Το παρελθόν έμεινε άγαλμα στην τότε κομμουνιστική Ουγγαρία

to-parelthon-emeine-agalma-stin-tote-kommounistiki-oungaria

Η προοπτική να μοιραστείς ένα γευστικότατο κοκτέιλ Μολότοφ παρέα με τον Καρλ Μαρξ, τον Λένιν και τον Ενγκελς μοιάζει βγαλμένη από σουρεαλιστικό όνειρο ενός παθιασμένου θεωρητικού της αριστερής διανόησης.

Κι όμως χρειάζονται μόνο 20 λεπτά με το αυτοκίνητο για να οδηγηθείς από το κέντρο της Πέστης πίσω στον χρόνο, στην περίοδο κατά την οποία η μισή σχεδόν Ευρώπη βρισκόταν στη σφαίρα της επιρροής τής ΕΣΣΔ. Το Πάρκο των Αγαλμάτων είναι στην πραγματικότητα ένα νεκροταφείο 42 μνημείων που κοσμούσαν τους δρόμους της Βουδαπέστης, την κομμουνιστική περίοδο της Ουγγαρίας. Και το κοκτέιλ Μολότοφ, που πίνεται μέσα από κύπελλο-χειροβομβίδα είναι το must για να ξεκινήσεις σωστά την περιήγηση.

Στη σκιά ενός γιγάντιου τοίχου με ζωγραφισμένο το θωρηκτό Ποτέμκιν είναι γραμμένο το ποίημα του Γκιουάλ Ιλίες «Μία λέξη για την τυραννία». Το πάρκο φρουρούν οι πυλώνες της κομμουνιστικής ιδεολογίας, ο Λένιν και το διπλό άγαλμα- σύμπλεγμα των Μαρξ και Ενγκελς. Ενα στενό δρομάκι ανάμεσα σε δύο τοίχους σε οδηγεί στο πάρκο και η αίσθηση του περιορισμού είναι έντονη.

Αυτός ήταν και ο στόχος του αρχιτέκτονα του πάρκου Ακος Ελεόντ, όταν το 1991 ανέλαβε το εγχείρημα.

Ένας από τους βασικούς προβληματισμούς της νέας ουγγρικής κυβέρνησης μετά τις πολιτικές αλλαγές του 1989-90, που αποτέλεσε και θέμα δημόσιας συζήτησης, ήταν η τύχη των κομμουνιστικών μνημείων που ήταν πλέον σαφές ότι δεν είχαν θέση στους δρόμους της πόλης. Σειρά προτάσεων κατατέθηκε, και το 1991 στην ουγγρική Επιτροπή Πολιτισμού επικράτησε η ιδέα ενός μουσείου μνήμης, «όχι προσβολής, όχι αντι-προπαγάνδας ούτε ειρωνείας» όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Ελεόντ, όταν τα σχέδιά του ξεχώρισαν στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό που ακολούθησε.

Τα γιγαντιαία αγάλματα ούγγρων κομμουνιστών, του Δημητρόφ, το μνημείο του σοβιετικού στρατιώτη, όλα μεταφέρθηκαν στο Πάρκο τον Αγαλμάτων, που άνοιξε για πρώτη φορά στο κοινό στις 29 Ιουνίου 1993, δύο χρόνια μετά την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουγγαρία. Κάποιοι πληγώθηκαν, κάποιοι εξαγριώθηκαν, κάποιοι αισθάνθηκαν δικαιωμένοι. Οι περισσότεροι αφήνοντας τη μνησικακία να κοιμηθεί ξεπέρασαν το αρχικό αίσθημα περιέργειας για το μουσείο, που είναι το μοναδικό στο είδος του στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το αντιμετωπίζουν πλέον όπως όλα τα ιδρύματα που στεγάζουν, προβάλλουν και προωθούν την ιστορική κληρονομιά της Ουγγαρίας, και το επισκέπτονται περισσότεροι από 40.000 χιλιάδες ντόπιοι και ξένοι κάθε χρόνο.

Η ανάμειξη των κλασικών μνημείων, το μεγαλείο της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας με μεγάλη δόση από κομμουνιστικό μπαρόκ συνοδεύει τον επισκέπτη σε κάθε του βήμα. Το αρχικό στενό μονοπάτι διευρύνεται σε πολλά και το πάρκο ανοίγεται μπροστά. Στο κέντρο ξεκουράζεται ένα Τράμπαντ με ζωγραφισμένο το σφυροδρέπανο. Από ψηλά το θαυμάζουν ακόμη δύο κορυφαίοι Σοβιετικοί, ο Οσταπένκο και ο Στάινμετζ, δίπλα από το Μνημείο Ουγγροσοβιετικής Φιλίας. Ο Λένιν κυκλοφορεί εις τετραπλούν, ο Μαρξ είναι τουλάχιστον διπλός, ενώ δεν υπάρχει ούτε ένα άγαλμα του Στάλιν- το μοναδικό που υπήρχε στη Βουδαπέστη καταστράφηκε από το εξεγερμένο πλήθος στην επανάσταση του 1956.

Στη δημοκρατία μιλάς για δικτατορία


Η δημιουργία και η ύπαρξη του πάρκου ήταν και είναι ένα ευαίσθητο θέμα. Ορισμένοι μίλησαν για οξύμωρο, για την τραγική κατάληξη των αγαλμάτων που τώρα χρησιμοποιούνται για στυγνή αντικομμουνιστική προπαγάνδα. «Προσπάθησα να κινηθώ με μετριοπάθεια και ρεαλισμό. Να είμαι ειλικρινής, να κινηθώ στον άξονα της αλήθειας», έλεγε ο αρχιτέκτονας, υποστηρίζοντας ότι το «πάρκο είναι για τη δικτατορία». Ταυτόχρονα όμως «το πάρκο είναι για τη δημοκρατία, γιατί μόνο η δημοκρατία δίνει το δικαίωμα να μιλάμε για δικτατορίες, μας δίνει το δικαίωμα ελευθερίας του λόγου και επιλογής». Το κεντρικό μονοπάτι σε οδηγεί σ' έναν τοίχο. Αδιέξοδο. Μπορείς μόνο να κάνεις μεταβολή, να γυρίσεις πίσω και να αγοράσεις αναπτήρες με σφυροδρέπανα, από το μαγαζάκι με τα αναμνηστικά.