Μαρία Ναυπλιώτου: Όμορφη και ταλαντούχος ηθοποιός

maria-nafpliotou-omorfi-kai-talantouchos-ithopoios

Η Μαρία Ναυπλιώτου μετρά μια γεμάτη δεκαετία στο θέατρο, για αυτό και αισθάνεται πλέον ηθοποιός και όχι χορεύτρια, όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα, λόγω της επαγγελματικής της ενασχόλησης με την ορχηστική τέχνη. Ωστόσο, όποτε της δίνεται η ευκαιρία να συνδυάζει και τις δύο της ιδιότητες το απολαμβάνει δεόντως. 

Όπως τώρα με τον «Τιτανικό», την παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου που ανεβαίνει από το Εθνικό Θέατρο, ένα χρόνο μετά την «Bossa Nova» που είχε κερδίσει τις εντυπώσεις. Ο ρόλος της Γλαύκης στην τηλεοπτική σειρά «Η αίθουσα του θρόνου» τη σύστησε στο ελληνικό κοινό και έκτοτε μια γεμάτη θεατρική πορεία δεν άργησε να ακολουθήσει. Με βήματα αργά, σταθερά και πάντα ανοδικά έχει ερμηνεύσει ένα ευρύ ρεπερτόριο έργων και ρόλων, με αποκορύφωμα τη συνεργασία της με την πρώην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Τι είναι ο «Τιτανικός» του Κωνσταντίνου Ρήγου;

Οι παραστάσεις του Κώστα (σ.σ.: όπως αναφέρει τον Κωνσταντίνο Ρήγο η ηθοποιός) δεν έχουν ένα συγκεκριμένο θέμα με την έννοια που το συναντάμε στο θέατρο. Εξυπηρετούν ό,τι έχει ο ίδιος στο μυαλό του, χωρίς αφήγηση και συγκεκριμένο πρωταγωνιστή. Έτσι ήταν και η «Bossa Nova», έτσι και η πρώτη του δουλειά, όταν ήμασταν 18 χρόνων. Προφανώς έκτοτε έχει εξελιχθεί, αλλά και τώρα κινείται σε μια αντίστοιχη φόρμα. Χρησιμοποιεί ηθοποιούς, χορευτές, πρόζα, μουσική, τραγούδι. Ο «Τιτανικός» είναι πολύ πιο σκοτεινός, πολύ πιο μεταφυσικός και βαθύς και βασίζεται στη γνωστή ιστορία του πλοίου.

Πρόκειται για μια παράσταση με θέμα το ναυάγιο ή και τον μεγάλο έρωτα, έτσι όπως τον είδαμε στην ταινία του Τζέιμς Κάμερον;

Είναι ένα ναυάγιο, μια καταστροφή – για την ακρίβεια, η συγκεκριμένη καταστροφή του «Τιτανικού». Όμως, μέσα από το θέμα θα μπορούσε κανείς να καταλάβει πράγματα για τις δικές του μικρές και μεγάλες καταστροφές. Η παράσταση διαπραγματεύεται το ναυάγιο, την καταστροφή, την απώλεια, χωρίς τα στοιχεία του έρωτα. Υπάρχει η απώλεια, η νοσταλγία, ο έρωτας που χάθηκε, οι άνθρωποι που χάθηκαν, κι όλα είναι ενταγμένα σε μια πολύ συγκεκριμένη φόρμα, λίγο μεταφυσική. Όλο αυτό συμβαίνει μέσα σε ένα μεταφυσικό κλαμπ, με δυνατούς ήχους, μουσική, λόγο, χορογραφία. Όλα είναι μοιρασμένα στην παράσταση που διαθέτει επιλεγμένα κείμενα από δικούς μας αυτοσχεδιασμούς και κάποια άλλα, αυτούσια λογοτεχνικά αποσπάσματα. Ο «Tιτανικός» κινείται στη σκοτεινή πλευρά της ζωής.

Ο χορός αποτελεί ακόμα το πιο μεγάλο κομμάτι της ζωής σου;

Όχι πια. Είμαι δέκα χρόνια στο θέατρο και μέσα μου νιώθω πιο πολύ ηθοποιός.

Το σώμα ξεχνάει;

Όχι. Το σώμα δεν ξεχνάει, το σώμα έχει μνήμη. Αλλά χρειάζεται προπόνηση. Έχω χάσει την τεχνική που είχα, δεν έχω πια τις ίδιες αντοχές.

Υπάρχουν σήμερα μεγάλοι έρωτες, όπως ο έρωτας στον κινηματογραφικό «Τιτανικό»;

Νομίζω ότι οι ανεκπλήρωτοι έρωτες υπάρχουν και έχουν την ίδια ένταση και στη ζωή. Από την άλλη, κάθε έρωτας στην καθημερινότητά του χάνει κάτι και χρειάζεται πολλή δουλειά για να υπάρχει, να αντέχει κι εσύ να μη θέλεις να φύγεις. Ο έρωτας όμως που τελειώνει πριν την ώρα του έχει μια μυθική διάσταση. Αν γυρίσουμε πίσω και προσπαθήσουμε να βιώσουμε ξανά τα συναισθήματα, μπορεί να μην ήταν τόσο έντονα όσο νομίζαμε. Μετά, όπως και με τους νεκρούς, αποκτούν μια μυθική διάσταση. Και δεν θέλουμε να τους αποχωριστούμε.

Αν και δεν μου αρέσει η σύγκριση του έρωτα με τον θάνατο, είμαστε ανοιχτοί στα μεγάλα συναισθήματα;

Δεν υπάρχει σύγκριση. Είναι ο αντίποδας. Πάντα φοβάσαι τον μεγάλο πόνο αλλά και τον μεγάλο έρωτα, γιατί φοβάσαι να αφεθείς. Δεν κάνουμε σχέσεις που βασίζονται στο συναίσθημα. Στην εποχή μας όμως, που όλα είναι γρήγορα από τη μια και το lifestyle από την άλλη, το οποίο και μας έχει καπελώσει, έχει εντείνει τους φόβους μας και τη δυσκολία να έρθουμε σε επαφή με τον εαυτό μας. Αναρωτιέμαι για τη σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας, για τον τρόπο που μπορούμε να διαχειριστούμε τις αδυναμίες μας. Για να μπορέσεις να ζήσεις με κάποιον άλλον πρέπει να μπορείς να ζεις καλά με τον εαυτό σου. Δεν είναι απλό να διαχειριστείς μια απώλεια: Πρέπει να περάσεις μέσα από το σκοτάδι που είναι ο θάνατος και να βγεις όχι μόνο δυνατότερος, αλλά να βγεις με μεγαλύτερο συναίσθημα και όχι με οργή.

Να συμφιλιωθείς με τον θάνατο;

Όχι, με τον θάνατο δεν συμφιλιώνεσαι ποτέ. Απλώς μαθαίνεις να ζεις με αυτό.

Η τέχνη δρα παρηγορητικά στην απώλεια;

Ανάλογα. Άλλοτε η παράσταση μου προσφέρει τρεις ώρες φυγής κι άλλοτε μου είναι αδύνατον να παίξω. Η επαφή μου όμως με την τέχνη, με τα βιβλία, τον χορό αργότερα ή το θέατρο, αποτελούσε και αποτελεί διαφυγή και καταφύγιο. Σε μένα προσωπικά η τέχνη προσέφερε νόημα στη ζωή μου. Για κάποιον άλλο δεν ισχύει το ίδιο. Η τέχνη δεν σε κάνει απαραίτητα καλύτερο· μπορεί να σε κάνει και χειρότερο, κυρίως αν τονώσει μόνο τον ναρκισσισμό σου και τη διάθεσή σου για εξουσία.

Νιώθεις ότι γύρω σου ένας κόσμος κινείται με άλλα κριτήρια, με άλλους κώδικες από σένα;

Ζούμε σε μια ελεύθερη κοινωνία κι έχουμε το δικαίωμα επιλογής. Ο καθένας μας βρίσκει τους ανθρώπους με τους οποίους συνεννοείται. Υπάρχουν κομμάτια της κοινωνίας που μου είναι αδιάφορα, άλλα που με εξοργίζουν, άλλα τα θεωρώ απαράδεκτα, αληθινά αήθη.

Τι σε κάνει να θυμώνεις;

Με θυμώνει και με εξοργίζει η ασυνέπεια, η έλλειψη πειθαρχίας με την έννοια των ορίων, η υποκρισία, οι ηθοπλάστες, οι καινούργιοι εναλλακτικοί ηθοπλάστες...

Δηλαδή;

Δηλαδή άνθρωποι που ανήκουν στο καινούργιο κατεστημένο των «διανοούμενων» ή της μόδας, οι οποίοι μας υπαγορεύουν, όπως και οι παλαιότεροι του κατεστημένου, πώς πρέπει να σκεφτόμαστε σήμερα ως νέοι, μοντέρνοι, ελεύθεροι, «αναρχικοί και αυτόνομοι». Κάθε εποχή προσπαθεί να χτίσει ένα προφίλ και μια βιτρίνα και σου δίνει κανόνες και συνταγές για το πώς θα είσαι in. Κι αυτό δεν αφορά μόνον τους ελαφρούς χώρους, αλλά και τους άλλους, εκείνους που υποτίθεται ότι οι άνθρωποι σκέφτονται. Κι εκεί είναι ακόμα πιο επικίνδυνο και ύποπτο. Γιατί εκεί υπάρχει η δικτατορία της γνώσης.

Που συναντά κανείς τους καινούργιους εναλλακτικούς ηθοπλάστες;

Παντού. Στον χώρο μου, στα έντυπα. Με εξοργίζει να μου λένε πώς να σκέφτομαι για να είμαι μέσα σε μια νόρμα και φόρμα που μια ομάδα υιοθετεί και αποδέχεται. Είναι ένα είδος δικτατορίας. Κι έχει επιβληθεί σε μεγάλο βαθμό από τα Μέσα, την τηλεόραση, τα περιοδικά που προτιμούν τις ταμπέλες, τα κουτάκια. Αυτό είναι ένα καινούργιο κατεστημένο που δεν ξέρω σε τι υπακούει.

Είναι δύσκολο να μείνει κανείς απ’ έξω;

Προσωπικά είχα θέσει εξαρχής άλλους στόχους. Δεν ήθελα να γίνω σταρ. Ήθελα να είμαι καλή χορεύτρια και καλή ηθοποιός. Δεν είχα στόχο να βγάλω πολλά χρήματα, παρά μόνο να μπορώ να ζω αξιοπρεπώς – αλλά διαφωνώ με τους πενιχρούς μισθούς του θεάτρου. Δεν επιθυμούσα ποτέ τίποτε άλλο. Δεν επιθύμησα ποτέ τα πράγματα που έλαμπαν απλώς.

Πιστεύεις ότι για σένα ήταν όλα πιο δύσκολα επειδή είσαι γυναίκα;

Ναι, υπάρχουν στιγμές που το ένιωσα αυτό. Ότι η θέση των γυναικών κατακτάται στη δική μας τη γενιά. Υπάρχουν πράγματα που δεν είναι καθόλου αυτονόητα όταν είσαι γυναίκα, όπως το να είσαι αυτοδημιούργητη. Είναι σχεδόν απαγορευτικό. Υπήρχε μια αντίληψη των πραγμάτων, ότι μια γυναίκα έχει πάντα κάποιον προστάτη και του πληρώνει το συμφωνημένο αντίτιμο. Πάνω εκεί λοιπόν ένιωσα να βάλλομαι άδικα και ψευδώς, με αυτή την αγοραία αντίληψη. Από την άλλη, βρέθηκα σε μια εποχή που η γυναίκα είχε την επιλογή. Κι αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω. Στην ιστορία της δικής μου οικογένειας είμαι η πρώτη γυναίκα που έκανε όλες τις επιθυμίες της πραγματικότητα μόνη της. Χωρίς να με εμποδίσει κανείς. Βγαίνοντας όμως μόνη μου στη ζωή και διεκδικώντας την βρέθηκα αντιμέτωπη με απόλυτα πράγματα. Κι όσο κι αν με δυσκόλεψαν με έκαναν πιο αποφασιστική.

Αυτοδημιούργητη και ωραία, κάνει ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα;

Πολύ συχνά το δεχόμουν και ως μομφή, παρά το γεγονός ότι στη ζωή μου έδωσα λίγη σημασία στην ομορφιά – δεν την απαξιώνω, απλώς στην οικογένειά μου δεν της δίναμε σημασία. Δεν είχαμε ως οικογενειακή μας αξία την ομορφιά. Έπρεπε να κάνουμε κάτι άλλο για να πάρουμε το μπράβο. Δεν θυμάμαι να μου λέει κανείς στην εφηβεία μου «τι όμορφη που είσαι».

Μπαίνοντας όμως στο θέατρο θα πρέπει ωστόσο να το άκουσες.

Όταν μπήκα στο θέατρο πραγματικά σοκαρίστηκα από την έκταση που δίνουν οι άνθρωποι στην ομορφιά. Με την έννοια του αγοραίου, όχι με την έννοια του θαυμασμού. Από τη μια υπήρχε η αγοραία αντιμετώπιση και από την άλλη η μομφή. Αυτοί είναι νόμοι της αγοράς. Στον χορό δεν ήταν έτσι.

Είναι μια ρατσιστική αντίληψη αυτή, διότι το ίδιο δεν ισχύει για τους άνδρες, όχι μόνο στο θέατρο, στη ζωή γενικότερα.

Θα αργήσουμε ακόμα. Μπορεί να είναι καλύτερα τα πράγματα αλλά όλα αυτά υπάρχουν. Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε παραδοσιακά και διεκδίκησε διαφορετικά τη ζωή της. Κι αν νομικά κατακτήθηκαν πράγματα, κοινωνικά άργησαν. Όσο για τη σεξουαλική απελευθέρωση, αναρωτιέμαι πόσο πραγματικά τη βίωσαν οι γυναίκες στην ελληνική κοινωνία. Δεν ξέρω. Μάλλον μια μικρή μειονότητα. Όμως, δεν θέλω να υπογραμμίζω τη λέξη γυναίκα. Προτιμώ να μιλάω ως άνθρωπος και έτσι να διεκδικώ τον ζωτικό μου χώρο.

Ως εκ του αποτελέσματος, καλείσαι να τα αντιμετωπίσεις ως γυναίκα.

Ναι. Νομίζω όμως ότι στις επόμενες γενιές τα πράγματα θα είναι πολύ καλύτερα. Άλλωστε οι κοινωνίες έχουν ανοίξει. Πιστεύω ότι προχωρούμε προς την ουσιαστική ισότητα. Αλλά όλα αυτά έχουν να κάνουν με ανθρώπους και τη διάθεσή τους να εξελιχθούν.

Μέσα σε αυτή την εξέλιξη συναντούμε και ακραία ίσως περιστατικά, όπως το να κάνει μια γυναίκα μόνη της ένα παιδί.

Πιστεύω ότι γίνονται πλέον πολλά πράγματα σήμερα που θέλουν να μας τονίσουν ότι «δεν έχω ανάγκη κανέναν». Δεν είναι έτσι όμως. Έχουμε ανάγκη τους άλλους· και τους συντρόφους και τους φίλους και τους ανθρώπους γύρω μας. Δεν μπορούμε να ζούμε αποκομμένοι από τους άλλους. Δεν γίνεται, δεν είναι φυσιολογικό.

Στο θέατρο όμως ζείτε μαζί με τους άλλους.

Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι πραγματικό. Είναι πλασματικό και εντάσσεται στην ανάγκη μας για συνεργασία και όχι στις φιλικές ή τις ερωτικές μας σχέσεις. Πρέπει να έχουμε επαφή μεταξύ μας, αλλά είναι διαφορετικού τύπου.

Μετά τον «Τιτανικό» τι ακολουθεί;

Το καλοκαίρι θα κάνω την Ανδρομάχη στις «Τρωάδες» με το ΚΘΒΕ. Και είμαι πολύ ευτυχής γι’ αυτό.

(Η συνέντευξη διεξήχθη, 12.3.2009)