Συγγραφέας, σκηνοθέτης και ηθοποιός, με ισχυρό στίγμα

syngrafeas-skinothetis-kai-ithopoios-me-ischyro-stigma


Φέτος ο Βασίλης Μαυρογεωργίου κλείνει τα τριάντα. Συγγραφέας, σκηνοθέτης και ηθοποιός, έδωσε το στίγμα του με την «Κατσαρίδα» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, μαζί με τον Κώστα Γάκη. Απόφοιτος της Σχολής του Σπύρου Ορνεράκη (σκίτσο) και της Δραματικής Σχολής της Νέλλης Καρρά, έχει μάθει να μοιράζεται ανάμεσα σε πολλά: Η χρονιά ξεκίνησε με τα «Μαθήματα βίας», συνεχίστηκε με την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού και το «Εγώ ελπίζω να τη βολέψω», πάλι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Τώρα ήρθε η ώρα του «Φάουστ» του Γκαίτε, στη Νέα Σκηνή του Εθνικού, με τη σκηνοθεσία μοιρασμένη στα πέντε – Βασίλης Μαυρογεωργίου, Γιώργος Γάλλος, Αργύρης Ξάφης, Blitz, Ηρώ Χιώτη. Μετά ελπίζει να ξεκουραστεί.

Γιατί κάνεις τόσο πολλές δουλειές;

Από έλλειψη γνώσης και μέτρου. Αλλά και λόγω χαράς, όρεξης. Πιστεύω ότι η ορμή είναι αρκετή για να μπεις σε μια δημιουργική διαδικασία. Άμα δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς, ίσως είσαι πιο δημιουργικός από τις περιόδους που έχεις χρόνο να τα αναλύεις όλα. Βέβαια φέτος ήταν λάθος, όλα αυτά μαζί ήταν κόλαση!

Είναι αποτέλεσμα και μιας καλπάζουσας φαντασίας και μιας ενέργειας που θέλεις να διοχετεύσεις κάπου;

Μπορεί, τι να πω. Είναι αλήθεια ότι θέλω να κάνω πολλά πράγματα. Στη Δραματική Σχολή, που κάνω αυτοσχεδιασμό, παρατηρώ ότι όλα τα παιδιά είναι εν δυνάμει συγγραφείς. Νομίζω ότι όλοι μας περιέχουμε έναν ολόκληρο εσωτερικό κόσμο. Άλλοτε οι περιστάσεις μας επιτρέπουν να βρούμε τον δίαυλο, άλλοτε μπορεί και να μη μας ενδιαφέρει.

Τι κάνει τη διαφορά; Πώς και γιατί ξεχωρίζει κάποιος;

Σε μεγάλο ποσοστό νομίζω ότι η τύχη παίζει ρόλο.

Η επιτυχία, η διάρκεια, το γεγονός ότι οι παραστάσεις σας ενδιαφέρουν το μεγάλο κοινό, σημαίνει κάτι πιο πολύ από σκέτη τύχη.

Δεν είμαστε και άχρηστοι. Με την «Κατσαρίδα» είναι αλήθεια ότι μαζί με τον Κώστα Γάκη κάναμε μια προσωπική κατάθεση ο καθένας. Απλώς οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Πίστεψαν άνθρωποι σε μας κι αυτό μας βοήθησε. Βλέπω τα νεότερα παιδιά πως τρέχουν από οντισιόν σε οντισιόν. Εκεί για να σε προσέξουν είναι σχεδόν αδύνατον. Δεν φαίνεται αμέσως το τι έχεις μέσα σου.

Νιώθεις ότι ανήκεις στο κοινό που σας παρακολουθεί, ξεκινώντας από την «Κατσαρίδα»;

Νομίζω ότι αυτή η δυναμική, ότι μπορώ να τα κάνω όλα μόνος μου, ότι θα τα καταφέρω, θα πετύχω, ότι τα όνειρά μου θα γίνουν πραγματικότητα, έκανε ένα κλικ στον κόσμο. Ότι δεν χρειάζεσαι τίποτα, δεν χρειάζεσαι λεφτά. Η «Κατσαρίδα» θέλει να ανέβει στο φεγγάρι, την ίδια στιγμή που κινείται σε υπονόμους και βρωμιές.

Οι νέοι σήμερα μοιράζονται την ελπίδα της «Κατσαρίδας» ή είναι απελπισμένοι;

Αυτό είναι πολύ μεγάλο ζήτημα. Πάντα παίζουν ρόλο οι αποκλεισμοί. Όταν πηγαίνεις σε ένα σχολείο που σε θεωρούν μέτριο. Όταν έχεις να ανταγωνιστείς τόσο πολλούς. Όταν στο σπίτι σου, αν και σου συμπεριφέρονται με αγάπη, σου επισημαίνουν και τα όριά σου. Όταν υπάρχουν τόσοι περιορισμοί, τόση ανεργία γύρω σου, όταν τόσοι σκοτώνονται –ακόμα και οι σειρές στην τηλεόραση δείχνουν την καταστροφή–, ενώ στις σχέσεις τους οι άνθρωποι θέλουν ο ένας να περιορίζει τον άλλον, είναι λογικό να μην πιστεύεις ότι μπορείς να ξεπεράσεις τα όρια. Ζούμε σε μια κοινωνία που ο καθένας μπαίνει στη θέση του και είναι ευχαριστημένος. Σαν να ευχαριστεί ότι του επέτρεψαν να ζει, να αναπνέει, να έχει λίγα λεφτά, να παίζει στο Ίντερνετ... Αυτός ο μίζερος τρόπος ζωής δεν μπορεί παρά να σε κάνει μίζερο. Στην ουσία ζεις μια απόλυτη γελοιότητα. Μας θέλουν κοιμισμένους. Ναι, αυτό το πιστεύω.

Είναι ευκολότερο να τα βάζεις με τους άλλους, με την κοινωνία, από το να τα βάζεις με τον εαυτό σου;

Εγώ δεν μίλησα για την κοινωνία.

Τότε ποιος φταίει;

Μεγάλη κουβέντα κι αυτή. Ποιος φταίει; Είναι κάποια πολύ συγκεκριμένα ονόματα.

Αναφέρεσαι στους πολιτικούς;

Όχι. Και οι πολιτικοί είναι εντός των θυμάτων.

Άρα;

Οι επιχειρηματίες, κάποιοι από αυτούς. Είναι ένα σύστημα που προσπαθεί να λειτουργήσει με ένα τρόπο και όλοι μας είμαστε κομματάκια του.

Πως είδες τις αντιδράσεις των νέων; Υπάρχουν συγκεκριμένοι τρόποι εξέγερσης;

Χωρίς τις επαναστάσεις θα ήμασταν ακόμα στην ολιγαρχία και τη μοναρχία. Δεν μπορεί κανείς να μένει πίσω. Κάποια στιγμή πρέπει να χυθεί αίμα. Είμαι υπέρ του τρόπου που έγιναν τα πράγματα. Όταν συνειδητοποιήσεις πόσο πολύ σε κοροϊδεύουν στα μούτρα, η οργή είναι ανεξέλεγκτη. Εντάξει, δεν είμαι υπέρ του να σπάσουν τα μαγαζάκια, αλλά δεν καταστράφηκαν κιόλας. Το να τα σπάσεις στην τράπεζα δεν με βρίσκει καθόλου αντίθετο. Είναι το παγκόσμιο καθεστώς, είναι η αρρώστια της ανθρωπότητας. Είναι αυτοί που δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, που κρατάνε όλον τον κόσμο σε παγκόσμιο χρέος. Όλοι χρωστάνε σε κάρτες και δάνεια. Ο μόνος τρόπος για να ζήσεις σήμερα, παράλληλα με τη ζωή σου, είναι να έχεις μια τραπεζική σχέση και να πορεύεσαι πάντα ένα βήμα μπροστά από τους πόρους σου. Και κάποια στιγμή, έτσι όπως καθόμαστε εδώ μέσα και πίνουμε τον καφέ μας, ένας θα πέσει, ένας θα χρεοκοπήσει, γιατί δεν χωράμε, δεν έχει θέση για όλους. Κι ο καθένας για τον εαυτό του λέει «εγώ δεν θα πέσω, προσέχω». Το σύστημα όμως είναι φτιαγμένο έτσι ώστε να μην ευημερούμε όλοι. Το μεγαλύτερο μέρος των πόρων συγκεντρώνεται προς τα πάνω. Άρα κάποιοι θα πεινάσουν. Κι όσοι ζουν φυσιολογικά μπουκώνονται με διάφορα ναρκωτικά, όπως η τηλεόραση, το Ίντερνετ, οι εφήμερες διασκεδάσεις που σε κάνουν να βιώνεις ένα είδος ελευθερίας και ότι είσαι εντάξει και πως κάποιος νοιάζεται για σένα.

Αν και ανήκεις στη νέα γενιά, έχεις ξεφύγει από τη μάζα, έχεις κάνει ένα βήμα μπροστά, νιώθεις κοντά με τη γενιά των 700 ευρώ;

Η αλήθεια είναι ότι δεν νιώθω κοντά σ’ αυτή τη γενιά. Όταν τελείωσα το σχολείο, το 1996, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα, δεν μιλάγαμε για οικονομική κρίση. Το ζόρισμα που υπάρχει σήμερα δεν το έζησα. Θυμάμαι ότι τότε δούλεψα σε ένα σούπερ μάρκετ και έπαιρνα καλά λεφτά, αλλά ήταν αντιστοίχως πάνω από 700 ευρώ. Ήμουν πιτσιρικάς. Τώρα όμως δυσκόλεψαν τα πράγματα. Πώς να ζήσεις με 700 ευρώ; Είναι τόσο λίγα λεφτά.

Φταίει σε κάτι η νέα γενιά;

Ναι, φταίει που δεν τα έσπασε όλα τα Χριστούγεννα. Εγώ μόνο έτσι το βλέπω. Έπρεπε να σπάσουν περισσότερα. Ένιωσα μια μεγάλη ανακούφιση, ένιωσα ότι κάτι θα ξεκινήσει να γίνει. Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα πράγματα είναι δύσκολο να συνεχιστούν. Και η τραγική αλήθεια είναι ότι μπορεί να είναι υποκινούμενα. Ίσως όλο αυτό να έγινε για να στραφεί αλλού η κοινή γνώμη.

Δεν ξεκίνησε όμως από μόνο του;

Από μόνο του; Οι κυβερνήσεις και τα καθεστώτα στήνουν συνεχώς πράγματα με σκοπό να προκαλέσουν καταστάσεις. Οι Δίδυμοι Πύργοι έχει σχεδόν αποδειχθεί ότι στήθηκαν από τους Αμερικανούς. Οι μαζικές απεργίες είχαν ξεκινήσει πριν από τις γιορτές και σιγά σιγά η αστυνομία άρχισε να γίνεται όλο και πιο εριστική, προκλητική παραπάνω από το συνηθισμένο.

Κι ο κόσμος πώς αντιδρά;

Δεν υπάρχει πια κοινή γνώμη. Δεν υπάρχει το καφενείο, αλλά ούτε στο γραφείο μπορείς μιλήσεις πολιτικά, μια που δεν έχεις κανέναν να μοιραστείς τις απόψεις σου. Εκεί το θέμα είναι ποιος θα σου φάει τη θέση. Ευτυχώς στο θέατρο αυτά δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον στον θεατρικό χώρο που κινούμαι εγώ, γιατί γενικότερα προφανώς και υπάρχουν. Όσο για την κοινή γνώμη, την προτείνουν η τηλεόραση, οι εφημερίδες.

Δηλαδή επιβάλλεται από τα μίντια;

Η τηλεόραση σου φέρνει στο πιάτο αυτό που έγινε. Και οι δημοσιογράφοι-αναλυτές βγαίνουν στα παράθυρα και σου λένε ποια είναι η άποψή σου. Δεν μπορείς να αντιταχθείς σε όλο αυτό. Να γιατί μπαίνω όλο και πιο πολύ στο Ίντερνετ και ψάχνω. Εκεί μπορείς να κάνεις μια σφυγμομέτρηση των πληροφοριών.

Φοβάσαι μήπως απορροφηθείς από το σύστημα το οποίο κατακρίνεις;

Αν δεν έχω απορροφηθεί ήδη. Υπάρχει η άποψη ότι αν είσαι καλά είσαι βολεμένος· πρέπει να κάνεις τα στραβά μάτια, να μην κοιτάς ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα του διπλανού σου. Όχι, δεν είναι έτσι για μένα. Πρώτα είμαστε άνθρωποι και μετά μέλη του συστήματος. Θα μπορώ δηλαδή να μιλάω μόνον αν βρεθώ κι εγώ εκτός; Το πρόβλημα είναι όταν σταματήσει κανείς να μιλάει και να βλέπει. Και σίγουρα το να μπορείς να εκφράζεις επαναστατικές ιδέες σου το δίνει η νιότη, το να μην έχεις παιδιά, να είσαι υπεύθυνος μόνο για τον εαυτό σου, να είσαι καλά στην υγεία σου, να μην έχεις ανθρώπους που πρέπει να περιθάλψεις, να έχεις σταθερό εισόδημα, να μην κυνηγάς να βρεις δουλειά... Άμα είσαι άνεργος, έχεις ένα παιδί να θρέψεις, μια μάνα άρρωστη, δεν κάνεις καμιά επαναστατική σκέψη.

Πως δουλέψατε στον «Φάουστ»;

Ο καθένας ανέλαβε να σκηνοθετήσει ένα κομμάτι – οι Blitz το έκοψαν στα τρία. Στην αρχή αναρωτιόμασταν πώς θα τα καταφέρουμε, τι σύστημα θα βρούμε. Τώρα που τελειώνουμε, ειλικρινά δεν ξέρω ποιο σύστημα ακολουθήσαμε, ούτε πώς έγινε. Έκανε ο καθένας την πρόβα του, μετά ερχόταν και κάποιος άλλος να σε βοηθήσει. Άλλοτε μαζευόμασταν όλοι μαζί. Κάτι σαν κοινόβιο. Προσπαθήσαμε να δώσουμε κοινή αισθητική και ανάγνωση πάνω στο έργο, με στόχο να φτιαχτεί ένα ενιαίο θέαμα, πράγμα που πάντα εγκυμονεί τον φόβο τού να γίνει «σούπα». Γι’ αυτό και κρατήσαμε τις διαφωνίες μας. Η διαδικασία ήταν εξαιρετικά σημαντική και δεν λειτουργήσαμε με εγωισμούς.

Θα πουλούσες την ψυχή σου στον διάβολο;

Όχι, με τίποτα. Αν μου έκανες αυτή την ερώτηση πριν από δύο χρόνια ίσως μπορούσα να απαντήσω κι αλλιώς. Τώρα, μετά τον «εφιάλτη» του Φάουστ, δεν μπορώ να πω τίποτα. Παλιότερα, μέσα μου, ήταν πολύ συγκεκριμένο το τι σημαίνει διάβολος. Όχι ότι θα την πουλούσα για κάτι, αλλά τώρα μετά τις πρόβες όλα μου φαίνονται αλλιώς. Νομίζω όμως ότι κάποιος πρέπει να την πουλήσει, όχι για τον εαυτό του αλλά για το γενικό καλό. Δεν υπάρχει όμως συμφωνία με τον διάβολο.

Με τον Θεό;

Είναι ένα παιχνίδι αυτό, που παίζεται στις πλάτες μας και είναι ένα παιχνίδι ενοχικό. Όλα στη ζωή από κάποιον τα μαθαίνεις. Το θέμα είναι ποιος σου δίνει τις πληροφορίες, αν τον εμπιστεύεσαι, από πού ήρθαν οι δικές του πληροφορίες. Γεννηθήκαμε και μας είπαν για τον Ιησού Χριστό. Μα ποιος ήταν αυτός ο Ιησούς Χριστός; Ερωτήματα πολλά και αμφιβολίες που ζητούν έρευνα. Ως τη στιγμή που κάποιος έρχεται και σου λέει ότι δεν υπήρχε. Μα ποιον να πιστέψω. Έτσι ξεκινά η μάχη του «ναι» και του «όχι» που σε κάνει να σκέφτεσαι.

(Η συνέντευξη διεξήχθη, 26.2.2009)