Λόξα είναι, θα περάσει

loxa-einai-tha-perasei

Όταν ελπίζεις στην αδιαφορία των πελατών σου προς το προϊόν, τότε σίγουρα έχεις απαξιώσει το ίδιο σου το προϊόν.

Φρενίτιδα και παροξυσμός, είναι ίσως οι κατάλληλες λέξεις που μπορούν να περιγράψουν τι συνέβη, όταν μεγάλη αλυσίδα γυμναστήριων στην Ελλάδα, έβγαλε μια «μεγάλη» προσφορά.

Γυμναζόμενοι και μη, νεαροί και ηλικιωμένοι, γυναίκες και άντρες, γάτες και σκύλοι στήθηκαν στην ουρά για να προλάβουν τη μεγάλη ευκαιρία.

Και που βρίσκεται το κακό σε αυτό;

Ας υποθέσουμε ότι υπερασπίζομαι την εταιρία, η εύκολη απάντηση στην ερώτηση γιατί «τόσο φθηνά», είναι ότι προσπαθεί να καταστήσει τη γυμναστική προσιτή και σε αυτούς που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα.

Ωστόσο, ως επαγγελματίας γυμναστής είχα την ευκαιρία να το συζητήσω με πολλούς ασκούμενους και συναδέλφους μου. Όλοι είχαν την ίδια εξήγηση: οι μισοί από αυτούς τους πελάτες θα έρθουν 2 φορές και οι άλλοι μισοί καθόλου.

Κάπου εδώ είναι που ξεκινάει το πρόβλημα για τη «βιομηχανία» του fitness στην Ελλάδα, η ίδια η απαξίωσή του από εκείνους που το προάγουν.

Με απλή αφορμή στο παράδειγμα αυτής της αλυσίδας, που δεν είναι το μοναδικό, σκέφτομαι: Έστω ότι έχεις μια εταιρία που παράγει ένα προϊόν, ή υπηρεσία. Ο στόχος σου είναι να διατηρείς ένα σταθερό πελατολόγιο και να το αυξάνεις σταδιακά. Όταν, όμως, πουλάς υπηρεσίες που εύχεσαι να μην καταναλώσουν οι μισοί αγοραστές σου, τότε κάτι πάει στραβά.

Όταν, δηλαδή, ελπίζεις στην αδιαφορία των πελατών σου προς το προϊόν που τους πουλάς, τότε σίγουρα έχεις απαξιώσει το ίδιο το προϊόν σου, αλλά και τον αγοραστή του.

Το θέμα, επομένως, με τέτοιες προσφορές είναι ότι δεν αποσκοπούν στην ένταξη του ασκούμενου σε έναν σταθερά υγιεινό τρόπο ζωής, αλλά σε μια παροδική και σύντομη κατανάλωση, που στόχο έχει μόνο την αύξηση των εσόδων βραχυπρόθεσμα.

Αυτό είναι το μεγάλο λάθος. Θα πρέπει να δίνονται κίνητρα στον ασκούμενο να πηγαίνει στο γυμναστήριο, όσο πιο συχνά μπορεί και όχι να αποσκοπούμε στη μακροχρόνια απουσία των πελατών.

Μέσα από την τακτική άσκηση και τον υγιεινό τρόπο ζωής, δημιουργείται η εξάρτησή μας με την άσκηση.

Θα πρέπει να εξετάζουμε το σεβασμό που εμπνέει ένας χώρος υγείας και άσκησης πριν να συνεργαστούμε με αυτόν. Δεν είναι μια απλή αγορά υλικού αγαθού, είναι η υγεία μας, η σωματική μας διάπλαση και η καθημερινή μας αγχολυτική διέξοδος.

Ο πελάτης-ασκούμενος και κυρίως το γυμναστήριο από μόνο του, θα πρέπει να είναι σε θέση να εξετάζουν και οι δύο, από τη μεριά τους, τους παρακάτω παράγοντες:

Είναι οι εγκαταστάσεις αρκετές για να εξυπηρετήσουν τον όγκο των πιθανών πελατών;


  • Θα υπάρχει η απαραίτητη καθαριότητα σε περίπτωση αύξησης της πελατείας;
  • Θα είναι οι γυμναστές ικανοί να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των ασκουμένων;


Τα λεγόμενα γυμναστήρια των 100 ευρώ λοιπόν (πόσο μάλλον όταν βγάζουν προσφορά για 50€) είναι, πράγματι, σε θέση να μπορούν να καλύπτουν επαρκώς τις απαιτήσεις και τα έξοδα για την ομαλή λειτουργία ενός επαγγελματικού χώρου άσκησης;

Είτε με αρνητική είτε με θετική διαφήμιση, τα συγκεκριμένα γυμναστήρια κατάφεραν να πετύχουν αυτό που επιθυμούσαν, τη διάδοση του brand name τους στην Ελληνική αγορά.

Όπως σε κάθε αγορά που κάνουμε, πρέπει και εδώ να αποφεύγουμε τις σειρήνες του marketing που προσπαθούν με πονηρές μεθόδους να μας προσηλυτίζουν.

Αν αναζητάς επαγγελματική αντιμετώπιση, εξέτασε κάθε παράμετρο πριν βιαστείς να «κερδίσεις» την προσφορά, που λήγει σε τρεις ώρες και 5 λεπτά και 10 δευτερόλεπτα και είναι «μόνο για σένα» και που «άλλη τέτοια δε θα υπάρξει ποτέ ξανά» στον πλανήτη ολόκληρο.

Σε κάθε περίπτωση, ελπίζω σε μια καλύτερη εξήγηση… από την εταιρεία, σε σχέση με τα δικά μου συμπεράσματα.