Γιάννης Βόγλης, διακεκριμένος ηθοποιός με διαχρονικότητα

giannis-voglis-diakekrimenos-ithopoios-me-diachronikotita

Τον «Καπετάν Μιχάλη» παρουσιάζει το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης στην πόλη μας τιμώντας τη συμπλήρωση 50 χρόνων από το θάνατο του μεγάλου κρητικού συγγραφέα, Νίκου Καζαντζάκη. Ο Γιάννης Βόγλης, σκηνοθέτης και ερμηνευτής στην παράσταση, μίλησε στην Αθηνά Τσακαλίδου και το περιοδικό CITY για τη συγκεκριμένη παραγωγή (11.07.2007).

Πείτε μας δύο λόγια μας για την υπόθεση του έργου.

Η υπόθεση διαδραματίζεται μετά την επανάσταση του 1866 στην Κρήτη όπου υποτίθεται ότι θα ξεκινήσει μία ακόμα εξέγερση κατά των Τούρκων. Οι δύο βασικοί ήρωες είναι ο Καπετάν Μιχάλης, ο οποίος είναι από γενιά επαναστατών και ανυπότακτων και ο άλλος ήρωας είναι ο Νουρήμπεης, οποίος κι αυτός είναι μεν Κρητικός αλλά είναι Τούρκος και κατακτητής. Σε κάποια φάση οι δυο τους, όταν ήταν νεότεροι και είχαν μια σύγκρουση, αποφασίζουν να μονομαχήσουν.

Αντί για αυτό όμως, επειδή ο ένας εκτιμούσε τον άλλον, γίνονται σταυραδέρφια, δηλαδή σμίγουν τα αίματά τους. Από κει και πέρα, ο Νουρήμπεης έχει μια γυναίκα, την Κερκέζα Εμινέ, η οποία είναι πανέμορφη και την οποία συναντά στο σπίτι του πρώτου ο Καπετάν Μιχάλης και, κατά κάποιον τρόπο, την ερωτεύεται αλλά αυτό είναι ενάντια στις αρχές του -και στις πολιτικές αλλά και στις ιδεολογικές.

Ιδίως όταν είναι παντρεμένος και έχει και δύο παιδιά, μια κόρη κι ένα γιο. Αυτό όμως είναι ουσιαστικά το background. Η ουσία είναι η σύγκρουση της κατακτημένης Κρήτης με τον κατακτητή. Μέσα σε όλη αυτή την ιστορία υπάρχει ο αδερφός του Καπετάν Μιχάλη, που είναι δάσκαλος και μαζί με έναν άλλον διανοούμενο υποστηρίζουν ότι η Κρήτη μπορεί να ελευθερωθεί μόνο με τη βοήθεια των ξένων.

Ο Καπετάν Μιχάλης δεν πιστεύει σε αυτό, πιστεύει ότι πρέπει να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις… Όμως κάθε τόσο υπάρχουν επεισόδια: Ο άλλος αδερφός του Καπετάν Μιχάλη, που είναι κι αυτός ανυπότακτος, πάει ένα γάιδαρο στο τζαμί να προσκυνήσει κι αυτό θίγει τους Τούρκους. Μετά ο Καπετάν Μιχάλης μεθάει και μπαίνει στον τούρκικο καφενέ και βγάζει όλους τους αγάδες για να πιει τον καφέ μόνος του.

Και όλα αυτά τα επεισόδια ανάβουν μια σπίθα που οδηγεί σε μια εξέγερση για μια ακόμη φορά. Βέβαια ανοργάνωτη, όπου αγριεύουν οι Τούρκοι και αρχίζουν να σφάζουν. Αυτό οδηγεί σε ένα αδιέξοδο, όπου ο Καπετάν Μιχάλης, ενώ όλοι συμβιβάζονται να σταματήσει η εξέγερση και να κατεβάσουν τα όπλα, αυτός συνεχίζει μέχρι τέλους, ξέροντας συνειδητά ότι θα φτάσει στον θάνατο. Αυτά όλα είναι ο γενικός καμβάς και ουσιαστικά είναι η διάθεση του Καζαντζάκη. Προσωπικά θα χαρακτήριζα το έργο ως μια ελεγεία της ελευθερίας, αλλά όχι μόνο της ελευθερίας της πατρίδας, αλλά και της εσωτερικής.

Ποια είναι η λειτουργία του ρόλου του Σήφακα για την εξέλιξη της ιστορίας;

Ο Σήφακας έχει 11 γιους, όλους θεριά και ο τελευταίος που ήταν ο πιο μικροκαμωμένος ήταν που έγινε δάσκαλος. Αλλά κι αυτός στο τέλος, όταν έγινε η εξέγερση και σκοτώνουν τον φίλο του τον Ιδομενέα -που είναι ρομαντικός ιδεολόγος, πιστεύοντας και γράφοντας επιστολές στις ξένες δυνάμεις για να βοηθήσουν την Κρήτη χωρίς να λάβει απάντηση- αποφασίζει κι ανεβαίνει κι αυτός στο βουνό.

Εκτός από τον ρόλο του Σήφακα έχετε αναλάβει και τη σκηνοθεσία. Τι σημαίνει για εσάς το να αυτοσκηνοθετήστε;

Δεν αυτοσκηνοθετούμαι διότι ο καπετάν Σήφακας έχει μόνο μια σκηνή. Αλλωστε το έργο το έχω ξαναπαίξει και το 1983 σε διασκευή του Κωστή Κολώτα, που έχουμε ακριβώς την ίδια και τώρα, επειδή ήταν εξαιρετική η διασκευή κι έτσι το ξέρω πάρα πολύ καλά το έργο.

Σε εκείνη τη παραγωγή ποιον ρόλο ερμηνεύατε;

Εκεί ερμήνευα τον Καπετάν Μιχάλη. Τώρα πια ηλικιακά δεν θα έπειθα ότι είμαι ο Καπετάν Μιχάλης κι έτσι παρέδωσα τον ρόλο σε έναν πολύ ικανό ηθοποιό τον Νίκο Βερλέκη, που του πάει και ο ρόλος, παίζει και ο Νίκος Δαδινόπουλος τον Νουρήμπεη και από και πέρα μια πλειάδα πάρα πολύ καλών ηθοποιών που είναι εξαιρετικοί στην παράσταση.

Σε ποια επίπεδα κινείται η σκηνοθετική σας ματιά;

Ο Κολώτης κατάφερε να αποφύγει τα ηθογραφικά στοιχεία που έχει μέσα το βιβλίο και δόμησε την παράσταση πάνω σε δραματουργικά, στις βάσεις της αρχαία τραγωδίας. Αυτό οδηγεί και τη σκηνοθεσία, η οποία είναι λιτή, δυνατή, τονίζονται οι σχέσεις και οι συγκρούσεις των ηρώων, οι ήρωες έτσι κι αλλιώς ξεπερνούν το μέσο ανθρώπινο μέτρο, γι’ αυτό και η πτώση τους είναι τραγική. Ο Νουρήμπεης για παράδειγμα αυτοκτονεί στο τέλος. Οπότε είναι ήρωες οι οποίοι δεν συμβιβάζονται στα καθημερινά και μέτρα του ανθρώπου. Αυτό το στοιχείο το έχει ο Καζαντζάκης.

Και αυτό με οδήγησε και να είναι η σκηνοθεσία όσο γίνεται πιο λιτή, πάνω στη δομή του αρχαίου δράματος. Έτσι και το σκηνικό είναι αφαιρετικό. Έχει δύο συμβολικά στοιχεία. Το ένα είναι η πύλη του κάστρου του Ηρακλείου και το υπόλοιπο είναι σε δύο επίπεδα: το πατάρι,  με πολύ απέριττα έπιπλα και μπροστά μπαίνει ένα στρογγυλό -ας πούμε αλώνι, ας πούμε πλατεία, όπου διαδρατίζονται πολλές σκηνές έντασης και συγκρούσεων πάνω στο οποίο είναι σχεδιασμένη η σφραγίδα της Φαιστού. Συνδέουμε δηλαδή την αρχαία Κρήτη με τη σημερινή.

Έχετε ξανασυνεργαστεί με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης;

Όχι, είναι η πρώτη φορά. Αλλά αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης τα τελευταία χρόνια, έχει κάνει μια ανοδική πορεία, έχει ανεβάσει παραγωγές με απαιτήσεις και με πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία και έχει ανέβει και στη συνείδησης της υπόλοιπης Ελλάδας.

Θα δοθούν συνολικά 60 παραστάσεις σε όλη τη χώρα και την Κύπρο. Το Σεπτέμβριο θα παίξετε στο Ηρώδειο. Πώς αισθάνεστε γι΄αυτό;

Γιατί, πρώτη φορά παίζω στο Ηρώδειο;

Εννοώ μήπως έχετε κάποια ιδιαίτερη συγκινησιακή φόρτιση.

Όχι καλέ, γιατί; Περισσότερο συγκινούμαι που θα παίξουμε στην Πετρούπολη,  στα νταμάρια που ανοίξαμε εγώ και ο Βολανάκης, παρά στο Ηρώδειο.

Τι σας συγκινεί στα έργα του Καζαντζάκη και στη ματιά με την οποία αντιμετωπίζει τα πράγματα;

Ε, μα πια! Τα έχετε ισοπεδώσει όλα οι δημοσιογράφοι. Δεν υπάρχει ματιά. Υπάρχει μελέτη του Καζαντζάκη. Γιατί ο Καζαντζάκης είναι ένα κεφάλαιο, ένας ογκόλιθος του πνεύματος της Ελλάδος, τιμημένος απ’ όλον τον κόσμο, έχει έδρα «Καζαντζάκη» σε 250 πανεπιστήμια στον κόσμο, έχει μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες του κόσμου και μόνο εδώ πέρα τον αγνοούμε ή τον θεωρούμε παρωχημένο. Τα όσα λέει μέσα στο έργο αφορούν τόσο πολύ το σήμερα, που δεν μπορείτε να φανταστείτε. Είναι προφητικό το έργο.

Για αυτό ας σκύψουμε λιγάκι στα δικά μας και ας σταματήσουμε να συζητάμε για διάφορους δυτικοευρωπαίους διανοούμενους. Έχουνε ευτελιστεί σήμερα τα πράγματα τόσο πολύ που μας τρομάζει να πλησιάσουμε συγγραφείς σαν τον Καζαντζάκη και όλης της γενιάς του μεσοπολέμου, γιατί τότε γράφανε σημαντικά πράγματα. Τώρα έχουμε φτάσει στην ευτέλεια και την ευκολία. Η τηλεόραση έχει κακοποιήσει τα πάντα, παράγει κακογουστιά, όπως και η μουσική μας, παράγεται ευτέλεια κι αυτό μας έχει απομονώσει από τις «πηγές» στις οποίες θα έπρεπε να σκύψουν όλοι οι Έλληνες για να πάρουν «νερό» και να πάνε παραπέρα. Δεν είναι σοβινιστικό ούτε εθνικιστικό αυτό που λέω.