Tate Modern: Απώθησε τον μικροαστισμό και αφέσου στο έργο του

tate-modern-apothise-ton-mikroastismo-kai-afesou-sto-ergo-tou

Το πρωινό της 25ης Φεβρουαρίου του 1970 η Tate παραλάμβανε μια σειρά εννέα καμβάδων που της είχε δωρίσει ο Μαρκ Ρόθκο. Την ίδια ημέρα, η σορός του καλλιτέχνη θα βρισκόταν στο στούντιό του στο Μανχάταν, μέσα σε μια λίμνη αίματος. Σε ηλικία 66 ετών, είχε κόψει την αρτηρία του δεξιού του χεριού, αφού είχε λάβει υπερβολική δόση βαρβιτουρικών.


Οι πίνακες θα αποτελούσαν μερικά από τα πιο δημοφιλή εκθέματα της Tate (τα φιλοξενούσε πάντα σε ειδικό δωμάτιο, γνωστό ως «δωμάτιο Ρόθκο») και η ιστορία που τα συνοδεύει θα γινόταν αναπόσπαστο κομμάτι του μύθου που ονομάζεται Μαρκ Ρόθκο. Η αυτοκτονία του συμπλήρωσε με τον πιο δραματικό τρόπο την εικόνα του καταθλιπτικού, μυστηριώδους καλλιτέχνη που είχε δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια της ζωής του και οι πίνακες αυτοί με τα σκούρα, σοβαρά τους χρώματα έμοιαζαν να συνδέονται απόλυτα με τον θρύλο.

Ο θρύλος αυτός, ωστόσο, φαίνεται μερικές φορές να επισκιάζει τα ίδια τα έργα. Με αυτό το σκεπτικό, η νέα έκθεση της Tate Modern επιχειρεί να απομονώσει εντελώς τα έργα από τη ζωή και τον μύθο ενός από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του αφηρημένου εξπρεσιονισμού και ολόκληρου του 20ού αιώνα. Οποιος αναζητεί στοιχεία από το δράμα του Ρόθκο στην έκθεση της Tate θα απογοητευτεί. Οι επιμελητές έχουν πάρει τη συνειδητή απόφαση να παρουσιάσουν μόλις 30 ολοκληρωμένους πίνακες από την τελευταία και πιο σκοτεινή δεκαετία της ζωής του χωρίς, να τους συνδέσουν καθόλου με τα γεγονότα της ζωής του, θεωρώντας ότι παλαιότερες ερμηνείες που κάνουν ακριβώς αυτό έχουν υπάρξει παραπλανητικές.

Πίνακες για εστιατόριο της μόδας


Στην καρδιά της έκθεσης, σε μια μεγάλη αίθουσα του μουσείου, παρουσιάζονται οι εννέα καμβάδες της συλλογής της Tate, για πρώτη φορά μαζί με άλλους πέντε της ίδιας σειράς από μουσεία της Ιαπωνίας και της Ουάσιγκτον. Πρόκειται για 14 από τους 30 πίνακες που είχε ζωγραφίσει ο Ρόθκο το 1958, κατόπιν παραγγελίας του εστιατορίου «Τέσσερις Εποχές» στο στιλάτο κτίριο Σίγκραμ της Νέας Υόρκης. Οι «τοιχογραφίες Σίγκραμ», όπως είναι γνωστές, με τα σκοτεινά τους κόκκινα και μοβ και τα φωτεινά πορτοκαλί, προορίζονταν για να στολίσουν τους τοίχους του εστιατορίου όπου έτρωγε η ελίτ της Νέας Υόρκης. Στην πορεία εκτέλεσής τους, όμως, ο καλλιτέχνης εγκατέλειψε το σχέδιο και αποφάσισε να δωρίσει μερικούς στην Tate.

Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί σε αυτή του την απόφαση είναι πολλές - σύμφωνα με την επικρατέστερη, αποφάσισε ότι ένα ακριβό εστιατόριο δεν θα μπορούσε ποτέ να αποτελέσει τον κατάλληλο χώρο για να εκτεθούν τα έργα του. Ο Ρόθκο, αγνωστικιστής Εβραίος γεννημένος στη σημερινή Λετονία, απαιτούσε να παρατηρούνται τα έργα του με θρησκευτική ευλάβεια. «Με ενδιαφέρουν τα βασικά ανθρώπινα συναισθήματα: τραγωδία, έκσταση, αφανισμός. Αυτοί που κλαίνε μπροστά στους πίνακές μου έχουν την ίδια θρησκευτική εμπειρία που είχα εγώ όταν τους ζωγράφιζα».

Ήθελε τη συμμετοχή του θεατή


Η αίθουσα της Tate όπου εκτίθενται οι τεράστιοι καμβάδες, με χαμηλό φωτισμό όπως επιθυμούσε πάντα ο καλλιτέχνης, δημιουργεί την κατάλληλη ατμόσφαιρα για να νιώσουν οι «πιστοί» του αυτού του είδους την πνευματικότητα. Ο Ρόθκο είναι ένας καλλιτέχνης που αδικείται από τις αναπαραγωγές των έργων του και τις φωτογραφίες, που δεν μπορούν ποτέ να μεταδώσουν τα συναισθήματα που προκαλεί η επαφή με τους πίνακές του. Εξάλλου πίστευε στη σημασία της συμμετοχής του θεατή σε αυτούς.

Ο ίδιος, έχοντας παραχωρήσει ελάχιστες συνεντεύξεις, δεν προσέφερε πολλά στοιχεία που να βοηθούν στην ερμηνεία του έργου του. Σύμφωνα με τους επιμελητές της έκθεσης, ο Ρόθκο στράφηκε στα σκοτεινά χρώματα, αντιδρώντας σε όσους τον είχαν κατηγορήσει ότι φτιάχνει διακοσμητικούς πίνακες, έχοντας κατά νου τα φωτεινά κίτρινα, ροζ και πορτοκαλί των πιο πρώιμων σταδίων της καριέρας του. Οι σειρές «Μαύρο πάνω σε μαύρο» και «Μαύρο και γκρι», η τελευταία που ζωγράφισε πριν από τον θάνατό του, μας μυούν ακόμα περισσότερο στη σκοτεινή διάθεση των τελευταίων χρόνων της ζωής του.

Μέρος του μυστηρίου του Ρόθκο οφείλεται στο πόσο λίγα είναι γνωστά για τον τρόπο που δούλευε. Δεν μιλούσε ποτέ για την τεχνική του, κανείς δεν επιτρεπόταν να τον δει επί το έργον, ενώ όλες οι φωτογραφίες που έχουν τραβηχτεί στο στούντιό του τον δείχνουν να συλλογίζεται μπροστά από τα έργα του και όχι να δουλεύει πάνω σε αυτά. Η Tate επιχειρεί να ξεδιαλύνει το μυστήριο. Σε μία από τις αίθουσες της έκθεσης παρουσιάζονται φωτογραφίες των έργων του κάτω από υπέρυθρη ακτινοβολία, αποκαλύπτοντας τη σύνθετη τεχνική που χρησιμοποιούσε και που δεν είναι προφανής όταν κοιτάει κανείς τους πίνακες με γυμνό μάτι, ιδιαίτερα στο ημίφως που ο ίδιος επιθυμούσε να εκτίθενται.

Φαίνεται έτσι η κοπιώδης εργασία με τις αλλεπάλληλες στρώσεις, την ποικιλία υλικών και χρωμάτων που χρησιμοποιούσε, δουλεύοντας από μέσα προς τα έξω τους πίνακές του, για να δώσει ένα αποτέλεσμα που μπορεί να φαίνεται πολύ απλό και ακραία αφαιρετικό, αλλά που τελικά ήταν πολύ σύνθετο στην εκτέλεσή του.