Αόρατη Αθήνα, φτιαγμένη από ήχους

aorati-athina-ftiagmeni-apo-ichous

Η πρόταση «Athens by sound» των Αν. Καρανδεινού, Χρ. Αχτύπη και Στ. Γιαμαρέλου θα μας εκπροσωπήσει στην 11η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας


Τρέχουν και δεν φτάνουν να προλάβουν να ετοιμάσουν την παρουσίαση της πρότασής τους «Athens by sound» οι νέοι αρχιτέκτονες Χριστίνα Αχτύπη, Στυλιανός Γιαμαρέλος και Αναστασία Καρανδεινού, μετά την απόφαση του υπουργού Πολιτισμού να εκπροσωπήσει η ομάδα τους, το ερχόμενο φθινόπωρο, τη χώρα μας στην 11η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας (14 Σεπτεμβρίου - 23 Νοεμβρίου). Κι αυτό συμβαίνει γιατί καθυστέρησαν υπερβολικά να επικυρωθούν από τον Μιχ. Λιάπη τα αποτελέσματα του διαγωνισμού, στα οποία είχε καταλήξει εδώ και αρκετό καιρό η γνωμοδοτική επιτροπή που ο ίδιος είχε ορίσει, αποτελουμένη σε μεγάλο βαθμό από καθηγητές της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ και του ΑΠΘ.

Στην προκήρυξη ανοικτής πρόσκλησης ενδιαφέροντος του ΥΠΠΟ ανταποκρίθηκαν, υποβάλλοντας τις προτάσεις τους, συνολικά 20 ομάδες ή μεμονωμένα άτομα. Οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες που επελέγησαν είναι και οι επιμελητές της εθνικής συμμετοχής, όπως μας εξήγησαν από τη Διεύθυνση Εικαστικών Τεχνών του ΥΠΠΟ. Στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής δεν συμβαίνει ό,τι και στην Μπιενάλε των Εικαστικών, όπου επιλέγεται εθνικός επίτροπος, ο οποίος προτείνει τον/τους καλλιτέχνες που θα μας εκπροσωπήσουν.

«Η ελληνική συμμετοχή, με βάση τον θεωρητικό άξονα της φετινής διοργάνωσης που επεξεργάστηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Μπιενάλε Aaron Betsky και φέρει τον τίτλο "Out There. Architecture beyond building", θα επικεντρωθεί εντός του ερευνητικού πλαισίου των σύγχρονων αρχιτεκτονικών εννοιών της μη-υλικότητας, στη χαρτογράφηση και παρουσίαση του "ηχητικού τοπίου" της Αθήνας».

Το έργο τους περιγράφεται ως ένας «ηχητικός άυλος χάρτης της πόλης». Θα εγκατασταθεί στο ελληνικό περίπτερο στα τζαρντίνι της Βενετίας από 14 Σεπτεμβρίου έως 23 Νοεμβρίου 2008.

Οι τρεις νέοι αρχιτέκτονες ξεκίνησαν από την παραδοχή πως «αρχιτεκτονική δεν είναι μόνο το κτισμένο». Πως αρχιτεκτονική είναι «όλες οι ποιότητες του χώρου, υλικές και άυλες: η ατμόσφαιρα, οι ήχοι, οι μυρωδιές, η δυνατότητα επίδρασης μεταξύ σωμάτων...». Και, με αυτό το πνεύμα σε σχέση με το «πέραν-του-κτισμένου», επέλεξαν να προσεγγίσουν τον χώρο μέσα από μία μη υλική παράμετρο: τον ήχο.

Εθεσαν τα εξής ερωτήματα: «Πώς θα φανταζόταν κανείς έναν μη-οπτικό χάρτη; Πώς θα βιωνόταν μία περιπλάνηση μέσα σε ένα δάσος από ακουστικά που παίζουν ήχους από σημεία της Αθήνας; Πώς θα ήταν αν βρισκόσουν ξαφνικά σε έναν «χάρτη», που θα εμφανιζόταν μόνον όταν εσύ περπατούσες μέσα του; Πώς θα ήταν αν αυτός ο χάρτης εμφανιζόταν μόνον αν καλούσες και κάποιον να σε ακολουθήσει;».

Το περίπτερο της ελληνικής συμμετοχής θα απαντήσει στα παραπάνω ερωτήματα μεταμορφωνόμενο σε ένα διαδραστικό παιχνίδι, που θα παρουσιάζει «θραύσματα ήχων και οπτικών ακολουθιών» της Αθήνας. Ο επισκέπτης θα αναδημιουργεί τον χώρο γύρω του μέσω της ίδιας του της παρουσίας και κίνησης. Ο χάρτης, δηλαδή, θα αποκαλύπτεται μόνον εκεί όπου θα περπατά και/ή όταν θα καλεί κάποιον να καθήσει κοντά του. Τα σώματα των επισκεπτών θα αλληλεπιδρούν τόσο μεταξύ τους όσο και με τον ίδιο τον χώρο. Η βόλτα μέσα στο περίπτερο θα μεταφέρει τον επισκέπτη «εκεί έξω» σε μία «αόρατη» Αθήνα.