Shine a Light (ταινία 2008) και άλλες προτάσεις

shine-a-light-tainia-2008-kai-alles-protaseis

Η επιτυχία της επιστροφής του Ιντιάνα Τζόουνς έμοιαζε κάτι παραπάνω από εξασφαλισμένη και φυσικά ακόμη και οι πιο μετριοπαθείς κριτικές δεν θα μπορούσαν να εμποδίσουν τους οπαδούς ενός αληθινού κινηματογραφικού μύθου να επισκεφθούν το... «Βασίλειο του κρυστάλλινου κρανίου». Με δεδομένη την εμπορική του επικράτηση κι αυτή την εβδομάδα, οι καινούργιες ταινίες είναι μάλλον λίγες για τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς και οι περισσότερες σαφώς στοχεύουν σε ένα κοινό διαφορετικό απ’ αυτό της περιπέτειας του Σπίλμπεργκ. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει με ευκολία το ντοκιμαντέρ του Σκορσέζε για τις συναυλίες των Rolling Stones, αλλά και μια ακόμη επανέκδοση ταινίας του Ζυλ Ντασσέν, μια από τις καλύτερες στη φιλμογραφία του.

Shine Α Light (2008)

Τίποτα λιγότερο αλλά και τίποτα περισσότερο από μια κινηματογραφημένη συναυλία των Rolling Stones, αυτή προφανώς ήταν η φιλοδοξία του Μάρτιν Σκορσέζε, καθώς δείχνει να πιστεύει, και δικαίως, πως η σπουδαία μπάντα μιλάει καλύτερα από σκηνής με την ηλεκτρισμένη μουσική της. Αν η προοπτική να δείτε τους Stones από την αναπαυτική καρέκλα ενός κινηματογράφου με εξαιρετική ποιότητα ήχου σάς ακούγεται ενδιαφέρουσα, τότε το «Shine A Light» πρόκειται αναμφίβολα να σας ενθουσιάσει, ακόμη όμως κι αν δεν συγκαταλέγεστε στους φαν του γκρουπ ή των μουσικών ντοκιμαντέρ, η ταινία του Σκορσέζε κάθε άλλο παρά θα σας απογοητεύσει. Γυρισμένη κατά τη διάρκεια δύο συναυλιών που έδωσε το συγκρότημα στο Beacon Theatre της Νέας Υόρκης το φθινόπωρο του 2006, κατορθώνει να συλλάβει όλη την ατμόσφαιρα, την ένταση, την ενέργεια και τον αντίκτυπο της μουσικής τους, σε μια γκάμα θαυμαστών που ξεκινά από τον πρώην πρόεδρο Κλίντον που γιορτάζει εκεί τα γενέθλιά του, ηλικιωμένους φαν αλλά και νεαρούς που αναμφίβολα δεν πρόλαβαν τους Stones στην αληθινή ακμή τους. 

Περισσότερα από είκοσι τραγούδια που καλύπτουν σχεδόν όλο το ρεπερτόριό τους, καθώς και διάσημοι γκεστ σταρ, όπως ο Τζακ Γουάιτ των White Stripes ή η Κριστίνα Αγκιλέρα, συνθέτουν το πρόγραμμα των δύο συναυλιών, όμως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της δεν είναι άλλο από την ενέργεια του Μικ Τζάγκερ, την ένταση με την οποία ερμηνεύει, τρέχει στη σκηνή, ενθουσιάζει το κοινό, ζει τη συναυλία ολοκληρωτικά. Στην πραγματικότητα αυτή η αξιοθαύμαστη ενέργειά του όπως και ολόκληρης της μπάντας εξηγεί με τον καλύτερο τρόπο το γιατί οι Stones παραμένουν ένα από τα πιο δημοφιλή συγκροτήματα της ροκ μουσικής, ακόμη κι αν τα μέλη τους έχουν περάσει εδώ και καιρό το όριο συνταξιοδότησης. 

Αυτή ακριβώς η ενέργεια είναι που οδηγεί τον Σκορσέζε να κάνει ένα βήμα πίσω και να μη στοχεύσει σε ένα ντοκιμαντέρ για τους Stones και τον μύθο τους, αλλά να κινηματογραφήσει συχνά εντυπωσιακά τη ζωντανή τους παρουσία στη σκηνή. Η αρχική σεκάνς, όταν ο Σκορσέζε και ο Τζάγκερ προσπαθούν να λύσουν μια σειρά από τεχνικά προβλήματα γύρω από την κινηματογράφηση της συναυλίας, αφήνει υποσχέσεις για ένα πιο διεισδυτικό φιλμ, ένα making of της ίδιας της συναυλίας μέσω του οποίου θα αναδυθεί το πορτρέτο της μπάντας, όμως γρήγορα όταν η μουσική ξεκινά ο Σκορσέζε αποτραβιέται στον ρόλο του σκηνοθέτη και τα μόνα μη μουσικά στιγμιότυπα είναι αποσπάσματα από παλιές συνεντεύξεις της μπάντας, τα οποία αν και ενδιαφέροντα δεν βοηθούν τελικά στο χτίσιμο μιας ολοκληρωμένης εικόνας για τους Stones. 

Παρά ταύτα και παρότι το μεγαλύτερο μέρος των δυο ωρών του φιλμ εξαντλείται στη σκηνή, η κινηματογράφηση είναι πάντα άρτια, ο ήχος εξαιρετικός και η ενέργεια του συγκροτήματος κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι το τέλος. Η δυναμική μεταξύ του Μικ Τζάγκερ, του Κιθ Ρίτσαρντς, αλλά και ολόκληρου του γκρουπ, το χιούμορ και συχνά ο αυτοσαρκασμός των γερόλυκων του ροκ, και η δύναμη της ίδιας της μουσικής τους είναι αρκετά για να σε κρατήσουν καρφωμένο στην οθόνη, ακόμη κι αν το φιλμ δεν είναι ακριβώς ένα μουσικό ντοκιμαντέρ για τους Stones αλλά ένα ντοκουμέντο της σκηνικής τους παρουσίας, που παραμένει το ίδιο εντυπωσιακή όσο και τις μέρες της πρώιμης δόξας τους.

  • Σκηνοθεσία: Μάρτιν Σκορσέζε. 
  • Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 122 λεπτά.

Η πόλη των ανθρώπων

Σε αυτή την άτυπη συνέχεια της ταινίας του 2002 «Η πόλη του Θεού», ο τότε σκηνοθέτης Φερνάντο Μεϊρέγιες κρατά τον ρόλο του παραγωγού, δίνοντας τα σκηνοθετικά ηνία στον πολλών χρόνων συνεργάτη του Πάουλο Μορέλι. Παρότι οι δυο βασικοί ηθοποιοί έπαιζαν και στην ταινία του Μεϊρέγιες, η υπόθεση αυτής εδώ δεν ακολουθεί καμιά από τις ιστορίες εκείνου του φιλμ, αντίθετα παρακολουθεί τις ζωές των ηρώων της ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς, που προβλήθηκε για τέσσερα χρόνια στη βραζιλιάνικη τηλεόραση και που κυκλοφορεί στη χώρα μας σε dvd. H ιστορία δυο φίλων που ζουν στις φαβέλες του Ρίο Ντε Τζανέιρο και της προσπάθειας του ενός να ανακαλύψει την ταυτότητα του πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ ξετυλίγεται παράλληλα με τη διαμάχη δυο αντίπαλων συμμοριών, που ακόμη κι αν δεν τους αφορά άμεσα δεν μπορεί παρά να επηρεάσει εν τέλει την ζωή τους. Σε αντίθεση με την ταινία του Μεϊρέγιες όμως, που αποτελούσε μια εντυπωσιακά τεταμένη, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη καταγραφή, της βίας, της σκληρότητας και της δυσκολίας να επιβιώσεις στις απάνθρωπες συνθήκες ενός τέτοιου κόσμου, το φιλμ του Μορέλι κατεβάζει τους τόνους και προσπαθεί να βρει ένα πιο συναισθηματικό και ανθρώπινο κέντρο βάρους αντί του ντοκιμαντερίστικου αλλά και μάλλον επιτηδευμένου σκηνοθετικά ρεαλισμού. 

Το αποτέλεσμα είναι ένα φιλμ που αποκτά τον δικό του λόγο ύπαρξης, αν και δεν είναι το ίδιο εντυπωσιακό όσο αυτό του προκατόχου του. Η απειλή του θανάτου και η δυσκολία της επιβίωσης δεν είναι τόσο εμφανής εδώ, εν τούτοις οι χαρακτήρες αποκτούν μια πιο εύκολα αναγνωρίσιμη και τρισδιάστατη υπόσταση, αναπληρώνοντας όσα λείπουν, για να κάνουν την «Πόλη των ανθρώπων» τόσο ενδιαφέρουσα όσο την «Πόλη του Θεού». Όπως κι εκεί όμως, η σκηνοθεσία, η φωτογραφία και οι χώροι που διαδραματίζεται η δράση είναι εξαιρετικοί, αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο μια απόλυτα αληθοφανή εικόνα της πραγματικότητας.

  • Σκηνοθεσία: Πάουλο Μορέλι. 
  • Πρωταγωνιστούν: Ντάγκλας Σίλβα, Ντάρλαν Κούνχα, Τζόναθαν Χάαγκενσεν, Ροντρίγκο ντος Σάντος, Καμίλα Μοντέιρο, Νάιμα Σίλβα. 
  • Χώρα: Βραζιλία. Διάρκεια: 105 λεπτά.

Η νύχτα και η πόλη

Η πρώτη ταινία που γύρισε ο Ζυλ Ντασσέν εκτός Αμερικής το 1950 –όταν η επιτροπή Μακάρθι που διερευνούσε τις «αντιαμερικανικές» δραστηριότητες σκηνοθετών του Χόλιγουντ βρήκε στο πρόσωπό του έναν ακόμη εχθρό– είναι ένα εντυπωσιακό φιλμ νουάρ βουτηγμένο στις σκιές και την υγρασία του Λονδίνου, με ήρωα έναν εκπατρισμένο Αμερικανό που προσπαθεί να γίνει σπουδαίος στον υπόκοσμο της βρετανικής πρωτεύουσας. 

Από τη δουλειά του σαν κράχτης σε ένα μπαρ όπου δουλεύει η αρραβωνιαστικιά του μέχρι το φιλόδοξο σχέδιό να πάρει στα χέρια του τον έλεγχο των αγώνων πάλης, η καριέρα του στην παρανομία είναι καταδικασμένη στην αποτυχία, ακριβώς όπως ταιριάζει σε έναν ήρωα των νουάρ. Ο Ντασσέν τον κινηματογραφεί μέσα από την ασπρόμαυρη αντίθεση της μέρας με τη νύχτα των φιλόδοξων προθέσεων και της σκληρής πραγματικότητας, της ελπίδας και της αληθινής ζωής και χτίζει ένα σχεδόν εξπρεσιονιστικό φιλμ, όπου οι σκιές δημιουργούν τον δικό τους κόσμο και οι χαρακτήρες βυθίζονται στο σκοτάδι μιας πόλης που δεν δείχνει ικανή να προσφέρει συγχώρεση.

  • Σκηνοθεσία: Ζυλ Ντασσέν. 
  • Πρωταγωνιστούν: Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, Τζιν Τίρνι, Γκούγκι Γουίδερς, Χιου Μάρλοου. 
  • Χώρα: ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία. Διάρκεια: 101 λεπτά.

Στιγμιότυπα θανάτου

Αμερικανικό ριμέικ μιας ταϊλανδέζικης ταινίας τρόμου, από έναν ιάπωνα σκηνοθέτη, με χολιγουντιανούς πρωταγωνιστές και πλοκή που λαμβάνει χώρα στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Ένα νιόπαντρο ζευγάρι ανακαλύπτει πως στις φωτογραφίες που τράβηξε, μετά από ένα τραγικό δυστύχημα, εμφανίζονται αχνές ανατριχιαστικές φιγούρες. Υποψιασμένοι πως οι διάφορες φιγούρες σχετίζονται μεταξύ τους, αποφασίζουν να ξεκινήσουν μια έρευνα. Αυτό που θα μάθουν όμως είναι πως κάποια μυστήρια είναι καλύτερο να παραμένουν άλυτα, ενώ ένα παλιότερο λάθος μπορεί να οδηγήσει σε μια αιωνιότητα εκδίκησης.

  • Σκηνοθεσία: Μασαγιούκι Οτσιάι. 
  • Πρωταγωνιστούν: Τζόσουα Τζάκσον, Ρέιτσελ Τέιλορ, Ντέιβιντ Ντένμαν, Τζον Χένσλεϊ. 
  • Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 85 λεπτά.