Ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ ήταν μόλις 18 χρόνων όταν οι μπολσεβίκοι εισέβαλαν στα Θερινά Ανάκτορα. Του έμελλε να ζήσει άλλα 23 χρόνια, ως τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πόλεμου.
Στο μεταξύ πρόλαβε να δώσει τουλάχιστον τρία αριστουργήματα, τα «Ο μετρ κι η Μαργαρίτα», «Λευκή φρουρά» και την «Καρδιά του σκύλου», να γράψει πλήθος θεατρικών έργων, να μεταπηδήσει από τους λευκούς αντεπαναστάτες στις επαναστατικές δυνάμεις, να γίνει γιατρός, να εθιστεί στη μορφίνη και να ελευθερωθεί από αυτή, να παντρευτεί τρεις φορές και να τα σπάσει εν τέλει με το καθεστώς που είχε επιβάλει ο Στάλιν. Στον τελευταίο άλλωστε έγραφε συχνά πυκνά, διεκδικώντας τα δίκια του, εννοείται χωρίς να λαμβάνει απάντηση.
Αντ' αυτής όμως και παρά τη σταθερή αντίθεσή του προς το σύστημα, που δεν τον άφηνε σε χλωρό κλαρί, συχνά δε οδηγώντας τον στην πλήρη ανέχεια, του γινόταν επιτρεπτό να εργαστεί μέσα σ' αυτό το σύστημα γράφοντας στις κεντρικές εφημερίδες ή συνεργαζόμενος με θεσμούς όπως το «Θέατρο Τέχνης» της Μόσχας, και όχι μόνο. Αντιφατικά όλα αυτά, όμως ο Μπουλγκάκοφ ούτε στην αυτοκτονία οδηγήθηκε, όπως ο Μαγιακόφσκι, ούτε είχε την τύχη της Αχμάτοβα.
Στο στόχαστρο
Ο Μπουλγκάκοφ ακολούθησε τη μοίρα πολλών ταλαντούχων ανθρώπων που είχαν την τύχη και την ατυχία να ζήσουν το πρώτο μισό του 20ού αιώνα στην τότε ΕΣΣΔ. Είδε την «εξαφάνιση» οικείων και γνωστών. Εμαθε από τις εφημερίδες της εποχής την εκτέλεση των «αντιφρονούντων» φίλων του. Βίωσε τη στενή παρακολούθηση των οργάνων της μυστικής αστυνομίας, αλλά έτυχε και της προσοχής του Στάλιν, ο οποίος ήταν ο πρώτος αναγνώστης του μυθιστορήματός του «Ο μετρ και η Μαργαρίτα».
Είναι πάντως χαρακτηριστικό πως το συγκεκριμένο έργο, το οποίο ο συγγραφέας έγραφε κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών, δεν δημοσιεύτηκε ποτέ όσο ζούσε. Πρώτη φορά τυπώθηκε την περίοδο 1966 - 1967 σε συνέχειες στο περιοδικό «Μόσχα». Κι ας είναι κατά τον Μπόρχες «μοναδικό μυθιστόρημα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας».
Συμπεράσματα όλ' αυτά, από τη σύντομη αλλά μεστή βιογραφία του που συνέθεσε ο Δημήτρης Τριανταφυλλίδης και που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αρμός». Στον ίδιο τόμο περιλαμβάνεται κι ένα μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ, αδημοσίευτο μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, τα «Μοιραία αβγά». Οπου σ' αυτό ακριβώς και η πρόκληση να ανακαλύψουμε ξανά έναν συγγραφέα τον οποίο το κοινό κοντεύει να ξεχάσει, αφού δεν γίνονται νέες μεταφράσεις και εκδόσεις των έργων του.
Παρ' ότι έχουν περάσει τουλάχιστον 80 χρόνια, τα «Μοιραία αβγά» παραμένουν ολόφρεσκα. Μέσω αυτών ο Μπουλγκάκοφ περιγράφει την παράνοια της εποχής του και γίνεται παράλληλα προφητικός: ο καθηγητής Ζωολογίας και διευθυντής του Ζωολογικού Ινστιτούτου στη Μόσχα, Πέρσικοφ, ανακαλύπτει εντελώς τυχαία μια ακτίνα η οποία πολλαπλασιάζει ταχύτατα τον χρόνο ανάπτυξης των ζώντων οργανισμών. Και ενώ η ανακάλυψή του χαιρετίζεται απ' όλους διθυραμβικά, σε σημείο να του τηλεφωνήσει ακόμα και ο ίδιος ο «μεγάλος πατερούλης», προτείνοντάς του ως δώρο ένα αυτοκίνητο, ξεσπά ένα είδος πανούκλας των πτηνών και δεν μένει κότα για κότα και αβγό για αβγό στην ΕΣΣΔ.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο ένας ευφάνταστος σοσιαλιστής πιονέρος θα χρησιμοποιήσει την εφεύρεση του Πέρσικοφ προκειμένου να ξανακουστούν τα κακαρίσματα στη μητέρα πατρίδα... Φευ, όμως, από ένα μοιραίο λάθος θα σπείρει καταιγίδες και θα εισπράξει θύελλες. Κι αυτό γιατί σ' ένα κράτος όπου η γραφειοκρατία βασιλεύει, ελέγχοντας τα πάντα, γίνονται ενίοτε και μοιραία λάθη και εύκολα η κότα μπορεί να μεταμορφωθεί σε γιγάντιο κροκόδειλο.
Χτίζοντας στα ερείπια
Ο Μπουλγκάκοφ γράφει τα «Μοιραία αβγά» με τον τρόπο -θα μπορούσε να πει κανείς- που ο Μαγιακόφσκι έγραψε τον «Κοριό». Το παράλογο παραδίδεται ως η πεμπτουσία της λογικής, τα πάντα είναι σαφή, στεγνά στην επιφάνεια, από κάτω όμως οι καταστάσεις βράζουν.
Οι καταγγελίες π.χ. για την εξουσία ενός είδους δημοσιογραφίας, που σήμερα αντιμετωπίζουμε συχνά στα ιδιωτικά κανάλια, είναι σαφείς. Οπως σαφής είναι και η προσπάθεια να δικαιωθεί ο νέος άνθρωπος, που βλέπει μπροστά και θέλει να βοηθήσει τη χώρα του αλλά λόγω ενός λάθους, που δεν είναι δικό του, δεν τον αφήνουν. Στο φινάλε του μυθιστορήματος η καταστροφή έχει επέλθει, η πάλη πια είναι να χτίσουν πάνω στα ερείπια, ο Πέρσικοφ υπάρχει μόνο στη μνήμη των στενών του συνεργατών και η ανακάλυψή του έχει περάσει πια στη σφαίρα του μύθου...