Νίσυρος: πλατό στο πέλαγος και ηλιαχτίδα στην ψυχή

nisyros-plato-sto-pelagos-kai-iliachtida-stin-psychi

Η σχέση της Ελένης Αλεξανδράκη με τη Νίσυρο είναι δεδομένη. Όχι μόνο μένει στο νησί εδώ και 20 χρόνια, αλλά ο τόπος πρωταγωνιστεί σε πολλές δουλειές της.

Εκεί γύρισε μια σεκάνς από τη «Σταγόνα στον ωκεανό», το ντοκιμαντέρ «Μυρίζει Πάσκα» και τη «Νοσταλγό». Το ότι η Νίσυρος έγινε και πάλι πλατό της καινούργιας της ταινίας, «Ο Αρσιβαρίστας και ο Αγγελος» (τα γυρίσματα ολοκληρώνονται αυτές τις μέρες), μοιάζει ως η πιο αυτονόητη επιλογή.

Και μόνο το τοπίο του νησιού, άγριο και βραχώδες, με ένα πράσινο χαλί στρωμένο ακόμα και στους απόκρημνους βράχους του, προσφέρεται ως ιδανική μακέτα. Στολίδι του, το ζωντανό ηφαίστειο που κοχλάζει. Οχι μόνο το βλέπεις από κάθε γωνιά του νησιού, όπως ο υψωμένος Εμπορειός ή τα Νικιά, αλλά πλησιάζοντάς το, ακούς τα έγκατα της γης που βράζουν.

Αυτή τη φορά η Αλεξανδράκη δεν εμπνέεται μόνον από το πανέμορφο τοπίο της Νισύρου, αλλά κυρίως από τους ανθρώπους της. Ενας ντόπιος, ο Σιδερής Κοντογιάννης, έγινε η αφορμή να γράψει το σενάριο και να πλάσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Αρσιβαρίστα, τον οποίο, φυσικά, ανέθεσε στον ίδιο.

Η ιστορία είναι η εξής: Ενας Αθηναίος παραγωγός, ο Αγγελος (Δημήτρης Μπίτος), έρχεται στο νησί για να στήσει το πολυθέαμα «Ηφαιστειοραματιστές», στον κρατήρα του ηφαιστείου. Μέσα σε αυτό, σε ένα λιλιπούτειο σπιτάκι, ζει μαζί με την αγαπημένη του Μαργαρίτα (Κλαυδία Ζαραφωνίτου) ο Αρσιβαρίστας, που χρωστά το παρατσούκλι του στα βάρη που κάνει. Οι δύο άντρες θα συγκρουστούν όσο δεν πάει. Μόνο που τους ενώνει και μια βαθύτερη συγγένεια...

Δεν είναι η μόνη ιστορία που συναντάμε, καθώς μέσα στην ταινία... γυρίζεται μια άλλη ταινία. Αυτή μάς πάει πίσω στο 1938. Ο Μανόλης (Γιωργής Τσαμπουράκης), από ευκατάστατη αγροτική οικογένεια, ερωτεύεται ένα φτωχό κορίτσι «αγνώστου πατρός», τη Ρηνιώ (Κατερίνα Χαρίτου). Και ενώ η ίδια και η μάνα της (Λυδία Κονιόρδου) ελπίζουν στο γάμο, η μάνα του Μανόλη (Ασπασία Κράλλη) έχει αντίθετη άποψη. Δεν θέλει να δώσει τον γιο της σ' ένα μούλικο.

Κι αν οι δύο ιστορίες, η παλιά και η σύγχρονη, φαίνονται εκ πρώτης όψεως άσχετες μεταξύ τους, κάτι τέτοιο καθόλου δεν ισχύει. Εκτός του ότι και ο Αρσιβαρίστας είναι μπάσταρδο, οι δύο ιστορίες διατρέχονται από τη σύγκρουση καλού-κακού, που είναι άλλωστε η κεντρική ιδέα της ταινίας. Λειτουργεί μέσα από πρόσωπα αντίθετης ψυχοσύνθεσης. Τον Αρσιβαρίστα και τον Αγγελο (στη σύγχρονη ιστορία), τις δύο πεθερές (στην παλιά). Η Κονιόρδου συμβολίζει την αγνότητα και την καλοσύνη και η Κράλλη την απόλυτη κακία.

Το επιβεβαιώσαμε στα γυρίσματα που παρακολουθήσαμε στη Νίσυρο. Η Ρηνιώ, η μάνα της και άλλες κοπέλες του χωριού πλένουν τα χαλιά στην αυλή μιας παραδοσιακής εκκλησίας στον Εμπορειό. Γονατιστές με τις βούρτσες ανά χείρας, τραγουδάνε παραδοσιακούς σκοπούς. Μέχρι που έρχεται η «πεθερά» της Ρηνιώς και αρχίζει να τη βρίζει και να την καταριέται, ώσπου η μικρή λιποθυμάει.Την υποδύεται η Νισύρια Κατερίνα Χαρίτου. Οπως και πολλοί άλλοι στην ταινία, δεν είναι επαγγελματίας ηθοποιός. Είναι μια συνειδητή επιλογή της Ελένης Αλεξανδράκη. Τον Σιδερή τον πρωτοείδε πριν από λίγα χρόνια μέσα σε μια εκκλησία. Κάθε φορά που τον συναντούσε της έκανε εντύπωση η ευγένειά του. Κι αν η σκηνοθέτις στο πρόσωπό του βλέπει ένα «μεγάλο ταλέντο», ο ίδιος δεν ξέρει αν το βάπτισμα του πυρός που πήρε ως ηθοποιός σημαίνει ότι θα συνεχίσει.Πολλοί ντόπιοι δίνουν το «παρών» στην ταινία. Αλλοι κάνουν ένα μικρό πέρασμα. Κι άλλοι έχουν ρόλο, όπως η κυρα-Παρασκευή που κάνει τη μαμά του Αρσιβαρίστα και η κυρα-Δέσποινα που υποδύεται τη θεία του.

«Σχεδόν όλοι στη Νίσυρο είναι επαγγελματίες ηθοποιοί», επιβεβαιώνει και ο διευθυντής φωτογραφίας Βασίλης Καψούρος. Μαζί αποφάσισαν να γυρίσουν την ταινία σε φιλμ και όχι σε βίντεο, αυξάνοντας έτσι και τις δυσκολίες αλλά και την πρόκληση.

Στην προηγούμενη ταινία της είχε δουλέψει και η Κλαυδία Ζαραφωνίτου ως βοηθός σκηνοθέτη. Αυτή είναι το δεύτερο πρόσωπο που ενέπνευσε την Αλεξανδράκη. Τη φαντάστηκε με τον Σιδερή Κοντογιάννη ως ιδανικό ζευγάρι του ηφαιστείου. «Εχει το χάρισμα να έχει έναν περίεργο εξωτισμό και κάνει την ταινία να μοιάζει κινεζική», λέει η σκηνοθέτις. Ενώ ο άλλος της πρωταγωνιστής, ο Δημήτρης Μπίτος, «κάνει το ρόλο του Αγγελου να μοιάζει ντοστογεφσκικός».

Η Αλεξανδράκη, εκτός από ερασιτέχνες, προτιμά στις ταινίες της να παίζουν άνθρωποι του θεάτρου. Επεισε, μάλιστα, την Κονιόρδου να παίξει για πρώτη φορά στον κινηματογράφο.

«Είμαι από τις ηθοποιούς που έχουν καταγραφεί ως θεατρικές. Οταν μπεις σε αυτή την κατηγορία δεν σου προτείνουν τηλεόραση ή σινεμά», ομολογεί η Κονιόρδου.

Τη μουσική έγραψε ο Νίκος Παπάζογλου. Η ταινία επιχορηγήθηκε από το ΕΚΚ με 260.000 ευρώ, ενώ έχει στο πλευρό της πολύτιμο χορηγό τη Wind.