Όλα είναι έργα τέχνης, ανάλογα πως θα τα δεις

ola-einai-erga-technis-analoga-pos-tha-ta-deis

Οι Stationary Machinery, το post-industrial project του Δημήτρη Καμαρωτού (wind-controlled electronics) και του Τηλέμαχου Μούσα (Brazilian berimbau και ηλεκτρική κιθάρα) θα συναντήσουν την Κυριακή 11 Μαρτίου στο Μύλο τη Σαβίνα Γιαννάτου σε μια συναυλία με ρυθμούς μηχανών παιγμένους από όργανα και τη φωνή της Σαβίνας να συνδιαλέγεται μαζί τους. «Όλα είναι έργα τέχνης, ανάλογα πώς θα τα δεις» δήλωσε η Σαβίνα Γιαννάτου κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που παραχώρησε στην Αναστασία Γρηγοριάδου για το περιοδικό CITY (στις 17.07.2007).

Τι θα ακούσουμε στη συναυλία; Τι θα παίξουν ο Δημήτρης Καμαρωτός και ο Τηλέμαχος Μούσας;

Ο Δημήτρης και ο Τηλέμαχος  ξεκινούν από το θόρυβο. Αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι ότι το όργανο που παράγει ήχο φυσικό είναι μόνο του Τηλέμαχου, παίζει ένα berimbau, ένα όργανο που είναι μεταξύ κρουστού και έγχορδου, και το μουσικό όργανο που παίζει ο Δημήτρης δεν παράγει ήχο, παίρνει τον ήχο του Τηλέμαχου και φτιάχνει έναν άλλο ήχο. Επίσης ο Δημήτρης μπορεί να πάρει και ήχο της φωνής και να παίζει και με τη φωνή. Απλώς αυτό δε γίνεται συνέχεια, η φωνή είναι πιο ανεξάρτητη. Το όργανο αυτό, wind-controlled electronics, είναι ένα ηλεκτρονικό όργανο που δεν έχει ήχο από μόνο του, συνδέεται με την κονσόλα και παίρνει το σήμα του οργάνου του αλλουνού.

Ακούγεται πολύ εντυπωσιακό. Στη φάση μια τέτοιας συναυλίας τι ακολουθείς με τη φωνή σου;

Αυτό που ακούω. Κι αυτό είναι η σύνθεση των δύο, δεν ακολουθώ το ένα ή το άλλο. Ο ρόλος όλων μας είναι να αλληλοσυμπληρωνόμαστε. Βέβαια, εντάξει  η φωνή μπορεί να φτιάξει μια μικρή μελωδία αλλά αυτό είναι κάτι αποσπασματικό, κυρίως συμπληρώνω ηχητικά, φωνητικά, αυτό το περιβάλλον.

Την ώρα που οι άλλοι χρησιμοποιούν μουσικά όργανα ό, τι τύπου κι αν είναι αυτά κι εσύ έχεις τη φωνή σου, ως μουσικός δεν συνδιαλέγεσαι μαζί τους;

Βέβαια, απόλυτα. Και πολλές φορές δεν ξεχωρίζεις ποιος ήχος είναι της φωνής και ποιος είναι του οργάνου, και είναι κι ένας στόχος -ξέρεις- αυτό, να είσαι πολύ κοντά συχνωτικά στα όργανα. Και η φωνή είναι ένα όργανο, δεν υπάρχει θέμα για αυτό, εγώ θεωρώ ότι οι τραγουδιστές είναι μουσικοί, που έχουν το μουσικό όργανο μέσα στο σώμα τους.

Αυτού του είδους τις μουσικές συναυλίες πάντα τις θεωρούμε αβάν γκαρντ και προχωρημένες;

Πάντα έτσι τις θεωρούμε. Στέκεσαι μάλλον περισσότερο στο ότι είναι δύσκολες; Ε, είναι δύσκολες. Είναι ένα είδος που ενδιαφέρει κάποιο ειδικό κοινό, δεν μπορεί να το καταλάβει ο άλλος εύκολα, σου λέει «τι ήρθα να ακούσω, θορύβους;»

Πόσο απρόβλεπτη μπορεί να είναι μια τέτοια συναυλία;

Για μας ή για τους άλλους;

Χμ, ενδιαφέρουσα ερώτηση…

Κοίτα, μπορεί να είναι απρόβλεπτη για τον άλλον, που ίσως δεν ξέρει τι έρχεται να ακούσει και να του ‘ρθει ξαφνικά ο ουρανός σφοντύλι, αλλά για μας μπορεί να είναι και προβλέψιμη, να έχουμε κάνει μια πρόβα και να έχει πάει κάπως αντίστοιχα με αυτό που θα βγει στη συναυλία, περίπου. Δεν είναι τόσο απρόβλεπτη, όμως πάντα έχει ενδιαφέροντα στοιχεία, πάντα γίνονται πράγματα που δεν έχουν ξαναγίνει, αυτό είναι σίγουρο.

Όλοι οι ήχοι έχουν μουσική; 

Όλοι, ανεξαιρέτως.

Από το θόρυβο μέχρι τη σιωπή;

Όλοι. Αυτό είναι πολύ ευχάριστο γενικά με την τέχνη, γιατί σου δίνει πάρα πολύ μεγάλη ελευθερία. Εντάξει, μπορεί κάποιος να το φοβάται αυτό - «πού θα πάμε;» και «εξομοιώνουμε τα πάντα» - αλλά έχει πολύ ενδιαφέρον. Έχεις ένα τηλέφωνο, ας πούμε, και αν το βάλεις σε μια γκαλερί,  γίνεται έργο τέχνης. Ε, το ίδιο ακριβώς. Αυτή η ματιά για μένα έχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Γιατί μετά βγαίνεις έξω και βλέπεις το τηλέφωνο σαν έργο τέχνης, ενώ εκείνο είναι στη θέση του. Μετά, όλα είναι έργα τέχνης ανάλογα πώς θα τα δεις. Με αυτήν την έννοια ναι, μπορεί να ακούσεις ένα αυτοκίνητο κι εκεί που σε ενοχλεί πάρα πολύ ξαφνικά να πεις «για άκου αυτό το θόρυβο, πώς έγινε τώρα που θυμίζει, δεν ξέρω τι…». Μπαίνεις σε μια διαδικασία να το θεωρήσεις μουσική, ακόμα κι αυτό που σε ενοχλεί.

Δεν ξέρω αν είναι αντικειμενικά σωστό, ή πόσο εύκολα μπορούμε να το κάνουμε αυτό, αλλά σίγουρα θα γινόταν έτσι πιο εύκολη η ζωή μας στις μεγαλουπόλεις…

(Γέλια) Ναι, μάλλον. Δεν προσπαθείς να το κάνεις, πάντως, γίνεται χωρίς να το θες, εμένα μου συμβαίνει. Κάποια στιγμή περπατούσα κι άκουγα κάποιες μελωδίες και ήταν ένα …κομπρεσέρ. Ήξερα ότι είναι κομπρεσέρ, από μακριά καταλάβαινα ότι αυτό δεν είναι μουσική, αλλά με εντυπωσίαζε ότι εκεί μέσα ήταν δυο τρεις φράσεις μελωδικές κι έλεγα «Μωρέ για δες, αυτό τώρα θα μπορούσε να είναι…», κι αρχίζει τότε το πράγμα και λειτουργεί αλλιώς.

Σαβίνα, ασχολείσαι πολλά χρόνια με τον φωνητικό αυτοσχεδιασμό. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιστορία;

Ουσιαστικά αυτό το κομμάτι ξεκίνησε με το Νίκο Τουλιάτο. Προϋπήρχε βέβαια ο «Ανατολικός και Δυτικός Ανεμος» του Μαραγκόπουλου, όπου αυτοσχεδιάζαμε, απλώς δεν είχα μπει ακόμα πολύ μέσα στο τι να κάνω με τη φωνή. Με τον Τουλιάτο, ξεκίνησα κρουστά και φωνή μόνο κι εκεί άρχισα να ψάχνω, γιατί αυτό με ενδιέφερε.  Με ενδιέφερε πώς να απελευθερωθώ από τη μελωδία, από τη φόρμα, πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει αυτό για τον άλλον, πόσο βαρετό μπορεί να είναι… ήταν σαν να έβρισκα μια καινούρια γλώσσα.

Σε βοκαλισμούς σε έχει εκπλήξει η φωνή σου;

Ναι, μου έχει τύχει να μην περιμένω κάτι που βγαίνει. Καλά, έτσι κι αλλιώς συμβαίνει να βγάζεις πράγματα που δεν ελέγχεις, στις αρχές συνέβαινε περισσότερο συχνά. Δεν θα το έλεγα ότι είναι ακριβώς έκπληξη, αλλά μπορεί να βρεθείς προ απρόοπτου, αυτό είναι πιο σωστό, η έκπληξη έχει το ωραίο στοιχείο, ενώ αυτό είναι το άγνωστο.

Ποια φωνητικά που έχεις ακούσει από διάφορους τόπους ζήλεψες πολύ;

Αυτά που δεν μπορώ να κάνω ζηλεύω συνήθως. Στο Ιράν, ας πούμε, ή στην Ινδία, είναι πάρα πολύ δύσκολο να κάνεις αυτό που κάνουν εκεί. Οι Εσκιμώοι έχουν μια τεχνική απίστευτη, κάτι κάνουν εκεί με τις αναπνοές τους κι ακούς ένα περίεργο πράγμα, δεν ξέρω πώς γίνεται. Αυτό που κάνουν στη Μογγολία είναι πολύ ιδιαίτερο, μπορώ να κάνω παρεμφερή πράγματα αλλά αυτό το ίδιο ακριβώς, δεν μπορώ να το κάνω.

Κουράστηκες για να πετύχεις αυτό που κάνεις τώρα;

Όχι. Δεν κουράστηκα γιατί δεν προσπάθησα με την έννοια της σπουδής. Έκανα αυτά που μπορούσα να κάνω. Δεν το έκανα με κόπο, το έκανα γιατί με ευχαριστούσε. Είναι σαν ένα παιχνίδι που το πας λίγο παρακάτω και μετά λες «Αντε πάμε πιο πέρα» αλλά δε λες «Αχ παναγία μου, πώς θα το κάνω αυτό!», αν δεν μπορώ, δεν το κάνω. Δεν θέλω να επιβάλω πράγματα στον εαυτό μου σε σχέση με τη φωνή, θέλω να είναι αυτό που είμαι, απλά. Ο καθένας είναι αυτό που είναι. Αλλος μπορεί να μη θέλει να κάνει φωνητικά, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει όλοι να θέλουν να κάνουν τα πουλιά και τα δελφίνια. Μπορεί να θες να τραγουδάς πολύ ωραία ένα τραγούδι, να έχεις τη φωνή σου υγιή και να τραγουδάς πολύ ωραία. Είναι πάρα πολύ σημαντικό από μόνο του αυτό.

Τώρα, αν σε ρωτήσω γιατί εσύ θέλεις να κάνεις τα πουλιά και τα δελφίνια, θα μου πεις δεν ξέρω;

Η αλήθεια είναι ότι πραγματικά δεν ξέρω, αν ήξερα θα σου έλεγα. Είναι ένα θέμα κι αυτό να το ψάξω…