτελούν όργανο διοίκησης». Ο υπουργός έκρινε απαραίτητο να επαναπροσδιορίσει όχι μόνο τις αρμοδιότητές τους αλλά και τα απαιτούμενα προσόντα διορισμού τους. Ο νόμος με τις τροποποιήσεις του αναμένεται να ψηφιστεί στο σύνολό του αύριο.

Έτσι, στο εξής οι εκάστοτε διευθυντές των δύο μουσείων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη θα λειτουργούν «υπό την εποπτεία του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο θα χαράσσει την πολιτική και θα καθορίζει τον καλλιτεχνικό και επιστημονικό προγραμματισμό». Θα «επιβλέπουν», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην τροπολογία, «την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ»!

Ο προηγούμενος νόμος (2557) του 1997 έδινε την αρμοδιότητα στον διευθυντή -όπως γίνεται σε όλα τα μέρη του πολιτισμένου κόσμου- «να μεριμνά για την πραγματοποίηση του επιστημονικού και καλλιτεχνικού προγραμματισμού του μουσείου». Στην Ελλάδα όμως Ν.Δ. και ΚΚΕ (που μαζί με το ΛΑΟΣ είναι τα μοναδικά κόμματα της αντιπολίτευσης που ψήφισαν υπέρ της τροπολογίας) επιθυμούν τον έλεγχο της τέχνης, σαν άλλοι «πατερούληδες».

Ποια άραγε σκοπιμότητα εξυπηρετεί η συγκεκριμένη τροπολογία; Ξύπνησε ένα ωραίο πρωινό ο Μιχάλης Λιάπης και σκέφτηκε, έτσι χωρίς λόγο, να περιορίσει τις αρμοδιότητες των διευθυντών μόνο σaαυτά τα δύο μουσεία; Η Εθνική Πινακοθήκη γιατί του ξέφυγε; Οταν πάγιο αίτημα της τελευταίας δεκαετίας είναι (επιτέλους) η στέγαση των δύο μουσείων, η απόφαση της πολιτείας να συρρικνώσει το ρόλο του διευθυντή μάς γυρίζει πίσω ολοταχώς. Τι να τα κάνουμε τα νέα κτίρια εάν πρόκειται να στεγάσουν μαριονέτες; Ποιος σοβαρός επαγγελματίας του χώρου θα θελήσει στο μέλλον να διεκδικήσει αυτές τις θέσεις;

Οι συγκεκριμένες διευθύντριες (Αννα Καφέτση στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και Μαρία Τσαντσάνογλου στο Κρατικό Σύγχρονης Τέχνης) έχουν στοχοποιηθεί από ορισμένα μέλη (πρώην και νυν) των διοικητικών συμβουλίων. Δεν είναι πια κοινό μυστικό. Συνήθως οι πρόεδροι (αλλά και κάποια μέλη) των Δ.Σ. διορίζονται με κομματικά κριτήρια. Και είναι συνήθως άνθρωποι που δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο. Εχουν όμως σχεδόν πάντα άποψη περί τέχνης. Κι εδώ είναι η αφετηρία του προβλήματος. Θα περίμενε κανείς από την πολιτεία να χαράσσει μακροπρόθεσμη πολιτιστική πολιτική σε θεσμούς όπως είναι τα μουσεία, διορίζοντας στα Δ.Σ. προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους, με εξειδικευμένο λόγο και ουσιαστική γνώση. Κι όχι να ενδυναμώνει τους φίλους και κουμπάρους της όσα χρόνια κάθεται στην εξουσία.

Είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο κ. Λιάπης, που ευαγγελίζεται τη διαφάνεια μετά τα πρόσφατα (και παρ' ολίγον τραγικά) γεγονότα στο υπουργείο του, αποφάσισε να ικανοποιήσει τους ψηφοφόρους του και όχι την πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου. Είναι άραγε τυχαίο ότι ένα χρόνο πριν, η σκανδαλώδης αποπομπή του Στέφανου Λαζαρίδη από τη διεύθυνση της Λυρικής Σκηνής συνοδεύτηκε από την ανακοίνωση (του προέδρου του Δ.Σ. Οδυσσέα Κυριακόπουλου) αλλαγής του νόμου πλαισίου που τη διέπει με τη δημιουργία μιας «τρόικας» συνδιοίκησης; Και η Λυρική Σκηνή Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου είναι, όπως και τα δύο Μουσεία Σύγχρονης Τέχνης. Αλλά και το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, κ.ά. Να περιμένουμε κι εκεί αλλαγές;