Μια ξεχωριστή θεατρίνα που κέρδισε το σεβασμό μας

mia-xechoristi-theatrina-pou-kerdise-to-sevasmo-mas

«Ο Ματέι Βισνιέκ έχει ένα σπάνιο προσόν σαν συγγραφέας: να μιλάει για τα πιο σοβαρά πράγματα, κάνοντας τους ανθρώπους και να γελάνε» είπε η Έρση Βασιλικιώτη, σκηνοθέτης για την Πειραματική Σκηνή της Τ'έχνης του έργου «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» , στη συνέντευξη που έδωσε στην Αναστασία Γρηγοριάδου και το περιοδικό CITY (στις 17.07.2007).

Πώς συναντηθήκατε με το έργο;

Ο Νικηφόρος Παπανδρέου μου έδωσε πέρυσι το έργο να το διαβάσω στα γαλλικά. Το πρώτο πράγμα που μου κίνησε το ενδιαφέρον ήταν  το πόσο πρόσφατο ήταν, γραμμένο μόλις το 2004.

Ποια είναι η ιστορία του έργου;

Είναι η επιμέρους ιστορία μιας οικογένειας σε ένα γενικότερο πλαίσιο των Βαλκανίων για το οποίο μπορούμε να πούμε ότι στη διάρκεια μιας  παράστασης είναι συμπυκνωμένη όλη η ιστορία των Βαλκανίων.

Ποιος είναι ο συγγραφέας του, ο Ματέι Βισνιεκ;

Ο Βισνιέκ είναι ένας πολύ σύγχρονος συγγραφέας. Αν και Ρουμάνος, γράφει πλέον στα γαλλικά,  αφού από το  1987 είναι εγκατεστημένος στο Παρίσι. Χαίρει πολύ μεγάλης εκτίμησης, τα έργα του παίζονται παντού, σε όλο τον κόσμο, από Καναδά μέχρι Ιαπωνία, δε συζητάω για τη Γαλλία και τη Ρουμανία όπου μετά την πτώση του καθεστώτος παίζεται συνεχώς, μέχρι ένα ολόκληρο φεστιβάλ έκαναν με δικά του έργα.

Τέτοιους συγγραφείς και τέτοια έργα νομίζετε ότι τα ανακαλύπτουμε πιο αργά στην Ελλάδα;

Δεν είναι το πρόβλημα αν τα ανακαλύπτουμε πιο αργά ή πιο γρήγορα, το πρόβλημα είναι ότι δεν είναι γνωστοί σαν ονόματα σε μας, θέλει λίγη τόλμη να τους ανεβάσεις. Το οποιοδήποτε θέατρο, όπως η Πειραματική Σκηνή,      θέλει λίγη τόλμη για να τα ανεβάσει, οποιοδήποτε όμως είναι κι αυτός ο σκοπός της.  Ένα γνωστό έργο, ένα έργο που το ξέρουμε όλοι, λειτουργεί πιο γρήγορα απ’ ό,τι ένας συγγραφέας που, ας μην γελιόμαστε, για την Ελλάδα είναι ένα άγνωστο όνομα - εκτός από αυτούς που ασχολιούνται με το θέατρο και ενημερώνονται από το εξωτερικό -  και πάντα υπάρχει ένα μικρό κούμπωμα. Τα τελευταία χρόνια, ευτυχώς,  έχει κάπως αλλάζει αυτό, το βλέπω και στην Αθήνα περισσότερο, γιατί έχουν καταλάβει όλοι πλέον ότι χωρίς σύγχρονους συγγραφείς δεν θα υπάρχει σε λίγο θέατρο. Παρόλα αυτά εξακολουθεί πάντα να είναι ένα μεγαλύτερο ρίσκο ένα νέο έργο για ένα θίασο απ’ ό,τι αν ανέβαζε ένα έργο κλασικό ή ευρέως γνωστό.

Όταν πρωτοδιαβάσατε το συγκεκριμένο έργο τι σκεφτήκατε;

Με την πρώτη ανάγνωση, παθιάστηκα με το κείμενο. Πολύν καιρό είχε να με γοητεύσει θεατρικό έργο τόσο πολύ. Αρχισα αμέσως να το μεταφράζω και να το φαντάζομαι στη σκηνή.

Τι σας γοήτευσε στο κείμενο;

Κυρίως με γοήτευσε η ποιητική, μη ρεαλιστική γραφή του, τόσο ανθρώπινη, πυκνή και ουσιαστική. Συμπύκνωση νοημάτων σε μικρές εικόνες, με λόγια  ή και χωρίς λόγια, πλούτος σκέψης πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη, ακροβασία ανάμεσα στην τραγωδία και το χιούμορ.

Είναι ένα έργο που αφορά μόνο τα Βαλκάνια;

Είναι ένα έργο που προφανώς εκτυλίσσεται στα Βαλκάνια, όσο και σε κάποια χώρα των «δυτικών παραδείσων» όπου καταφεύγουν οι νέες γυναίκες των Βαλκανίων για να βρουν την τύχη τους, με τα γνωστά επακόλουθα. Όμως  η ουσία του, με αφετηρία τα Βαλκάνια που γνωρίζουμε, πηγαίνει πολύ μακρύτερα, παντού  όπου οι άνθρωποι πολεμούν μεταξύ τους, γείτονας με γείτονα, συγγενής με συγγενή, για ασαφή συμφέροντα, που επανέρχονται μετά τον πόλεμο πολύ πιο συγκεκριμένα, με την εμπορευματοποίηση των πάντων. Οι αναφορές του μπορούν αυτήν τη στιγμή να μεταφερθούν στην Ασία, στην Αφρική, παντού κι αυτή η οικουμενικότητα και διαχρονικότητά του είναι που του δίνει για μένα τη μεγαλύτερη αξία.

Στο έργο υπάρχουν αναφορές σε ιστορικά γεγονότα, προσωπικές ιστορίες ανθρώπων, τραγικές, σύγχρονες, αληθινές. Πόσο αυτό επηρέασε τη σκηνοθετική προσέγγιση του κειμένου;

Η αναφορά σε ιστορικά γεγονότα σε ένα γενικότερο πλαίσιο, μέσα από την τραγική ιστορία μιας οικογένειας, με ώθησε στη σκηνοθεσία να χρησιμοποιήσω ένα είδος «ελλειπτικού ρεαλισμού», αν μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς αυτόν τον όρο, για να σηματοδοτήσει τη  συγκινησιακή φόρτιση που κυριαρχεί στο περιβάλλον ετερόκλητων αισθητικών στοιχείων  της γραφής του Βισνιέκ.

Αυτές οι αναφορές κάνουν το κείμενο πιο δυνατό; Και πόσο σας βοήθησαν ή σας απασχόλησαν άλλα θέματα και στοιχεία όπως η μουσική για παράδειγμα που ντύνει την παράσταση;

Αυτές οι αναφορές –μάλλον ο συνδυασμός τους- κάνουν το κείμενο πολύ πιο ενδιαφέρον, και πολύ πιο προκλητικό στη σκηνική του αναπαράσταση. Με ενδιέφερε περισσότερο η αναφορά που θα μπορούσε να έχει αυτό το κείμενο σε κάθε κοινωνία, σε κάθε ιστορική στιγμή. Πάνω σ΄ αυτή τη γραμμή κινήθηκε και η μουσική  επιλογή που έκανε  η Μαρίτα Τσαλκιτζόγλου.

Στο έργο συνυπάρχουν τραγικές ιστορίες με απίστευτες δόσεις χιούμορ. Γιατί νομίζετε συμβαίνει αυτό;

Ο Ματέι Βισνιέκ έχει ένα σπάνιο προσόν σαν συγγραφέας: να μιλάει για τα πιο σοβαρά πράγματα, κάνοντας τους ανθρώπους και να γελάνε. Πραγματικά πιστεύω πως μ΄ αυτόν τον τρόπο η τραγωδία αναδεικνύεται δυναμικότερα.

Ποια φράση του κειμένου, αν υπάρχει,  συνοψίζει δυναμικά την ουσία του έργου;

Για μένα, η φράση  που συνοψίζει  την ουσία του έργου είναι το «τώρα, όλα πουλιούνται και όλα αγοράζονται». Βέβαια, για κάποιον άλλον θεατή, μπορεί να είναι άλλη φράση. Όπως είπαμε ήδη, το κείμενο είναι ανοιχτό σε μηνύματα, και πλούσιο.

Ο συγγραφέας, Ματέι Βισνιέκ, ο οποίος παρακολούθησε την παράσταση, τι σας είπε για αυτήν;

Δεν είμαι το κατάλληλο πρόσωπο να αναφέρω τα σχόλια του συγγραφέα, θα αναφέρω όμως ένα συγκεκριμένο που με ευχαρίστησε ιδιαίτερα: Ότι είδε πλήρη κατανόηση του κειμένου  του και ταύτιση με τις σκέψεις και τη φαντασία του.

Θέλατε ο τίτλος του έργου να είναι, σε μετάφραση κι όχι αντικατάσταση του πρωτοτύπου, «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα». Γιατί;

Γιατί τον  βρίσκω πολύ γοητευτικό τίτλο, άλλωστε ο συγγραφέας επιμένει σε τίτλους που σχεδόν αποτελούν μικρά ποιήματα και ο ίδιος λέει ότι για εκείνον είναι πολύ σημαντικοί οι τίτλοι των έργων του. Ο Βισνιέκ είναι επίσης δημοσιογράφος και ποιητής και απ’ ό,τι κατάλαβα έχει μια εμμονή με το θέμα αυτό. Η μοναδική φορά που παίχτηκε έργο του με άλλο τίτλο ήταν στη Ρουμανία ως «Hotel Europa Complete» για κάποιους πολύ συγκεκριμένους λόγους της ρουμάνικης γλώσσας, στην οποία ηχούσε κάπως περίεργα αυτή η φράση. Ήταν η μόνη φορά που δέχτηκε κι ο ίδιος να αλλάξει ο τίτλος.

Ο συνδυασμός ποιητή και θεατρικού συγγραφέα είναι έντονος στο κείμενο;

Είναι πάρα πολύ έντονος. Και πρέπει να σας πω ότι παγκόσμια ένας καλός ποιητής δεν σημαίνει ότι είναι καλός θεατρικός συγγραφέας, είναι διαφορετικές τέχνες. Εδώ έχουμε από τα σπάνια φαινόμενα όπου συνδυάζονται και τα δύο, είναι θέατρο και είναι και ποίηση μαζί.

Είναι η πολλοστή φορά που συνεργάζεστε με την Πειραματική Σκηνή, είστε πια ένας δικός τους άνθρωπος και είναι ένας δικός σας χώρος;

Είμαι σε μια ηλικία που αυτό που θέλω πια στη ζωή μου είναι να συνεργάζομαι καλά με τους ανθρώπους. Το θεωρώ το ύψιστο αγαθό. Και γι’ αυτό είμαι πάρα πολύ ευτυχής που συνεργάζομαι με την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης.