Η εσωστρέφεια τέλειωσε χθες. Η αδράνεια όμως;

i-esostrefeia-teleiose-chthes-i-adraneia-omos

O Κώστας Καραμανλής ανήλθε στην ηγεσία της, μαστιζόμενης τότε από εσωστρέφεια και ηττοπάθεια, της Νέας Δημοκρατίας με την υποστηριξη ιστορικών στελεχών του κόμματος με στόχο να την επαναπροσδιορίσει ως ένα σύγχρονο κεντροδεξιό κόμμα το οποίο θα μπορούσε να ανατρέψει την παντοδυναμία του ΠΑΣΟΚ. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1997 όταν ο σημερινός πρωθυπουργός διαδεχόταν τον Μιλτιάδη Έβερτ ως πρόεδρος του κόμματος ήταν ένας δυναμικός, πλην σχετικά άγνωστος, βουλευτής της Θεσσαλονίκης ο οποίος όμως διέθετε το συναισθητικό διαπιστευτήριο προς την λαϊκή βάση της Νέας Δημοκρατίας: το ιστορικό του επίθετο. Πολλοί ισχυρίστηκαν τότε ότι αυτή του η κληρονομιά θα εξελισσόταν σε εμπόδιο στην προσπάθεια του να αλλάξει το κόμμα και να εκφράσει ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Προφανέστατα έσφαλαν και η πορεία της Νέας Δημοκρατίας από το 1997 έως σήμερα το αποδεικνύει.

Στις εκλογές του 2004 αλλά πολύ περισσότερο σε αυτές του 2007 η Νέα Δημοκρατία επέδειξε εκλογική σταθερότητα ως κόμμα εξουσίας, άσχετα αν κανείς διαφωνεί η όχι με το κυβερνητικό της έργο, γεγονός που αποδίδεται στο γεγονός ότι κατόρθωσε διευσδύσει πιο επιτυχημένα και να πείσει ψηφοφόρους που ανήκουν στο λεγόμενο “πολιτικό και κοινωνικό κέντρο”. Αυτό ήταν άλλωστε και το μείζων πολιτικό εγχείρημα που ακολούθησε με σύνεση και συνέπεια η ηγεσία της ΝΔ, με την βοήθεια διαφημιστών και επικοινωνιολόγων.

Στην προχτεσινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας όλοι είδαμε ένα οργισμένο και νευρικό πρόεδρο ενός κόμματος που βρίσκεται στην κυβέρνηση να δηλώνει ότι ” η εσωστρέφεια τελειώνει εδώ” και “αυτά αλλού” με τα χέρια τεντωμένα. Σε ευθεία αντιδιαστολή με την εμφάνιση του στην ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να επικοινωνήσει σε φίλους και εχθρούς την ακλόνητη αποφαστικότητα του έναν τρόπο που δεν θα άφηνε καμμία αμφιβολία και θα θύμιζε τον Καραμανλή των πρώτων χρόνων.

Επιχειρώντας μια σύντομη ανάλυση της γλώσσας του σώματος θα έλεγα ότι ο κ. Καραμανλής ανησυχεί πολύ για την κρίση μέσα από την οποία διέρχεται το κόμμα του και επιδιώκει να της δώσει ένα βεβιασμένο και αυστηρό τέλος εξασκώντας την προσωπική του επιρροή (authority). Ως φορέας των αλλαγών που έφεραν την Νέα Δημοκρατία στην εξουσία αλλά και με το πρωθυπουργικό προφίλ του σχετικώς άτρωτο από τις αποτυχίες και τα σκάνδαλα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας (ιδιαίτερα κατά την δεύτερη πρωθυπουργία του) ο Καραμανλής ξοδεύει συνεχώς πολιτικό κεφάλαιο, προσπαθώντας να επαναφέρει στην κομματική τάξη στελέχη που έχουν την συνήθεια να εκφράζουν διαφορετικές θέσεις και ενίοτε να φέρνουν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός μπορεί να ενθουσίασε το πιστό κομματικό ακροατήριο της Νέας Δημοκρατίας που επιθυμεί μια αρραγή κοινοβουλευτική ομάδα, χωρίς διαφωνίες και αποστάσεις, όμως δείχει να μην κατανοεί ότι η αδυναμία απήχησης του κόμματος σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, στο βαθμό που αυτή η αδυναμία είναι αξιόπιστο να καταγράφεται σε δημοσκοπήσεις, δεν οφείλεται στις επικοινωνιακές βόμβες που εκτοξεύουν κατά καιρούς οι λεγόμενοι “αντάρτες” του κόμματος.

Είναι η αδυναμία της Νέας Δημοκρατίας να διαρρήξει τον ομφάλιο λώρο της διαπλοκής και της σπατάλης του δημοσίου χρήματος, να προωθήσει ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν την ζωή μας και, εν τέλει, να αποδείξει σε εκείνους που την εμπιστεύτηκαν, πέρα από τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της, ότι είναι κάτι διαφορετικό. Είναι η σύγχυση της δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, ο προκλητικός πλουτισμός εν καιρώ οικονομικής κρίσης, η κυνική παραδοχή της αυθαιρεσίας και εν πάσει περιπτώσει αυτή η αίσθηση της απόστασης από τα προβλήματα και τις ανησυχίες του μέσου πολίτη της χώρας που αποξενώνει την κοινωνία από την κυβέρνηση. Δεν θεωρώ καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι για τις καμπάνιες των υποψηφίων για την Προεδρία στις ΗΠΑ  το πλέον σημαντικό target group αποτελεί η μέση αμερικανική οικογένεια (the middle-class American family). Η μεσαία τάξη έρχεται και πάλι στο επίκεντρο και όσοι συνεχίζουν μην ενστερνίζονται τις ανάγκες και τις ανυσηχίες της, αυτοκτονούν πολιτικά.

Το κράτος και το κόμμα δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να ταυτίζονται και αυτό είναι ένας κανόνας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που τείνει να καταπατείται (όπως και πολλοί άλλοι άλλωστε. Έχουμε πληρώσει βαρύ τίμημα σε όρους ανάπτυξης, καινοτομίας και αποτελεσματικότητας της κομματικοποίησης του κράτους από την μεταπολίτευση και έπειτα. Η δημοσιότητα που λαμβάνει μια κομματική διαδικασία, όπως η συνεδρίαση της Κ.Ε της Νέας Δημόκρατιας, και η σύνδεση της εξέλιξης της με την πορεία του κυβερνητικού έργου (με τον υπολογισμού του πολιτικού κόστους να κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη) είναι και αυτές εκφάνσεις της κομματικοποίησης του κράτους.

Δεν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με την αναγκαιότητα γενικότερης στρατηγικής κατεύθυνσης από πολιτικούς προιστάμενους όμως από την άλλη δεν είναι δυνατό κρίσιμες μεταρρυθμίσεις να είναι όμηροι κομματικών σχεδιασμών όπως ο ανασχηματισμός ή ο προγραμματισμός των επόμενων εθνικών. Ο κ. Καραμανλής είναι πρόεδρος της κυβερνητικής παράταξης και εάν ο ίδιος επιθυμεί να επιδείξει και πάλι την ίδια πυγμή που έδειξε όταν ανέλαβε τις τύχες της ,διαγράφοντας τότε τον κ. Σουφλιά, μπορεί να το κάνει.

Αποτελεί όμως και τον επικεφαλής της κυβερνησης και συντονιστή του έργου της, και ως τέτοιος θα πρέπει να θέσει σαφή όρια ανάμεσα στις κομματικές σκοπιμότητες και την αντιμετώπιση των προβλημάτων μέσα από την παραγωγή έργου. Όταν έγινε πρωθυπουργός το 2004 έδινε την εντύπωση ότι θα επέβαλλε στην διακυβέρνηση του αυτήν την θεμελιώδη διαφοροποίηση. Τώρα;..