Αβυσσαλέος και αδυσώπητος με καρδιά ενός παιδιού

avyssaleos-kai-adysopitos-me-kardia-enos-paidiou

Ο εκ των πρωταγωνιστών της ακριβότερης παραγωγής στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, Θοδωρής Ζουμπουλίδης, μιλάει αποκλειστικά στο STATUS για την εμπειρία του στα γυρίσματα του «Ελ Γκρέκο», καθώς και για όλα όσα τον κάνουν τον πλέον υποσχόμενο ίσως ηθοποιό της γενιάς του.


Ακόμα είναι πιθανό να μην σας λέει κάτι το όνομά του. Στοιχηματίζουμε όμως ότι αυτό πολύ σύντομα πρόκειται να αλλάξει. Έχοντας σπουδάσει υποκριτική στο θρυλικό Circle In The Square -τη σχολή του μεγάλου Θίοντορ Μαν, από την οποία έχουν αποφοιτήσει «κάποιοι» Μπενίτσιο ΝτελΤόρο και Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν-, αυτό που φαντάζει ως δεδομένο για τον Θοδωρή Ζουμπουλίδη είναι ότι διαθέτει τη «μαγιά» που απαιτείται για να γίνει... μόνιμος κάτοικος των λόφων του Μπέβερλι Χιλς.

Οι εξαιρετικές κριτικές που αποκόμισε για τις πρώτες του δουλειές -για τον «Αγγελιαφόρο» του στον «Κοριολανό» του Μιχάλη Κακογιάννη που ανέβηκε πέρυσι το καλοκαίρι στο Ηρώδειο, αλλά και για τις «απόπειρές» του στο Μπρόντγουεϊ- αποδεικνύουν ότι αυτός ο νεαρός έχει το μέλλον μπροστά του. «Την πετριά με την ηθοποιία την είχα από πολύ μικρός», θα μου πει ευδιάθετα. «Παρά το γεγονός ότι το πρώτο μου πτυχίο ήταν πάνω στο Management στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης και παρότι δούλεψα για έναν περίπου χρόνο με επιτυχία πάνω σε αυτό το αντικείμενο, στάθηκε αδύνατο να “σκοτώσω” τον ηθοποιό μέσα μου. Οπότε, όχι, δεν νιώθω “ουρανοκατέβατος” στην υποκριτική», με διαβεβαιώνει με σιγουριά απαντώντας στη σχετική ερώτησή μου. «Σε αντίθεση με το πώς προέκυψε η συμμετοχή σου στον Γκρέκο», τον πειράζω. Χαμογελά πονηρά. «Βλέπω ότι έρχεσαι διαβασμένος», μου λέει. Πατάω το rec...     

Η περιπέτεια του Γκρέκο

Το εκπαιδευτικό σου background πάνω στις υποκριτικές τέχνες εντυπωσιάζει, τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα. Πώς έπεισες, όμως, τον Γιάννη Σμαραγδή να σου εμπιστευτεί έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην ακριβότερη ίσως παραγωγή στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου;


Τον Ιούλιο του 2006 είχα βρεθεί στη Βαρκελώνη μαζί με τον πατέρα μου και την αδελφή μου για μια έκθεση ρούχων (σ.σ.: ο πατέρας του Θοδωρή αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς εισαγωγείς ετοίμων ενδυμάτων στην Ελλάδα). Επιστρέφοντας λοιπόν από τη Βαρκελώνη, έτυχε να καθίσω πίσω από δύο κυρίους οι οποίοι μιλούσαν για τον κινηματογράφο. Για παλιές ιστορίες, για τεχνικά ζητήματα κ.λπ., με τρόπο που υποδήλωνε άρτια γνώση του αντικειμένου. Κρυφακούγοντας λοιπόν την κουβέντα των μπροστινών μου, μια μικρή φωνή μέσα μου μού έλεγε «Μίλα τους».

Παίρνω λοιπόν όσο θάρρος είχα και τους ρωτώ «Μήπως είστε κινηματογραφιστές;». «Έτσι λέμε στον κόσμο, νεαρέ». «Και μήπως γνωρίζετε τον κύριο Σμαραγδή, που ετοιμάζει τον Ελ Γκρέκο;» - εν τω μεταξύ, για τον «Γκρέκο» μέχρι τότε είχα ακούσει μόνο κάποια γενικά πράγματα, όπως το ότι θα ήταν μεγάλη ταινία, σχεδόν θρυλική, και για την οποία ακουγόταν από το 1998 ότι θα γυριστεί. «Ναι», μου λέει ο ένας. «Κάθεται μπροστά σου και είναι ο αδελφός μου». «Μην μου κάνετε πλάκα», χαμογελάω. «Να, ορίστε και το διαβατήριο αν δεν με πιστεύεις». Γυρίζει τότε ο κύριος Γιάννης και με ρωτάει ποιος είμαι. Πάγωσα. Για δύο λεπτά δεν έβγαλα κουβέντα, γιατί, λέω, κάτι περίεργο παίζει εδώ, κάτι σχεδόν μεταφυσικό. Αφού, για να καταλάβεις, το εισιτήριο της πτήσης έκτοτε το κουβαλάω πάνω μου σαν φυλαχτό. 12.15 το μεσημέρι, 9 Ιουλίου 2006.

Και τι έγινε μετά; 

Με το που φτάνουμε στην Αθήνα, μου λέει ο Σμαραγδής «Δεν το έχω κάνει ποτέ, αλλά αυτό είναι σημάδι. Θα σου δώσω το σενάριο να το διαβάσεις και αύριο το πρωί στις 10 ραντεβού στο γραφείο μου για οντισιόν. Τραγούδι, χορό και δύο σκηνές. Μπορείς;». Φεύγω, λοιπόν, πάω σπίτι και στρώνομαι στο διάβασμα. Το επόμενο πρωί, ευτυχώς τα πήγα καλά. Χρειάστηκε βέβαια να δώσω άλλη μια οντισιόν, λίγες μέρες αργότερα, αλλά τελικά πήρα τον ρόλο. Δεν είναι απίστευτο;

Είναι να σε θέλει το ζάρι...

Σαφέστατα. Δεν πιστεύω σε αυτό που λένε «Το σύμπαν συνωμοτεί...», απ’ την άλλη όμως αν κάτσεις στα αυγά σου και δεν δουλεύεις, δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα. Ξέρεις πώς το θέτω εγώ; Πρέπει να δει λιγάκι τις σπίθες σου από την τριβή ο Θεός για να σε προσέξει και να βάλει το χεράκι του.

Έχεις καμιά σχέση με την Κρήτη;

Είμαι από τη Μάνη, όμως εμείς οι Μανιάτες είμαστε πολύ κοντά στη νοοτροπία των Κρητικών. Το θυμάμαι σαν τώρα... Είχα βρεθεί στα Ανώγεια για τα γυρίσματα, με πιάνει λοιπόν ένας μπάρμπας και μου λέει «Από πού είσαι, ορέ;». «Από τη Μάνη», του απαντάω. «Ήντα, τα ίδια σκατά είσαι, κάτσε κάτω να πιούμε και φέρε και μια ρακή» (γέλια). Φοβεροί άνθρωποι!

Πού αλλού χρειάστηκε να ταξιδέψεις για την ταινία;

Στη Ρόδο και στη Βενετία. Η πλάκα είναι ότι στη μητέρα μου έλεγα μέχρι τότε ότι θα πήγαινα στη Βενετία με έναν μεγάλο μου έρωτα. Τελικά, βέβαια, πήγα με τον μεγαλύτερο: την ταινία. Στην Ισπανία όμως, που και εκεί έγιναν γυρίσματα, δεν πήγα.

Δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς, ο χαρακτήρας που υποδύεσαι, ο Μανούσος (ο αδελφός του Γκρέκο), δεν πρέπει να είχε πάει στην Ισπανία...

Κι όμως, είχε πάει. Και βεβαίως ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Πειρατής, έμπορος, που κάποια στιγμή καταστράφηκε και μπήκε φυλακή. Βγαίνοντας όμως, η μοίρα του επιφύλασσε να γίνει ήρωας στη ναυμαχία της Ναυπάκτου εναντίον των Τούρκων. Πολέμησε μάλιστα στην ίδια γαλέρα με τον Θερβάντες. Πλευρό-πλευρό. «Brothers in arms», που λένε και οι ’γγλοι, αν και το σωστότερο θα ήταν «Brothers in arm». Βλέπεις, ο Θερβάντες έχασε το ένα του χέρι στη μάχη (γέλια). Ο Μανούσος, πάντως, μετά από τη ναυμαχία πήγε στην Ισπανία για να βρει τον αδελφό του.

Από τον Μανούσο, λοιπόν, εσύ προσωπικά έμαθες κάτι;

Από τον ρόλο σου πάντα μαθαίνεις κάτι, αν βεβαίως αυτός είναι καλογραμμένος ή, καλύτερα, ανθρώπινα γραμμένος. Από τον Μανούσο λοιπόν έμαθα πόσο μεγαλειώδες είναι να ζεις κάτω από έναν ήλιο όπως ο Γκρέκο και πόσο σημαντικό είναι να είσαι μεγαλόψυχος. Πάντα βοηθούσε τον αδελφό του, αυτός τον έπεισε σε σημαντικό βαθμό να φύγει για την Ισπανία, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν αντάρτης στα βουνά, με τον πατέρα τους, εναντίον των Ενετών. Είχε όμως αυτή την κρητική λεβεντιά να πει «Όχι, μωρέ, να φύγει ο αδελφός μου. Θα τον βοηθήσω όπως μπορώ». Είναι πολύ ωραίος χαρακτήρας, λεβέντης, πολεμιστής. Και σε πληροφορώ ότι η μοναδική διαφορά τους με τον Γκρέκο ήταν ότι ενώ ο Μανούσος πολεμούσε με τα όπλα και τα μαχαίρια του, ο Γκρέκο πολεμούσε με τα πινέλα του...

Αλήθεια, όταν υποδύεσαι κάποιον, προσπαθείς να βρεις κάποια κοινά σημεία αναφοράς με τον συγκεκριμένο χαρακτήρα; 

Αυτό που πιστεύω είναι ότι, τελικά, όλοι οι ρόλοι υπάρχουν μέσα μας. Και θα σου εξηγήσω ευθύς αμέσως τι εννοώ: Όταν σκοτώνεις ένα κουνούπι, δεν χαίρεσαι;

Φυσικά. Ειδικά αν με έχει... ρουφήξει προηγουμένως.

Άρα, το συναίσθημα το έχεις ήδη μέσα σου. Τώρα, αν το πάρεις και το μεγαλώσεις χίλιες φορές, γίνεσαι ένας κατά συρροήν δολοφόνος. Μπορείς να νιώσεις τη χαρά, την ηδονή να σκοτώνεις κάποιον.

Κάποιος συνάδελφός σου μου είχε πει πριν από καιρό ότι όταν σηκώνεται το πρωί, δεν νιώθει ότι πάει για δουλειά αλλά για παιχνίδι. Ισχύει αυτό;

Ναι. Αυτή ακριβώς είναι η ουσία της δουλειάς μας. Ο Στανισλάβσκι το αποκαλεί «Το Μαγικό "Αν"», «The Magic "If"». «Αν ήμουν καουμπόι», δεν λέγαμε μικροί; Ξέρεις, τα παιδιά είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί του κόσμου, γιατί πιστεύουν αυτό που ζουν. Τη στιγμή που ο μπόμπιρας λέει ότι είναι καουμπόι, είναι καουμπόι, πάει και τελείωσε. Οπότε, αυτό που κάνεις ως ηθοποιός είναι να ανασύρεις εκείνο που ένιωθες παιδί και να το «ντύσεις». Και εκεί ακριβώς έρχεται η παιδεία του ηθοποιού, που προκύπτει από τη μελέτη αλλά και την αναζήτηση.

Τι κάνεις δηλαδή σε αυτήν την περίπτωση;

Εννοώ πως αν, για παράδειγμα, σε κάποια στιγμή πρέπει να βγάλω ζήλια ή θυμό, θα πρέπει να δω μέσα μου τι είναι αυτό που «πυροδοτεί» τα συγκεκριμένα συναισθήματα. Για ποιο λόγο η ίδια ακριβώς φράση μπορεί να έχει εντελώς διαφορετικό αντίκτυπο μέσα μου αν την ακούσω από τη μητέρα μου ή από κάποιον άγνωστο; Ποιο είναι το μονοπάτι που με οδηγεί στο εκάστοτε συναίσθημα; Σημασία, λοιπόν, στην ηθοποιία δεν έχει μόνο αυτό που φαίνεται, αλλά, κυρίως, αυτό που κρύβεται από πίσω. Και σίγουρα, δεν παίζουν ρόλο τα λόγια... Αυτά, όπως και στη ζωή, τις περισσότερες φορές αντί να φανερώνουν την αλήθεια, την κρύβουν...

Πες μου λοιπόν τη δική σου αλήθεια για τις εμπειρίες σου στη συγκεκριμένη δουλειά...

Το μόνο σίγουρο είναι ότι είχα την ευλογία να δουλέψω σε μια πραγματική υπερπαραγωγή. Και το σημαντικότερο, ότι βρέθηκα υπό τις οδηγίες ενός ανθρώπου που μου απέδειξε έμπρακτα ότι εμείς οι Έλληνες, αν θέλουμε, είμαστε πλασμένοι για μεγάλα πράγματα, κόντρα σε όλες τις πιθανότητες και τις προβλέψεις. Αυτό που έμαθα, επίσης, είναι η σημασία της αλήθειας της στιγμής... Μπορεί να έχεις κάνει πρόβα δεκαπέντε φορές μια σκηνή και να πέσει π.χ. ένα ποτήρι κατά τη διάρκεια του γυρίσματος και να αλλάξουν τα πάντα στο τελικό αποτέλεσμα. Όμως, δεν πρέπει να αφήσεις αυτή την αλήθεια να χαθεί.

Ως ηθοποιός, οφείλεις να είσαι πάντα προετοιμασμένος γι' αυτήν, όπως ακριβώς ισχύει και στη ζωή: Κυνηγάς ένα αποτέλεσμα, όπως, για παράδειγμα, το να σε αγαπήσει κάποιος. Ε, δεν πας να πεις στον άλλο «Θέλω να με αγαπήσεις», αλλά προσπαθείς να το πετύχεις μέσα από τη συμπεριφορά σου. Τη μια στιγμή θα κάνεις τον μαλάκα, την άλλη τον σκληρό και ούτω κάθε εξής. Κάθε στιγμή δεν είναι η ίδια. Προσαρμόζεσαι...