Η Μάρθα Γκράχαμ ήταν έμπνευση από τις φεμινίστριες

i-martha-graham-itan-empnefsi-apo-tis-feministries

Μία από αυτές, η «Κλυταιμνήστρα», θα αναβιώσει σε παγκόσμια πρεμιέρα από τους 21 χορευτές του μπαλέτου Martha Graham Dance Company, στο Μέγαρο Μουσικής, από τις 23 μέχρι τις 25 Οκτωβρίου.



Η «Κλυταιμνήστρα» θεωρείται από τα αριστουργήματα του 20ού αιώνα και όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, το 1958, χαρακτηρίστηκε πρωτοποριακή, καθώς η παράσταση συνδυάζει το χορό με το θέατρο και ενσωματώνει κινηματογραφικές τεχνικές όπως το φλας μπακ, αλλά και τρικ της όπερας, όπως οι υπέρτιτλοι και η ταυτόχρονη αφήγηση. Για τα σκηνικά, η Γκράχαμ είχε καταφύγει στο μινιμαλιστικό πνεύμα του εικαστικού και αρχιτέκτονα Ισάμου Νογκούτσι που ήταν ένα μείγμα από ανατολίτικα και δυτικά μοτίβα.

Η Μάρθα Γκράχαμ ήταν έμπνευση για τις φεμινίστριες, παρ' ότι η ίδια μέχρι τα βαθιά της γεράματα δεν έπαυε να αναδεικνύει τη θηλυκή της πλευρά με έντονο μακιγιάζ και θεατρικά ρούχα. Ηταν απαιτητική, σκληρή πολλές φορές με τους χορευτές της προσπαθώντας να τους ωθήσει στα όριά τους. «Ηταν απίστευτη», μας λέει από το τηλέφωνο η Τζάνετ Αϊλμπερ, καλλιτεχνική διευθύντρια της ομάδας χορού Μάρθα Γκράχαμ. «Μπορούσε να είναι σοβαρή, ανυπόμονη, σοφή, απρόβλεπτη... Και αγαπούσε τους άντρες. Μέρος της ευφυΐας ήταν ότι σε κοιτούσε και σε καταλάβαινε από τη γλώσσα του σώματός σου, από τον τρόπο που μιλούσες. Επίσης, είχε μαεστρία με τους χορηγούς. Μπορούσε να καθήσει με κάποιον και να τον γοητεύσει τόσο που τελικά να έφευγε με ένα τσεκ των 50.000 δολαρίων στο χέρι».

Η Αϊλμπερ πριν αναλάβει το τιμόνι των μπαλέτων της Γκράχαμ ήταν μαθήτριά της και είχε ερμηνεύσει πολλούς μεγάλους ρόλους. Της ζητήσαμε να μοιραστεί τις αναμνήσεις της. 

«Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να σε κάνει να εκφραστείς στον ρόλο σου, είτε υψώνοντας τη φωνή είτε γελώντας. Οταν έκανα πρόβα στην Ιοκάστη, στο πρώτο σόλο με σταμάτησε και μου είπε: "Μίλα συνέχεια στον εαυτό σου, να σκέφτεσαι ποια είναι η Ιοκάστη και τι κάνει". Στη συνέχεια κάθισε στην καρέκλα της και αναφώνησε: "Εγώ το έκανα αυτό αυτόματα". Δεν έδινε συμβουλές, όμως με αυτόν τον τρόπο μου αποκάλυψε ένα από τα μυστικά της. Οτι δηλαδή για κάθε ρόλο είχε έναν μονόλογο που επαναλάμβανε μέσα της την ώρα που χόρευε».


Είδατε την παράσταση της «Κλυταιμνήστρας» με διάθεση ανανέωσης;

«Είναι μια φρέσκια ματιά, με την έννοια ότι γυρίζουμε πίσω στην αρχική παράσταση. Αναβιώνουμε το πνεύμα της δεκαετίας του '50 με τα σκηνικά του Νογκούτσι στα βασικά χρώματα άσπρο-μαύρο-κόκκινο, που είναι πολύ μοντέρνα. Τις δεκαετίες του '70 και του '80 η Γκράχαμ προσπάθησε να τα εκσυγχρονίσει προσθέτοντας χρώματα. Ομως εμείς τα αφαιρέσαμε και επιστρέψαμε στην ομορφιά του μοντέρνου, που φαίνεται πολύ καινούριο και ελκυστικό».

Η Γκράχαμ είδε την Κλυταιμνήστρα με φεμινιστική ματιά;

«Η ίδια έλεγε ότι δεν είναι φεμινίστρια, αλλά πιστεύω ότι είχε φεμινιστική προσέγγιση. Ηταν τόσο δυναμική γυναίκα και πίστευε στη δύναμη του ατόμου, είτε ήταν άντρας είτε γυναίκα. Στην παράσταση πρωταγωνίστρια είναι η Κλυταιμνήστρα που αφηγείται την ιστορία των Ατρειδών μέσα από τη δική της ματιά και αιτιολογεί γιατί σκότωσε τον Αγαμέμνονα. Λέει πως δεν έκανε κάτι τόσο διαβολικό όπως η Ωραία Ελένη, η οποία προκάλεσε χιλιάδες θανάτους. Στο τέλος του δράματος, υπερασπίζεται τον εαυτό της στον άρχοντα του κάτω κόσμου και αισθάνεται ελεύθερη και δικαιωμένη».

Γιατί έδειχνε τόσο έντονο ενδιαφέρον για τους αρχαίους ελληνικούς μύθους;

«Πίστευε ότι αποκάλυπταν την αλήθεια για τον άνθρωπο και τους συνέδεε με όσα μας απασχολούν σήμερα».

Ποια νομίζετε ήταν η μεγαλύτερη προσφορά της στον χορό;

«Με τα θέματα που επέλεγε αποκάλυψε την ανθρώπινη φύση, ενώ ταυτόχρονα έφερε τον χορό κοντά στον κόσμο της αρχιτεκτονικής, της μουσικής, της φωτογραφίας, του κινηματογράφου».

Ακολουθείτε σήμερα το όραμα της;

«Δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι έκανε εκείνη γιατί δεν έχουμε τη μεγαλοφυΐα της. Ακολουθούμε, όμως, τα βήματά της. Οπως, για παράδειγμα, την επιδίωξή της να προχωρούν οι χορευτές την τεχνική τους όσο καλύτερα γίνεται. Ηθελε να φτάσουν σε επίπεδο αθλητή, χωρίς ωστόσο να χάσουν το συναίσθημα. Αυτό παραμένει μια πρόκληση».