Δύο Εβδομάδες Απόλυτης Παράνοιας

dyo-evdomades-apolytis-paranoias

Είκοσι ημέρες μόλις πέρασαν από τη μέρα που ο Γιώργος Παπανδρέου προχώρησε στην εξαγγελία του για δημοψήφισμα και είμαι σίγουρος πως σε όλους σας φάνηκαν μήνες. Φανταστείτε να είχατε πάθει κάποιο ατύχημα και να είχατε βρεθεί σε κώμα λίγο μετά τις επεισοδιακές παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου και το (εξαιρετικού ενδιαφέροντος) συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς για την αραβική άνοιξη. Θα είχατε χάσει την επαφή σας με την πραγματικότητα σε μία χώρα που είχε μία κυβέρνηση σχετικά σταθερή, η οποία στηριζόταν στη βουλή από 153 βουλευτές και βρισκόταν στην ευτυχή συγκυρία να πανηγυρίζει για το διπλωματικό θρίαμβο που μόλις είχε επιτύχει στις Βρυξέλλες. Αναλογιστείτε τώρα τι χάος μεσολάβησε στις δύο πρώτες εβδομάδες που πέρασαν και ρωτήστε τον εαυτό σας ‘’πόσος πολιτικός χρόνος άραγε συνήθως χρειάζεται σε μία χώρα για να βρεθεί από ‘κει εδώ;’’. Κι όλα αυτά μάλιστα, παρότι το θρίλερ που παίχτηκε με την επιλογή του προσώπου που θα ηγείτο της νέας κυβέρνησης, κράτησε περισσότερο κι από τη συνολική ανθολογία του Αγγελόπουλου. Με πρωταγωνιστές στους δύο κεντρικούς ανδρικούς ρόλους, το πασίγνωστο πλέον δίδυμο των Μπόλεκ και Λόλεκ κι έναν guest star αυτή τη φορά, τον παλιό κεντρικό μας τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο, ο οποίος μπήκε στην πλοκή στη μέση της ταινίας.  Για ρωτήστε τον Παπαδήμο πρίν από έναν μήνα, τι πίστευε πως του επεφύλασσε η μοίρα; Δεν ξέρω τι θα απαντήσει, πάντως σίγουρα όχι αυτό το σενάριο που έζησε.

Στο άρθρο «Μπόλεκ και Λόλεκ», υποστήριξα με επιχειρήματα την άποψή μου πως ο Γιώργος Παπανδρέου είναι απελπιστικά ανεπαρκής για το ρόλο του πρωθυπουργού και οι εξελίξεις με δικαίωσαν απόλυτα. Σήμερα υπερθεματίζω, συμφωνόντας απολύτως με τον Καρατζαφέρη, ο οποίος τον χαρακτήρισε τις προάλλες ως ανίκανο να διαχειριστεί ακόμα και μίνι μάρκετ. Στη θέση αυτή, υπάρχει ο αντίλογος πως ο Παπανδρέου ξέρει πολύ καλά τι κάνει, αλλά εξυπηρετεί τρίτα συμφέροντα, από τα οποία και μισθοδοτείται. Κι αυτή την άποψη την παρουσίασα στο «Η Μεγάλη Πέμπτη και τα Στημένα Ματς». Θεωρώ αυτή την πιθανότητα τραβηγμένη, όμως τρίτη εναλλακτική δεν υπάρχει, διότι απλά η λογική το αποκλείει. Δεν είμαι η Μένσα για να μπω στη διαδικασία να μετρήσω το βαθμό ευφυίας του τύπου, αλλά προτιμώ να ασπαστώ την άποψη πως περισσότερο συγγενεύει με το Φόρεστ Γκαμπ απ’ ότι με τον Ανδρέα Παπανδρέου, παρά να μπω στη διαδικασία πως χρηματίζεται για να καταστρέψει το λαό του. Όπως και να ‘χει το πράγμα όμως, η παραμονή του στον πρωθυπουργικό θώκο, αποτελούσε ευθεία απειλή για την επιβίωση της χώρας και έγινε πασιφανές μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος πως έπρεπε να τερματιστεί άμεσα.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες τράβηξαν το αυτί του Γιώργου στις Κάννες, αποκλείοντάς του την πιθανότητα να τεθεί υπό λαϊκή αίρεση η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, όπως πολύ θα ήθελε ο ίδιος. Ούτως ή άλλως, αυτό το ερώτημα θα ήταν ανέντιμο να το θέσει, πρώτον απέναντι σε όλους εκείνους τους χριστιανούς που πήραν τις αποφάσεις της εν λόγω συνόδου, για τις οποίες πανηγύριζε καίτοι δε συμμετείχε σ’ αυτές και δεύτερον, απέναντι στον ίδιο του το λαό, αφού για τις προηγούμενες αντίστοιχες συμφωνίες είχε ...λησμονήσει να τον ρωτήσει! Με αυτόν τον τρόπο, η μόνη εναλλακτική που του έμεινε, είναι να ρωτήσει ευθέως το λαό εάν επιθυμεί να μείνουμε στην Ευρωζώνη ή να επιστρέψουμε στη δραχμή. Το έκαναν σαφές σε κάθε τόνο αυτό, αμφότεροι οι Σαρκοζύ και Μέρκελ, επιστρέφοντας ουσιαστικά τη μπάλλα στο Λόλεκ. Θα θυμάστε πιθανώς, ότι το δημοψήφισμα ήταν μία πιθανότητα που την είχα προβλέψει στο άρθρο μου με τίτλο «Όταν το Αίμα Ρέει στους Δρόμους» (ή «Θέλει Αρετή και Τόλμη η Γεμάτη Τσέπη», όπως εμφανίστηκε στην ιστοσελίδα hbnews.gr). Μόνο που εκεί έγραφα πως περίμενα το θέμα του δημοψηφίσματος να είναι η μονιμότητα στο δημόσιο κι όχι η όποια δανειακή σύμβαση της Ελλάδας από την τρόικα. 

Είναι αλήθεια πως εδώ και καιρό, ο Γεώργιος Παπανδρέου έψαχνε τον τρόπο να καταφύγει σε κάποια μορφή λαϊκής νομιμοποίησης της πολιτικής του. Θεμιτό και δίκαιο. Όμως από αυτό το σημείο, μέχρι να τεθεί εν αμφιβόλω η συμμετοχή της χώρας στην Ευρωζώνη, η απόσταση είναι χαοτική. Και ο τέως πρωθυπουργός σίγουρα δε νομιμοποιείτο να θέτει εκβιαστικά διλήμματα στον ταλαιπωρημένο πολίτη, με κίνδυνο να απολεστούν όλα τα  κεκτημένα δικαιώματα της Ελλάδας εδώ και τρεις δεκαετίες! Χειρότερη συγκυρία για να τεθεί ένα τέτοιο ερώτημα, δεν υπήρξε στα παγκόσμια χρονικά! Η εξαλλοσύνη του κόσμου από μόνη της, ήταν πιθανόν να οδηγήσει σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή, ένα δρόμο που θα αναιρούσε ό,τι έχουμε πετύχει από το 1979 κι εντεύθεν. Ποιός είσαι ρε μάγκα που παίρνεις τέτοια ιστορική ευθύνη; Τίποτα παραπάνω από έναν πρωθυπουργό που οι τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν πως εκφράζεις μετά βίας το 15% των πολιτών.

Συνεπώς, η απόφαση και εν συνεχεία, η εμμονή του τέως στο δημοψήφισμα, ήταν εντελώς αδικαιολόγητη και κυριολεκτικά καταστροφική. Το διατύπωσαν ξεκάθαρα τόσο οι αιφνιδιασμένοι ηγέτες των εταίρων μας, όσο και οι διεθνείς αγορές οι οποίες μάτωσαν μετά την αλλοπρόσαλλη εξαγγελία. Και μπρος στη δαμόκλειο σπάθη αυτού του εντελώς ερασιτεχνικού πολιτικού ελιγμού, αποσύρω μετά πολλών επαίνων τα όποια θετικά σχόλια είχα εκφράσει για το πρόσωπό του στα άρθρα «Θέλει το Γερμανό της» και «Μπόλεκ και Λόλεκ». Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο αμερικανοτραφής πολιτικός παρασύρθηκε από κακούς συμβούλους. 

Δε θα διαφωνήσω. Ούτως ή άλλως, ο Χάρης Καστανίδης ουδέποτε μου γέμισε το μάτι ως κάτι παραπάνω από έναν απλό αυλοκόλακα. Όμως, τέτοιοι αρχολίπαροι (για να χρησιμοποιήσω κι έναν όρο της όψιμης επικαιρότητας), είναι συνηθισμένο φαινόμενο της ιστορίας. Υπήρχαν εξάλλου και στις αυλές του Καλλιγούλα και του Νέρωνα, χωρίς να αφαιρούν φυσικά την ευθύνη από το κεντρικό πρόσωπο που λαμβάνει τις αποφάσεις. Εν τέλει, πέραν της προφανούς αναποτελεσματικότητάς του, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε καταστεί πλέον, εντελώς καταστροφικός για τη μοίρα της χώρας. Οποιαδήποτε κυβέρνηση πέραν της δικής του, ακόμα και μία αμιγώς υπό τον Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο έχω πολλάκις ‘’στολίσει’’ στο πρόσφατο παρελθόν, θα ήταν σαφώς προτιμητέα. Και η μπάλλα πέρασε με τη σειρά της στον έλεγχο της κοινοβουλευτικης ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ., μετά από την πρωτοβουλία του Παπανδρέου να θέσει ζήτημα ψήφου εμπιστοσύνης.

Οι αγορές εξετίμησαν δεόντως την εξαγγελία, καταρρέουσες ανεξαιρέτως λες και είχε επέλθει ήδη το μοιραίο, ενώ η πρώτη απώλεια, αυτή της Μιλένας Αποστολάκη, καταγραφόταν ήδη στο παθητικό της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Αιφνιδιασμένος ο Λόλεκ, προσπάθησε να μπαλώσει τα αμπάλωτα στο υπουργικό του συμβούλιο, όπου παρότι σημειώθηκαν σωρεία ενστάσεων, εν τέλει βγήκε προς τα έξω μία επίπλαστη ομοφωνία, βασισμένη κυρίως στη διαβεβαίωση του πρωθυπουργού πως είχε ειδοποιήσει εγκαίρως τους Ευρωπαίους ηγέτες. Ακολούθησε η ανακωχή της Τετάρτης, η οποία φυσικά ακολουθήθηκε από την καταιγίδα της Πέμπτης, όταν στα πλαίσια του G 20 εκλήθη σε απολογία ο σαμποτέρ των αγορών, ο οποίος και συνετίστηκε, αποδεχόμενος ένα εντελώς άσχετο με το σχεδιασμένο από τον ίδιο ερώτημα δημοψηφίσματος. Οι μισοί βουλευτές και σχεδόν ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο εξανέστησαν και αποφάσισαν να ανατρέψουν βιαίως τον πρωθυπουργό. Ο Λόλεκ είχε συλληφθεί ψευδόμενος.

Πάμε τώρα στο έτερον ήμισυ του ζεύγους της συμφοράς. Στο άκουσμα του περιβόητου κουρέματος, η Νέα Δημοκρατία έβγαλε πύρινες ανακοινώσεις και δικαίως, απείλησε με παντελή έλλειψη συναίνεσης, όχι όμως για τους ορθούς λόγους όπως θα ήταν μία φυσιολογική ένσταση για την επερχόμενη αποδόμηση του συνόλου του τραπεζικού μας συστήματος, αλλά για κάποια φανταστική απειλή απώλειας της εθνικής κυριαρχίας. 

Και όταν ετέθη η πιθανότητα να ζητηθεί η υπερψήφιση της δανειακής συνθήκης στη βουλή με αυξημένη πλειοψηφία τριών πέμπτων, ήτοι 180 βουλευτών, απάντησε ελαφρά τη καρδία πως δε θα συρθεί σε εκβιασμούς. Μόλις δε τα πράγματα έφτασαν στο σκληρό ροκ του δημοψηφίσματος, η αντιπολιτευτική ρητορική οξύνθηκε ακόμα περισσότερο. Στο παρασκήνιο, κάποια σημαντικά στελέχη του κόμματος, άρχισαν να συνομιλούν με αντίστοιχους κυβερνητικούς συναδέλφους τους για να προτείνουν μία κυβέρνηση συνεργασίας, όμως με τη γνωστή οποτουρνιστική του ρητορική ο αρχηγός τους, τους μάντρωσε εγκαίρως. Και την Πέμπτη (3 Νοεμβρίου) το βράδυ, ακούσαμε όλοι τον κύριο Σαμαρά να προσπαθεί να πείσει για το αγαθό των δικών του προθέσεων τους εταίρους μας, δηλώνοντας ανερυθρίαστα πως ‘’ουδέποτε αντιτάχθηκα στην αποδοχή και υπερψήφιση της δανειακής σύμβασης’’. Ανακυβίστηση ολκής. Και ο Μπόλεκ είχε συλληφθεί ψευδόμενος...

Αν όμως ο Σαμαράς κατηγορείται μία για διγλωσσία, τι να πει κανείς για τον Παπανδρέου; Ο οποίος μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν από την ψήφο εμπιστοσύνης προσπαθούσε να κρατηθεί πεισματικά στην καρέκλα του, παρότι δήλωνε τα ακριβώς αντίθετο! Άλλα έλεγε στο υπουργικό του συμβούλιο την Πέμπτη, άλλα στην κοινοβουλευτική του ομάδα, άλλα στην ολομέλεια της βουλής! Αλαλούμ χωρίς προηγούμενο! Γι’ αυτό άλλωστε και την Παρασκευή πραγματοποίησε την ομιλία του στις έντεκα το βράδυ αντί για τις οκτώ που είχε αρχικά προγραμματίσει. Έτρεφε κάποιες κρυφές ελπίδες μήπως και έβρισκε 150 κουκκιά στην κάλπη (τα οποία του έφταναν, δεδομένης της απουσίας Αποστολάκη – Παπαδημητρίου από την ψηφοφορία) χωρίς να υποχρεωθεί στην υπόσχεση για κυβέρνηση εθνικής ενότητας, αλλά εις μάτην. Ο κύβος είχε ριφθεί. Το κόμμα του τον είχε ανατρέψει.

Συμφωνώ απόλυτα με τις δηλώσεις του Γιώργου Καρατζαφέρη για την ιδιοσυγκρασία των ‘’παιδιών της Βοστώνης’’, αν και ουδέποτε θα χρησιμοποιούσα την ίδια φρασεολογία, επειδή εκτός των άλλων οι όροι που χρησιμοποίησε ο Πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ., μου ήταν παντελώς άγνωστοι. Αν ανατρέξει όμως κάποιος σε λεξικό, θα διαπιστώσει πως αποδίδουν με ακρίβεια την πραγματικότητα. Ο ένας, προσπάθησε με συνεχή ψέμματα και γελοίες εξαγγελίες, να κρατηθεί στα αξιώματά του. Ο άλλος, επιδιώκοντας μετά μανίας τις εκλογές, αδιαφόρησε πλήρως για το καλό του τόπου, προτάσσοντας το προσωπικό του συμφέρον. Ουδείς εκ των δύο πρωταγωνιστών του σημερινού πολιτικού χάους δεν είχε την παραμικρή ειλικρινή πρόθεση να συνεργαστεί με τον άλλο, γιατί η καρέκλα του πρωθυπουργού έχει μεν μέλι, αλλά είναι αρκετά στενή για να χωρέσει και τους δύο. Ο Αντώνης Σαμαράς, το έλεγε ευθέως όλο το προηγούμενο διάστημα και το σκεπτικό του είναι απλό: Προτιμάει να το κάνει εξ’ ανάγκης σε μία βουλή που θα προκύψει μετά από εκλογές, ούτως ώστε να διαθέτει εκείνος το πάνω χέρι σε αριθμό βουλευτών και συνεπώς να έχει το προβάδισμα να καθήσει στο θρόνο. Άσε που υπάρχει και μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να στραβωθούν εντελώς οι Έλληνες και μέσα στην απελπισία τους να του δώσουν κάποια οριακή αυτοδυναμία, καθιστώντας τα πράγματα ακόμα πιο εύκολα. Ο Παπανδρέου θα ήθελε διακαώς μία ουσιαστικότερη συμμετοχή του βασικού πολιτικού του αντιπάλου σε μία τέτοια κυβέρνηση, για να τον ξεμπροστιάσει και να αποδείξει στο πανελλήνιο πως παρά τη στεντόρεια ρητορική του, ο Σαμαράς δε μπορεί να κάνει τίποτα διαφορετικό από τον ίδιο. Ήξερε καλά όμως ότι δεν υπήρξε καμμία πιθανότητα να τον ‘’ψήσει’’ και πως οι εξαγγελθείσες με τυμπανοκρουσίες και φανφάρες προσπάθειές του για ουσιαστική συγκυβέρνηση, ήταν εξ’ αρχής μάταιες. Γιατί τότε επέμεινε; Μα είναι απλό: Γιατί του το επέβαλλε η κοινοβουλευτική του ομάδα και φυσικά, οι Ευρωπαίοι εταίροι του. Το θέμα μάλιστα του ετέθη τόσο επιτακτικά, ώστε να αποτελεί την αποκλειστική προϋπόθεση για την ψήφο εμπιστοσύνης που εξασφάλισε την Παρασκευή 4 Νοεμβρίου.

Πάμε τώρα στη δεύτερη εβδομάδα του πολιτικού θρίλερ που ζήσαμε. Ξεκινήσαμε από μία συμφωνία την Κυριακή 6 Νοεμβρίου, η οποία απεδείχθη πως δεν περιείχε σχεδόν τίποτα, ούτε καν το όνομα του επόμενου πρωθυπουργού. Από τη Δευτέρα κιόλας, ακούγαμε για το Λουκά Παπαδήμο, την ούτως ή άλλως προφανέστερη επιλογή, όμως απεδείχθη  πως το όνομα μπήκε ουσιαστικά στο τραπέζι μόλις μία ημέρα πριν την οριστική του επιλογή, καίτοι γίναμε μάρτυρες μίας πρωτόγνωρης λαίλαπας παραπληροφόρησης από μέρους του μεγάρου Μαξίμου περί ‘’όρων συμμετοχής’’ και διαφωνίας της Νέας Δημοκρατίας στο πρόσωπό του. Έπρεπε να προηγηθούν τα κωμικοτραγικά της αποχώρησης Καρατζαφέρη από το Προεδρικό Μέγαρο και της επιλογής Πετσάλνικου με τη θύελλα αντιδράσεων που αυτή προκάλεσε, για να εξεταστεί σοβαρά η περίπτωση του Λουκά Παπαδήμου. Και με τις πρώτες δηλώσεις του νέου πρωθυπουργού, μάθαμε πως για μία ακόμα φορά ο απερχόμενος Γιωργάκης ψευδόταν κατά συρροή και ασυστόλως. Γιατί όμως φτάσαμε σ’ αυτό το χάλι; Πάλι φταίει ο Λόλεκ!

Για όσους δεν το έχουν καταλάβει ακόμα, η όλη καθυστέρηση είχε να κάνει με το καταστατικό του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο ρητώς αναφέρει πως η θητεία του προέδρου του κόμματος παρατείνεται αυτόματα για ένα εξάμηνο πέραν της τετραετίας που ακολουθεί την εκλογή του, εάν την επίμαχη ημερομηνία ο πρόεδρος του κόμματος παραμένει πρωθυπουργός της χώρας. Και στην περίπτωσή μας, η ημέρα που έκλειναν τα τέσσερα χρόνια από την τελευταία εκλογή του Γιώργου Παπανδρέου στην ηγεσία, ήταν η Παρασκευή 11 Νοεμβρίου, η αυγή της οποίας τον βρήκε τεχνηέντως ακόμα πρωθυπουργό! Αν αυτός ήταν ο πρώτος στόχος του Λόλεκ και με την τακτική του ‘’πετάω τη μπάλλα στην εξέδρα’’, επετεύχθη απολύτως. Το ότι η κωλυσιεργία δημιουργούσε επιπλέον κινδύνους για τη χώρα, για τον ήρωά μας ήταν δευτερεύον. Από τη στιγμή που η πολυπόθητη πρωθυπουργία είχε χαθεί, τουλάχιστον έπρεπε με κάθε κόστος να διατηρηθεί η προεδρία του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Ο δεύτερος όμως στόχος του Γιώργου Παπανδρέου, αυτός της πρωθυπουργοποίησης ενός προσώπου – μαριονέτα, δεν υλοποιήθηκε, πάλι κυρίως λόγω της μαζικής αντίδρασης των βουλευτών του, σύσσωμης της αντιπολίτευσης, καθώς και της κοινωνίας ολόκληρης, η άποψη της οποίας εν πολλοίς διαμορφωνόταν θετικά κάθε μέρα υπέρ του Λουκά Παπαδήμου, μέσω μίας έντεχνα διατυπωμένης άποψης των media.

Ο Αντώνης Σαμαράς σύρθηκε στην κατ΄ αρχάς συμφωνία της περασμένης Κυριακής, από τις δύο ίδιες δυνάμεις που παγίδευσαν και το Γιώργο Παπανδρέου: Τη διεθνή κοινή γνώμη, η οποία είχε διαμορφώσει την άποψη πως ο αρχομανής ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης δε συναινεί περιμένοντας τη νομοτελειακή κατάρρευση της κυβέρνησης ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ορισμένα μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας (Σπηλιωτόπουλος, Βαρβιτσιώτης, Μητσοτάκης), οι οποίοι επέμεναν πεισματικά στην αλλαγή στρατηγικής πλεύσης του κόμματός τους. Για όλους αυτούς τους αντιρρησίες, ο Μπόλεκ είχε τη μεσοβέζικη απάντηση: Ναι μεν σε αποδοχή μίας κάποιας μεταβατικής κυβέρνησης, χωρίς όμως ουσιαστική συμμετοχή των πρωτοκλασσάτων στελεχών του, αποφυγή μετά βδελυγμίας της ανάμιξης στη λειτουργία οποιουδήποτε ‘’μνημονιακού’’ υπουργείου και κυρίως, προαποφασισμένη ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών. Ας δούμε αυτές τις τρεις παραμέτρους αναλυτικότερα:

Η επιλογή των δύο αντιπροέδρων της Νέας Δημοκρατίας για μέλη της νέας κυβέρνησης, γίνεται προφανώς για να προσδοθεί κάποιο κύρος σ’ αυτή. Όμως, κανείς άλλος μάχιμος πολιτικός δε συμμετέχει από τη Ν.Δ., η δε παραίτηση του Δημήτρη Αβραμόπουλου από βουλευτής, υποδηλώνει ξεκάθαρα την πρόθεση του Σαμαρά να μην απολεσθεί ο τίτλος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ο οποίος θα περνούσε στο Κ.Κ.Ε. αν δεν υπήρχε η παραίτηση αυτή. Συνεπώς, ο Μεσσήνιος πολιτικός μας προϊδεάζει για τη στρατηγική που προτίθεται να ακολουθήσει, διαφωνώντας ξεκάθαρα στις αποφάσεις και πολιτικές της κυβέρνησης Παπαδήμου που δε θα του είναι αρεστές ή πολιτικά χρήσιμες. Κι όσο πλησιάζουμε στις εκλογές, τόσο περισσότερο έχω την εντύπωση πως η Νέα Δημοκρατία θα απομακρύνεται από τη ‘’ρετσινιά’’ της συγκυβερνώσας παράταξης. Σ’ αυτό συνηγορεί και η επιλογή των χαρτοφυλακίων που ανέλαβαν οι δύο αντιπρόεδροι, αυτό των Εξωτερικών κι εκείνο της Εθνικής Αμύνης, θέσεις με υψηλό κύρος μεν , παντελώς άσχετες με τη δεινή οικονομική συγκυρία δε. Και μη μου πει κανείς για την τοποθέτηση του Γιάννη Μουρμούρα στη θέση του Υφυπουργού Οικονομικών, πρώτον γιατί τοποθετήθηκε κάτω από τρεις προϊσταμένους (εις εκ των οποίων, ο πληθωρικός Βαγγέλης Βενιζέλος), δεύτερον διότι δεν πρόκειται για πολιτικό στέλεχος πρώτης γραμμής και συνεπώς, είναι αναλώσιμος σε περίπτωση που γίνει καμμιά ...στραβή.

Όσον αφορά στο χρόνο των επερχομένων εκλογών, πολύ θα ήθελε ο Σαμαράς να γίνουν άμεσα, όμως τον έπεισαν πως η κυβέρνηση δε θα μπορούσε να λειτουργήσει ούτε καν υποτυπωδώς εάν δεν της δινόταν ένας ορίζοντας τριμήνου. Του το έφεραν από ‘δω, του το πήγαν από ‘κει, τον έψησαν για τις 19 Φεβρουαρίου. Θα δείτε ότι ο χρόνος είναι ελάχιστος για την παραγωγή ουσιαστικού έργου, όμως ο Μπόλεκ δεν ήθελε να παραχθεί έργο. Θέλει απλά να φύγουν από τα χέρια του κάποιες καυτές πατάτες, όπως η εισήγηση ενός ακόμα υφεσιακού προϋπολογισμού και η κατάργηση κάποιων χιλιάδων οργανικών θέσεων στο δημόσιο. Εξάλλου, το λέει καθαρά: ‘’Συμφωνούμε με τη δανειακή σύμβαση, διαφωνούμε με τις απαιτούμενες πολιτικές’’.

Το μέλλον της κυβέρνησης Παπαδήμου, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι εκτός από σύντομο και σκοτεινό. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος πως θα καταφέρει να παράξει κάτι το ουσιαστικό χωρίς παρεμβάσεις από τα κόμματα που συμμετέχουν σ’ αυτήν την αμφιλεγόμενη, πρόσκαιρη συμμαχία. Από τη μία, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μπαίνει με μαθηματική ακρίβεια σε μια κρίση εσωστρέφειας, με την αμφισβήτηση στο πρόσωπο του Γιώργου Παπανδρέου να συνεχίζεται αμείωτη. Πρώτος  ο Δημήτρης Λιντζέρης τον κάλεσε ανοικτά να παραιτηθεί και είναι βέβαιο πως έχει αρκετούς συμμάχους μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα. Κάτι τα συνεχόμενα ψέμματα, κάτι οι ανούσιες καθυστερήσεις, κάτι η πρόταση Πετσάλνικου, έχουν βαρύνει υπερβολικά το ήδη τεταμένο από την απόφαση για δημοψήφισμα κλίμα. Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία με την απόφασή της να διατηρηθεί θεσμικά στο ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δίνει το στίγμα της πολιτικής που σκοπεύει να ακολουθήσει σ’ ετούτη την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Μία περίοδο που το τέλος της, κατά πάσα πιθανότητα θα μας οδηγήσει εκ νέου στην ανάγκη για συγκρότηση άλλης μίας κυβέρνησης συνεργασίας. Και αυτή τη φορά, θα απαιτηθεί να είναι σαφώς πιο ουσιαστική.

Το συμπέρασμα από τα κωμικοτραγικά που ζήσαμε τις προηγούμενες εβδομάδες, είναι ευκρινές: Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχασε μία σπάνια ευκαιρία να ξεφορτωθεί έναν ανεπαρκή ηγέτη, καταψηφίζοντάς τον στην πρόταση εμπιστοσύνης που ο ίδιος έθεσε για τον εαυτό του. Η αναποφασιστικότητά τους, του έδωσε τη δυνατότητα να κρατηθεί θεσμικά στο ρόλο του προέδρου του κόμματος, αφού το καταστατικό το επέτρεπε και να μου το θυμηθείτε, θα προσπαθήσει με νύχια και με δόντια να κρατηθεί στην καρέκλα του. Η Νέα Δημοκρατία έχασε μία ακόμα ευκαιρία να αναδειχθεί ανώτερη των περιστάσεων, συμμετέχοντας πραγματικά ενεργά στο κυβερνητικό σχήμα και επιτρέποντάς του να ασκήσει ελεύθερα πολιτική, χωρίς ασφυκτικούς, χρονικούς περιορισμούς. Είναι πασιφανές πως οι κοινωνική απαίτηση για συναίνεση επί της ουσίας, έπεσε στο κενό για άλλη μία φορά. Οι Μπόλεκ και Λόλεκ, τα έκαναν πάλι μπάχαλο και αποτέλεσμα εννοείται πως δεν πρόκειται να δούμε. Συνεχίζουμε λοιπόν όλοι μας το business as usual και αφήνουμε πίσω μας αυτή τη γελοία παρένθεση, με ορίζοντα τις εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου.

Υ.Γ. 1: Θα παρατηρήσατε ότι σε αντίθεση με το άρθρο μου με το συγκεκριμένο τίτλο, δίνω σαφείς ρόλους στο ποιος εκ των δύο πολιτικών μας ταγών είναι ο Μπόλεκ και ποιος ο Λόλεκ. Αρχικά, σκεφτόμουν να δώσω τους ρόλους του κάστινγκ βασισμένος αποκλειστικά στην πυκνότητα της κόμης. Όσο όμως περισσότερο το σκέφτομαι, τόσο πιστεύω πως οι ρόλοι ταιριάζουν γάντι και λόγω συμπεριφορών, καθότι ο Λόλεκ ήταν σαφώς πιο επιπόλαιος και γκαφατζής.

Υ.Γ. 2: Ένα από τα καλύτερα σχόλια που διάβασα σε οικονομικό forum των τελευταίων ημερών, ήταν το ακόλουθο: Ο Γεώργιος Παπανδρέου, θα ήταν ένας άριστος πρωθυπουργός σε rewind. Σκεφτείτε τα γεγονότα με τη σωστή σειρά:

1. Ζητάει δημοψήφισμα

2. Κάνει κούρεμα του χρέους κατά 50%

3. Παίρνει δάνειο 110 δισ. από Ευρωπαϊκή Ένωση και Δ.Ν.Τ.

4. Λέει ‘’λεφτά υπάρχουν’’

Και αναρωτιέται εύλογα ο συντάκτης της ως άνω παρατήρησης: Ποιος ανίκανος του έδωσε το manual με τις σελίδες ανάποδα;

Υ.Γ. 3: Βασικός στόχος του οποιουδήποτε προβαίνει σε δημόσιες δηλώσεις, είναι κατ’ αρχάς να γίνεται αντιληπτός από το ακροατήριό του. Προφανώς, ο Γιώργος Καρατζαφέρης δε συμμερίζεται αυτή μου την άποψη και προτιμά να χρησιμοποιεί χαρακτηρισμούς με στόχο τον εντυπωσιασμό που δημιουργεί η χρήση λέξεων, λόγω της ομοιότητάς τους με άλλες που κατά κόρον χρησιμοποιούνται σε γήπεδα και λιμάνια. Αυτό δε μπορώ να το χαρακτηρίσω ως συμβάν που προάγει την εύρυθμη πολιτική ζωή της χώρας, αντίθετα ενισχύει το ήδη τεταμένο κλίμα μπάχαλου που επικρατεί γενικώς.

Υ.Γ. 4: Αν όμως το παραπάνω αποτελεί απλά μία ένδειξη φραστικής εκτροπής, στη βουλή γίναμε μάρτυρες μίας πρωτοφανούς κοινοβουλευτικής εκτροπής. Διότι δεν είναι δυνατόν ένα σωρό βουλευτές που πρόσκεινται στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. να παρέχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, με την …προϋπόθεση ότι αυτή θα φύγει! Καταστρατηγείται τοιουτοτρόπως κάθε έννοια δημοκρατίας αλλά και λογικής. Όμως, πού να τη βρούμε τη λογική σε ένα διαφθαρμένο πολιτικό σύστημα που, απ’ ό,τι φαίνεται, πνέει τα λοίσθια;

Υ.Γ. 5: Ο Λουκάς Παπαδήμος, μπορεί να ήταν σαφώς η πλέον προτιμητέα επιλογή για τη θέση του πρωθυπουργού στην παρούσα, δυσχερέστατη συγκυρία, πλην όμως δεν είναι υπεράνθρωπος και το καλάθι των προσδοκιών μας πρέπει να είναι μικρό. Για να μην ξεχνιόμαστε εξάλλου, όταν κατείχε τη θέση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, σημειώθηκαν δύο ιδιαίτερα σκοτεινά περιστατικά στην οικονομική ζωή του τόπου: Το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου και τα μαγειρεμένα νούμερα της Goldman Sachs που μας οδήγησαν εντός Ευρωζώνης. Μπορεί ο ίδιος να μην είχε σχέση με καμμία από τις δύο υποθέσεις, όμως μην παραβλέπουμε το γεγονός της ευθύνης που πηγάζει από το θεσμικό του ρόλο.

Υ.Γ. 6: Δεκαπενταμελής η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία (σα συμβούλιο σε σχολείο), ...τεσσαρακονταεννεαμελής η ημέτερη κυβέρνηση! Τώρα, τι σας λέει αυτό;